Παρασκευή 3 Μαΐου 2013

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ;



Καὶ τὸ φετινὸ Πάσχα σκιάζει ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὅσο κι ἂν θελήσουμε νὰ ἀπομακρύνουμε σήμερα παρόμοιες σκέψεις, ὅσο κι ἂν κάποιοι θὰ τὶς θεωρήσουν βέβηλες καὶ θὰ προτιμοῦσαν νὰ ἔχουν πνευματικότερες ἀναβάσεις καὶ οὐράνιες πτήσεις αὐτὲς τὶς Ἅγιες μέρες, ὅμως, ἡ συνειδητοποίηση ὅτι εἴμαστε βουτηγμένοι στὴν αἵρεση, ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους συνεορτάζουμε καὶ οἱ ὁποῖοι μᾶς εὐλογοῦν εἶναι ἀρχηγοὶ τῆς παναιρέσεως, ὅτι τὶς Ἀναστάσιμες Ἐγκυκλίους τους τὰ Μ.Μ.Ε. θὰ μᾶς προσφέρουν ὡς τὸ πιὸ "ὀρθόδοξο" ἐπίκαιρο ἄκουσμα καὶ θέαμα, μᾶς κάνει νὰ θεωροῦμε -λίγες ὧρες πρὶν εἰσέλθουμε στὸ Μ. Σάββατο- ἀναγκαία τὴν ἀναφορὰ στὸν Οἰκουμενισμό, μὲ ἀφορμὴ καὶ ἕνα σχόλιο ἀνώνυμου.


 Γιατί εἶναι ἰσχυρὴ ἡ αἴσθηση ὅτι ἑορτάζουμε τὸν ἴδιο Παθόντα καὶ Ἀναστάντα Χριστό, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὴ ὁ καθένας τοποθέτηση σὲ θεμελιώση θέματα Πίστεως καὶ ποιμαντικῆς ἀντιμετώπισης τῆς αἱρέσεως.
 Κάθε Ἐπίσκοπος εἶναι (πρέπει νὰ εἶναι) ὁ ἐκφραστὴς τῆς Πίστεως. Ὅταν, ὅμως, ὁ Ἐπίσκοπος ἐκφράζεται κακοδόξως, ὄχι ἐν τῇ ρύμῃ τοῦ λόγου, ἀλλὰ συνειδητὰ «δημοσίᾳ καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» (ΙΕ΄ Κανὼν ΑΒ Συνόδου), εἴτε γραπτά, εἴτε προφορικά, εἴτε δι’ ἄλλου μέσου καὶ τρόπου (π.χ. διὰ τοῦ ἔργου τῶν συμπροσευχῶν), ἐφ’ ὅσον δι’ ὅλων αὐτῶν τῶν τρόπων θίγονται καὶ ἀθετοῦνται κυρίως Εὐαγγελικὲς ἢ Ἀποστολικὲς Ἐντολές, ἀλλὰ καὶ ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ οἱ Ἱ. Κανόνες (ποὺ διευκρινίζουν καὶ ἑρμηνεύουν τὴν Εὐαγγελικὴ διδασκαλία),

             τότε,

ὁ Ἐπίσκοπος αὐτὸς αἱρετίζει καὶ ὀνομάζεται ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες ψευδεπίσκοπος, ἔστω κι ἂν ἀκόμα δὲν ἔχει καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο.
Μὲ κάποιους τέτοιους Ἐπισκόπους ἀφήνονται οἱ πιστοὶ νὰ κάνουν Πάσχα κι ἐφέτος!
Ἐλπίζω νὰ μὴν ὑπάρχει ἀντίρρηση ὡς ἐδῶ ἀπὸ τὸν «ἀνώνυμο» ὑποστηριχτὴ τοῦ «Σωτῆρος», τὴν ἴδια τὴν Ἀδελφότητα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ ἔχουν κάποιο ἐνδιαφέρον ἀκόμα γιὰ τὴν διατήρηση ἀκεραίας τῆς Πίστεως.
