Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

"Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ είναι ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ" (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς) και η "εσχάτη αίρεση της ιστορίας" (π. Αθανάσιος Μυτιληναίος)




Οἰκουμενισμὸς μέσα στὸν ὁποῖο πλέουμε (φροντίδι Πατριαρχῶν, Ἐπισκόπων καὶ τῶν ἄλλων ποιμένων), ἐκτὸς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις ποὺ ἀποδέχεται καὶ διδάσκει, μᾶς ὁδηγεῖ σὲ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούςσὺν πᾶσι τοῖς αἱρετικοῖς καὶ τοῖς ἀλλοθρήσκοις»), γεγονὸς ποὺ ἀντίκειται στὴν διδασκαλία τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Εἶναι γνωστόν, ὅτι ἅπασα ἡ Ἁγία Γραφὴ διδάσκει ὅτι ἡ ἐπικοινωνία αὐτὴ θέτει σὲ ἄμεσο κίνδυνο τὴν σωτηρία τῶν πιστῶν· ἅπαντες οἱ Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ αἵρεση καὶ ἡ εἰδωλολατρία μολύνει ἐκείνους ποὺ συναναστρέφονται καὶ ἀνέχονται τοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀντὶ νὰ ἀνθίστανται σὲ κάθε ἕνα ποὺ ἀντιτίθεται καὶ ἐπιχειρεῖ νὰ νοθεύσει τὴν Εὐαγγελικὴ ἀλήθεια.

Καὶ ἡ ἀντίσταση αὐτὴ μπορεῖ νὰ γίνεται μὲ τὸν ἔλεγχο–ἀνατροπὴ τῆς αἱρέσεως (ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶναι κατηρτισμένοι) καὶ μὲ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς κηρύττοντας ἢ διευκολύνοντας τὴν ἐπικράτηση τῆς αἱρέσεως ἀπὸ ὅλους ἐμᾶς τοὺς ὑπόλοιπους.

Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἤλεγξε τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Οἰκουμενισμό, ἐξήγησε ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν καὶ ἐπεσήμανε ὅτι καταργοῦν τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Παραθέτουμε μερικὰ μικρὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ βιβλίο του.
                                                            Π.Σ.

« τραγωδία τῆς Δυτικῆς Χριστιανοσύνης ἔγκειται ἀκριβῶς εἰς τὸ ὅτι προσεπάθησεν, εἴτε διορθώνουσα τὸ πρόσωπον τοῦ Θεανθρώπου εἴτε ἀρνουμένη αὐτό, νὰ εἰσαγάγῃ ἐκ νέου τὸν δαιμονισμένον οὑμανισμόν, τὸν χαρακτηρίζοντα τὴν πεπτωκυίαν ἀνθρωπίνην φύσιν.

Καὶ ποῦ; Εἰς αὐτὴν τὴν καρδίαν τοῦ θεανθρωπίνου ὀργανισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μάλιστα τὴν στιγμήν, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ νόημα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι  ἀπελευθέρωσις ἐκ τοῦ τοιούτου οὑμανισμοῦ. Εἶναι φυσικὸν ὁ οὑμανισμὸς αὐτὸς ἐν συνεχείᾳ νὰ εἰσδύσῃ διὰ τῆς Ἐκκλησίας εἰς ὅλας τὰς περιοχὰς τῆς ζωῆς, τοῦ προσώπου καὶ τῆς κοινωνίας καὶ νὰ ἀνακηρύττεται εἰς ὕψιστον δόγμα, ἢ μᾶλλον παν-δόγμα. Οὕτως ἡ δαιμονισμένη ἀνθρωπίνη ὑψηλοφροσύνη, κρυμμένη ὑπὸ τὸν μανδύαν τῆς Ἐκκλησίας, γίνεται δόγμα πίστεως, μεταβαλλομένου εἰς δόγμα ζωῆς, ἄνευ τοῦ ὁποίου δὲν ὑπάρχει σωτηρία.