Ἄρα, ὁ ψευδεπίσκοπος αὐτός, μὲ ὅσα λέγει καὶ πράττει, διαχωρίζει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ δὲν ἔχει ἀκόμα ἐπίσημα καθαιρεθεῖ. Τὰ μυστήρια ποὺ τελεῖ εἶναι ἔγκυρα κατὰ θείαν Οἰκονομίαν, χάριν τοῦ ἀγνοοῦντος, ἀμφιβάλλοντος καὶ μὴ δυναμένου νὰ ξεχωρίσει τὰ πράγματα λαοῦ, ὁ ὁποῖος καθοδηγεῖται ἀκόμα ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα ψευδεπίσκοπον, ἀπὸ τοὺς ὀπαδούς του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὅσους ἀπὸ φόβο ἢ δειλία τὸν ὑπακούουν ἢ τὸν ἀνέχονται!
[Προσωπική μου ἄποψη εἶναι, ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ ὁ Κανόνας δὲν ὁρίζει ποινὲς κατὰ τῶν μὴ ἀποτειχιζομένων, εἶναι καὶ αὐτός: Πῶς δηλαδή, ἕνας ἐξαρτώμενος πιστὸς ἀπὸ τὸν πνευματικό του, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ ὑπακοὴ στὸν Δεσπότη καὶ δὲν ἔχει ξεκαθαρίσει ἀκόμα τὸ «δέον γενέσθαι», πῶς αὐτὸς θὰ τιμωρηθεῖ;].
Ἐφ’ ὅσον, λοιπόν, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση θεωρεῖ «ψευδεπίσκοπον καὶ ψευδοδιδάσκαλον» τὸν συγκεκριμένον Ἐπίσκοπον, κατὰ ποίαν λογικὴν οἱ πιστοί ποὺ τὸ γνωρίζουν αὐτό, μποροῦν νὰ δέχονται τροφὴ πνευματική, εὐλογίες καὶ μάλιστα τὴν Θ. Εὐχαριστία ἀπὸ τὰ χέρια ἑνὸς τέτοιου ψευδοδιδασκάλου; Πῶς εἶναι δυνατόν, νὰ μὴ θεωροῦν ἄμεση προτεραιότητα τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ αὐτόν; Πῶς εἶναι δυνατόν, ἀνώνυμε συνήγορε τῆς Ἀδελφότητος τοῦ «Σωτῆρα», οἱ τῆς Ἀδελφότητος θεολόγοι καὶ Ἀρχιμανδρῖτες –οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν ἄριστα τὶς κακοδοξίες τῶν Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων– νὰ ἔχουν προϊσταμένους «ψευδεπισκόπους καὶ ψευδοδιδασκάλους»; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνήκουν ὀργανικὰ σ’ αὐτούς, νὰ τοὺς ὑπακούουν, νὰ διεκπεραιώνουν ἐντολές τους, νὰ συγκοινωνοῦν καὶ νὰ συλλειτουργοῦν μὲ Οἰκουμενιστὲς ἡγέτες τῆς Παναιρέσεως, ὡς ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ὁ Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας, ὁ Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος, ὁ Σύρου Δωρόθεος, ὁ Δημητριάδος Ἰγνάτιος, ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστομος Σαββᾶτος; (Στοὺς δύο τελευταίους ὑπάγονται ἐκκλησιαστικὰ δύο ἀρχιμανδρῖτες τοῦ "Σωτῆρος").
Βλέπω, ἀνώνυμε, πὼς στὸ σχόλιό σας ἑστιάζετε τὸν ἀντίλογό σας στὸ ὑποχρεωτικὸ ἢ μὴ τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος, (μόνο καὶ μόνο «ἵνα μὴ ἀποσυνάγωγος γένῃ». Εἶναι σαφὲς ὅτι δὲν θέλετε νὰ ἀποτειχιστεῖτε ἐπίσημα. Ἂς δεχθοῦμε ὅτι ἐδῶ ὑπάρχει ἕνα θέμα ποὺ θέλει συζήτηση. Σᾶς ἐρωτῶ λοιπόν (καὶ μαζὶ μὲ σᾶς καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ πατέρες τῆς Ἀδελφότητος "Ὁ Σωτήρ"): Δὲν εἶναι αὐτονόητο, γιὰ ἀγωνιστὲς σὰν καὶ σᾶς καὶ τὰ μέλη τοῦ "Σωτῆρος", ποὺ θεωρεῖτε τὸν Οἰκουμενισμὸ ὡς αἵρεση, νὰ κατονομάσετε τουλάχιστον τοὺς αἱρετικούς; (Ἀλλιῶς πρὸς τί ἡ συζήτηση). Καὶ βέβαια, τουλάχιστον θεωρητικὰ ὁ «Σωτήρ», καὶ θεωρεῖ ὡς παναίρεση τὸν Οἰκουμενισμό, καὶ ἔχει ἀγωνιστεῖ θεωρητικὰ ἐναντίον του.
Στὴν περίπτωση, λοιπόν, ποὺ πράγματι θεωρεῖτε ὡς ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ τὸν Οἰκουμενισμό, θὰ πρέπει νὰ μᾶς πεῖτε:
1) Ποιὲς εἶναι οἱ αἱρέσεις ποὺ διδάσκει. (Αὐτὸ τὸ πρῶτο εἶναι εὔκολο).
2) Ἐπειδὴ οἱ αἱρέσεις δὲν φτιάχτηκαν μόνες τους, ἀλλὰ κατασκευάστηκαν (τῇ ἐμπνεύσει τοῦ διαβόλου) ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ τὶς δίδαξαν καὶ τὶς διδάσκουν, ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἐκφοβίζουν καὶ διώκουν ὅσους τὶς πολεμοῦν, εἶναι ΑΝΑΓΚΗ -κι ἐσεῖς κι ὁ "Σωτήρ" καὶ οἱ Ἐπίσκοποι- νὰ μᾶς κατονομάσετε ποιοί εἶναι ἐκεῖνοι (οἱ Ἐπίσκοποι κυρίως) ποὺ τὶς διδάσκουν καὶ τὶς προωθοῦν. Ποιοί Πατριάρχες, Μητροπολίτες, κληρικοί, μοναχοὶ καὶ θεολόγοι διδάσκουν αἱρετικὰ τὸν λαό, γιὰ νὰ γνωρίζουν οἱ πιστοὶ καὶ νὰ τοὺς ἀποφεύγουν. (Τώρα, βέβαια, ἐδῶ γεννιέται ἕνα πρόβλημα: πῶς θὰ διδάσκετε τὸν λαὸ νὰ τοὺς ἀποφεύγει, ὅταν δὲν τοὺς ἀποφεύγετε ἐσεῖς;).
Βέβαια, ὑπάρχει περίπτωση τὸ περιοδικὸ τοῦ «Σωτῆρος» νὰ ἐπιμείνει στὸν ἀντιφατικὸ καὶ στρουθοκαμηλιστικὸ ἰσχυρισμό του, ποὺ προέβαλε στὸ τεῦχος 2065 (15/4/2013), ὅταν, ἀφοῦ ἤλεγχε καὶ κατηγοροῦσε τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ἐπειδὴ παρέστη στὴν ἐνθρόνιση τοῦ Πάπα, ταυτόχρονα ἔγραψε τὸ ἀμίμητο: «Δὲν ἐλέγχουμε (τὸν Πατριάρχη). Ποιοί εἴμαστε ἄλλωστε; Μόνο πονοῦμε»! Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, θὰ ἀναγκαστοῦμε νὰ ἀναφέρουμε πλεῖστες ὅσες δημοσιεύσεις ἀπὸ τὶς «Ἀπόψεις καὶ Κρίσεις» τοῦ «Σωτῆρος», μὲ τὶς ὁποῖες κρίνει καὶ ἐλέγχει συγκεκριμένα πρόσωπα ποὺ αἱρετίζουν ἢ ἀσεβοῦν περὶ τὴν ἠθικὴ καὶ τὴν πίστη. Ἴσως γιατὶ αὐτοὶ δὲν ἔχουν τὴν δύναμη νὰ «κλείσουν» τὴν Ἀδελφότητα.