Εἰς τὴν Δύσιν ἡ ψευδοχριστιανικὴ πίστις εἰς τὸν ἄνθρωπον δὲν προσκαλεῖ εἰς μετάνοιαν»

Ὅλοι οἱ εὐρωπαϊκοὶ οὑμανισμοί..., οἱ προτεσταντισμοί... ἐπιδιώκουν ἕνα πρᾶγμα: νὰ ἀντικαταστήσουν τὴν πίστιν εἰς τὸν Θεάνθρωπον μὲ τὴν πίστιν εἰς τὸν ἄνθρωπον, νὰ ἀντικαταστήσουν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Θεανθρώπου μὲ τὸ Εὐαγγέλιον κατ’ ἄνθρωπον, τὴν φιλοσοφίαν κατὰ Θεάνθρωπον μὲ τὴν φιλοσοφίαν κατ’ ἄνθρωπον...

Καὶ ταῦτα συνέβαιναν ἐπὶ αἰῶνας ἕως ὅτου τὸν παρελθόντα αἰῶνα, τὸ 1870, εἰς τὴν Α΄ Σύνοδον τοῦ Βατικανοῦ, ὅλα αὐτὰ συνεκεφαλαιώθησαν εἰς τὸ δόγμα τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα.

Εἰς τὸ οὑμανιστικὸν βασίλειον τὴν θέσιν τοῦ Θεανθρώπου τὴν κατέχει ὁ vicarius Christi (σ.σ. ὁ Πάπας), ὁ δὲ Θεάνθρωπος ἔχει ἐξορισθεῖ εἰς τὸν οὐρανόν. Τοῦτο ἀποτελεῖ ἀσφαλῶς ἰδιόμορφον ἀποσάρκωσιν τοῦ Θεανθρώπου

Διὰ τοῦ δόγματος περὶ τοῦ ἀλαθήτου, ...ὁ πάπας αὐτοανακηρύχθη εἰς τὴν πραγματικότητα Ἐκκλησία ἐν τῇ Παπικῇ Ἐκκλησίᾳ, καὶ ἔγινεν ἐν αὐτῇ τὰ πάντα ἐν πᾶσι. Ἰδιόμορφος παντοκράτωρ.

Διὰ τοῦ δόγματος αὐτοῦ ...εἰς τὴν γῆν δὲν ὑπάρχει θέσις διὰ τὸν Θεάνθρωπον. Ὁ τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ -vicarius Christi,- τὸν ἀντικαθιστᾶ πλήρως... Ἐντεῦθεν καὶ δὲν ὑπάρχει ἕνας vicarius Christi, ἀλλὰ ἀναρίθμητοι, μόνον μὲ διαφορετικὰς στολάς.

Ἐκ τοῦ Θεανθρώπου ...γεννᾶται καὶ ἀναπτύσσεται ἡ θεανθρωπότης. Εἰς τὴν κοινωνίαν αὐτὴν τοῦ Θεανθρώπου οἱ ἄνθρωποι ζοῦν καὶ συμπεριφέρονται ὡς ἀθάνατα ὄντα... Ἡ κοινωνία δὲ αὐτὴ ...οὐδὲν ἄλλο εἶναι παρὰ τὸ θεναθρώπινον σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁγία Ἐκκλησία Του... Εἰς αὐτὴν τὴν θεανθρωπίνην κοινωνίαν, ὅλα συνοψίζονται εἰς τὸ ζωηφόρον Πρόσωπον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία ὡς ἡ μόνη ἀληθινὴ κοινωνία εἶναι πρωτίστως θεανθρώπινος ὀργανισμὸς καὶ ἔπειτα θεανθρωπίνη ὀργάνωσις...

Ὁ ἄνθρωπος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ζῶν εἰς τὸν θεανθρώπινον ὀργανισμὸν τῆς Ἐκκλησίας, ζῇ πάντοτε ἐν κοινωνίᾳ “σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις” (Ἑβρ. 3, 18), οἱ ὁποῖοι βοηθοῦν αὐτὸν μυστικῷ τῷ τρόπῳ εἰς τὴν πραγμάτωσιν τῶν Εὐαγγελικῶν ἐντολῶν».
(Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός, σελ. 171-3, 181-3, 209, 211-12, 219, 221).