 4) Ἂν δὲν τολμήσετε νὰ πεῖτε ἔστω αὐτό, τότε τί συζητᾶμε γιὰ ὑποχρεωτικὸ ἢ δυνητικό τοῦ Ἱ. Κανόνος; Διότι, γιὰ νὰ ἀπομακρυνθεῖ κάποιος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του, πρέπει ὁ Ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀποτειχίζεται, νὰ ἔχει διαπιστώσει ὅτι εἶναι πράγματι ψευδεπίσκοπος, αἱρετικός.
 Λοιπόν, θὰ τολμήσει ὁ «ΣΩΤΗΡ» σας, ὅπως ἔχει κατὰ καιροὺς ἐλέγξει ἄλλες καὶ ἄλλες περιπτώσεις, κι ἔχει κατονομάσει ἄλλους καὶ ἄλλους αἱρετικοὺς (φυσικὰ χωρὶς κάποια Οἰκουμ. Σύνοδος νὰ τοὺς ἔχει καταδικάσει) νὰ ὀνομάσει αἱρετικὸ τὸν Πατρ. Βαρθολομαῖο, καθόσον ἐπιμένει στὴν αἵρεση τῆς Βαπτισματικῆς θεολογίας, καθόσον θεωρεῖ Ἐκκλησία τὸν Παπισμὸ καὶ τοὺς Προτεστάντες, παρὰ τὴν ρητὴ ὁμολογία στὸ «Πιστεύω» περὶ «Μίας» Ἐκκλησίας καὶ ἑνὸς βαπτίσματος; Ἔτσι, θὰ προφυλάξει τοὺς πιστούς, καὶ θὰ ἀγωνιστεῖ ἔμπρακτα, ὥστε κάποιοι Μητροπολίτες ποὺ φανερὰ ἐπηρεάζονται ἀπ’ αὐτόν, νὰ μὴ δέχονται τὸν Πατριάρχη μετὰ βαΐων καὶ κλάδων. Θὰ τολμήσει νὰ κατονομάσει ὡς αἱρετικὸ τὸν Μεσσηνίας Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος δίδαξε περὶ «διηρημένης» Ἐκκλησίας, ἀρνούμενος νὰ ἀποσύρει τὴν διδασκαλία του ποὺ κατεδαφίζει τὸ 9ο καὶ 10ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως; Θὰ θελήσει νὰ ἀποσύρει ἀπὸ αὐτὸν καὶ ἀπὸ ὅσους ἄλλους αἱρετίζοντες Μητροπολίτες, τοὺς θεολόγους της καὶ τοὺς Ἀρχιμανδρῖτες της;
Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἀναφορά μας στὸν «Σωτῆρα», γίνεται μὲ ἀφορμὴ τὸ σχόλιο τοῦ «ἀνώνυμου», θὰ τολμήσουν γενικότερα οἱ ἀντι-οικουμενιστὲς πατέρες νὰ κατονομάσουν τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές; Θὰ ἀποδεχθοῦν τὴν θέση τοῦ π. Θεόδωρου Ζήση, ὅτι ἡ ἀπόκρυψη τῶν ὀνομάτων τῶν αἱρετικῶν συνιστᾶ τὴν αἵρεση τοῦ «ὀνοματοκρυπτισμοῦ», ἀφοῦ μὲ τὴν ἀπόκρυψη τῶν ὀνομάτων, ἀφήνονται ἐλεύθεροι οἱ αἱρετικοὶ νὰ ἐπεκτείνουν τὴν αἵρεσή τους;
Διαβάσαμε πρὸ ὀλίγων μόλις ὡρῶν κείμενο στὸ ἱστολόγιο «Ἀμέθυστος», ποὺ παρακολουθεῖ ἀνύσταχτα τὰ κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας τεκταινόμενα ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές ψευδεπισκόπους:
Αὐτὸ τὸ Πάσχα, γράφει, «ἴσως νὰ εἶναι καὶ τὸ τελευταῖο Ὀρθόδοξο, ἐνόψει τῆς νίκης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ποὺ θεωρεῖται βέβαιη πλέον, καθότι δὲν ἔχει ἀντίπαλο. Οὔτε ἄμεσο, οὔτε ἔμμεσο. Ἔμμεσο διότι σήμερα διαγράφεται τὸ ἐκπληκτικὸ φαινόμενο, μπρὸς στὰ μάτια μας, νὰ διψοῦν οἱ Χριστιανοὶ νὰ ἀκούσουν τὶς ποιμαντορικὲς ἐγκυκλίους ποὺ ἐκδίδουν οἱ Ἐπίσκοποι ἐν ὄψει τοῦ Πάσχα, ἐνῶ γνωρίζουν ὅτι δὲν εἶναι πλέον μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ».
Δὲν γνωρίζω ἂν ἀποδειχθεῖ προφητικό τὸ κείμενό του αὐτό. Ἕνα εἶναι βέβαιο. Ὅτι ἡ εὐθύνη μας εἶναι τεράστια, ὅταν παραμένουμε στὴν αἵρεση, ὅταν κοινωνοῦμε μὲ τοὺς «ἀκοινώνητους» αἱρετικούς, ὅταν θὰ προσέλθουμε στὴν Ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία μὴ ὁμονοοῦντες μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ποὺ απὸ συμφώνου διδάσκουν:
«Ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος ἔσται».
Ἂς μᾶς ξεκαθαρίσουν οἱ πνευματικοὶ ἡγέτες:
Ἀποδέχονται τὸ τοῦ Μ. Ἀθανασίου; «Ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτους ἀπὸ τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν... Εἰ δέ τις προσποιεῖται μὲν ὁμολογεῖν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις, τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· ἐὰν δὲ φιλονείκως ἐπιμένῃ, τὸν τοιοῦτον παραιτεῖσθε. Οὕτω γὰρ διατελοῦντες καθαρὰν τὴν πίστιν διατηρήσετε» (P.G. 26,1188Β). Συμφωνεῖτε ἢ ἀποστρέφεσθε τὸ φρόνημα τοῦ πατρ. Βαρθολομαίου καὶ τῶν ὁμοίων του; Ναί ἢ οὔ; Τὸν προτρέψατε κι ἐσεῖς καὶ ἄλλοι πολλοὶ νὰ σταματήσει τὸν οἰκουμενιστικὸ κατήφορο. Αὐτὸς συνεχίζει ἀπτόητος. Γιατί δὲν ἀπομακρύνεσθε απ' αὐτόν;
Ἀποδέχονται οἱ πνευματικοὶ τὸ τοῦ Μ. Βασιλείου; «Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν (οὔτε κἂν μιὰ ὥρα) αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰ σκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν Πίστιν εὕρομεν» (P.G. 32,992-994). Καὶ τὸν ἄλλον λόγον του; «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν»; (Εἰς ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία, CFDS, Ser. A. τόμ. Χ, fasc. II, σελ. 133 (24-28).
Ἀποδέχονται τὴν ἐπιστολήν τῶν Ἁγιορειτῶν ποὺ λέγει: «Καί ἐν ἑνί τοῦ ὀρθοῦ ἔκπτωσις καί ἀνατροπή; ὁ γάρ αἱρετικόν δεχόμενος, τοῖς αὐτοῦ ὑπόκειται ἐγκλήμασι· καί ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, ἀκοινώνητός ἐστιν, ὡς συγχέων τόν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» (Ἐπιστολή ἁγιορειτῶν πρός τόν Βασιλέα Μιχαήλ τόν Παλαιολόγον, Δοκίμιον Ἱστορικόν Μοναχοῦ Καλλίστου Βλαστοῦ, ἐκδ. 1896, σελ. 97-107).
Ἀποδέχονται τὸ τοῦ ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου: «Ὅσοι κοινωνοῦν μαζὶ μὲ τοὺς Αἱρετικούς, αὐτοὶ ὡς ἀληθῶς ἀποσχίζονται τῆς Ἐκκλησίας»; (P.G. 99, 1065CD).
Ἀποδέχονται τὸ τοῦ ἁγ. Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος πρὸ τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐνίσχυε τοὺς ἔχοντας διακόψει τὸ μνημόσυνο τοῦ μὴ καταδικασμένου ἀκόμα Πατριάρχη Νεστορίου, τὸν ὁποῖον ὀνόμαζε «λύκο», καὶ προέτρεπε τὸ Ὀρθόδοξο Ποίμνιο τῆς Κωνσταντινουπόλεως: «Ἀσπίλους καὶ ἀμώμους ἑαυτοὺς τηρήσατε, μήτε κοινωνοῦντες τῷ μνημονευθέντι (Νεστορίῳ), μήτε μὴν ὡς διδασκάλῳ προσέχοντες, εἰ μένει λύκος ἀντὶ ποιμένος»; (P.G. 77,1258). Μήπως ὁ διάδοχός τοῦ Νεστορίου, ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος, δὲν εἶναι ἐξίσου «λύκος»; Λάβετε ὑπ’ ὄψιν μάλιστα, ὅτι ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου δὲν εἶχε ἀκόμα καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο, ἦταν ἀκατάγνωστη» συνοδικά, ἐνῶ πολλὲς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις ποὺ περικλείει στὴν «μάνδρα» του ὁ Οἰκουμενισμός, εἶναι «κατεγνωσμένες»!
Ἀποδέχονται τὸ τοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου: «Ὁ τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος· καὶ εἴ τις ἀκοινωνήτῳ, κἂν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, καὶ οὗτος ἀφοριζέσθω”» (Τὰ Εὑρεθέντα, τόμος Β΄, σελ. 28).

Εἶναι, λοιπόν, γιὰ σᾶς, Σεβασμιώτατοι, πατέρες καὶ ἀδελφοί, «λύκος» ὁ Βαρθολομαῖος, οἱ συνοδοιπόροι του καὶ ὅλη ἡ ἄλλη οἰκουμενιστικὴ κομπανία;
Ἂν ὄχι, πῶς ὀνομάζετε παναίρεση τὸν Οἰκουμενισμό; Ποιοί εἶναι οἱ Οἰκουμενιστές;
Ἂν ναί, πῶς θὰ κάνετε Ἀνάσταση παρέα μὲ τοὺς αἱρετικούς; Ὁμονοοῦντες μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἔχουμε «ὁμόνοια», ἑνότητα μὲ τοὺς Ἁγίους;
Παρά ταῦτα ἡ εὐχὴ γιὰ ὀρθόδοξο Πάσχα εἶναι ἐπίκαιρη. Εὐχή, νὰ εἶναι τὸ τελευταῖο Πάσχα ποὺ «συνεορτάζουν οἱ ὀρθόδοξοι μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἵνα ὁμόνοια γένηται εἰς τὰ τῆς πίστεως.
                                  Καλὴ  Ἀνάσταση
Σημάτης Παναγιώτης