Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης – 3 Οκτωβρίου

  ΔΙΚΑΣΤΗΣ  ΑΓΙΟΣ

ΤΟΥ ΜΗΤΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ 

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ· ΑΓΙΟΙ «ΑΠ' ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ»

 ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑΣτίς 3 Ὀκτωβρίου ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία γιορτάζει τή μνήμη τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Γι΄ αὐτόν τόν ἅγιο θα μιλήσουμε ἐδῶ. Οἱ βίοι τῶν ἁγίων, σ΄ ὁποιαδήποτε ἐποχή κι ἄν ἔζησαν, εἶνε τό Εὐαγγέλιο στήν πρᾶξι. Ὅ,τι δίδαξε ὁ Χριστός καί ὁ κόσμος τό θεωρεῖ ἀνεφάρμοστο, οἱ ἅγιοι ἀποδεικνύουν ὅτι μπορεῖ νά ἐφαρμοστῆ. Ἕνας καί μόνο ἅγιος φτάνει ν΄ ἀποδείξη, πώς ἡ θρησκεία μας δέν εἶνε μιά οὐτοπία, δέν εἶνε κάτι τό ἀπραγματοποίητο, ἀλλά μπορεῖ νά ἐφαρμοστῆ. Καί δέν εἶνε μόνο ἕνας ἅγιος. Χιλιάδες, ἑκατομμύρια εἶνε οἱ ἅγιοι, πού ἄκουσαν καί ἐφάρμοσαν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί στήν ἐποχή μας, ἄν θέλουμε, μποροῦμε νά τόν ἐφαρμόσουμε.

***
Μιά ἐκλεκτή ψυχή ὑπῆρξε στήν ἐποχή του ὁ ἅγιος Διονύσιος. Γεννήθηκε στίς ἀρχές τοῦ πρώτου αἰῶνα μετά Χριστόν. Γεννήθηκε στήν πόλι τῶν Ἀθηνῶν, πού εἶχε ἀναδείξει τούς πιό πολλούς φιλοσόφους, ποιητάς καί τεχνῖτες. Στήν πόλι αὐτή συνέρρεαν ἀπ΄ ὅλη τήν τότε οἰκουμένη νέοι γιά νά σπουδάσουν. Ὁ Διονύσιος, παιδί ἀρχοντικῆς οἱκογενείας, διακρινόταν ἀνάμεσα στούς συνομηλίκους του γιά τήν εὐφυΐα του στά γράμματα. Σπούδασε ὅλες τίς ἐπιστῆμες, ἀλλά δέν ἀρκέστηκε μόνο στή γνῶσι καί ἐπιστήμη πού μποροῦσε νά τοῦ δώση ἡ Ἀθήνα. Μαζί μέ ἄλλους συμπατριῶτες του ταξίδεψε στήν Αἴγυπτο. Ἐπισκέφθηκε τήν Ἡλιούπολι, μιά πόλι τῆς Αἰγύπτου, πού ἦταν περίφημη γιά τή σοφία τῶν ἱερέων της.
Ὅταν βρισκόταν στήν Αἴγυπτο, συνέβη κάποιο γεγονός. Ὁ ἥλιος μιά μέρα στή μέση του μεσημεριοῦ σκοτείνιασε.
Ἦταν ἡ ἡμέρα, κατά τήν ὁποία οἱ Ἰουδαῖοι σταύρωσαν τό Χριστό στό Γολγοθᾶ. Ἦταν Μεγάλη Παρασκευή. Κανένας ἀπό κείνους πού κατοικοῦσαν στήν Αἴγυπτο δέν ἤξερε ὅτι σταυρώθηκε ὁ Χριστός. Βλέποντας ὁ Διονύσιος τήν ὁλική ἐκείνη ἔκλειψι τοῦ ἡλίου, πού δέν ἦταν δυνατόν νά ἐξηγηθῆ μέ τούς φυσικούς νόμους, ἐξεπλάγη καί εἶπε: «Ἤ Θεός τίς πάσχει ἤ τό πᾶν ἀπόλλυται». Σημείωσε δέ τήν ὥρα πού ἔγινε τό γεγονός, καί ἀπό τότε ἐρευνοῦσε νά μάθη τήν αἰτία τοῦ φαινομένου ἐκείνου.
Μετά τήν ἐπιστροφή του στήν Ἀθήνα ὁ Διονύσιος γιά τήν
ἐξαιρετική του μόρφωσι καί ἀρετή ἐξελέγη Ἀρεοπαγίτης, δηλαδή δικαστής, μέλος τοῦ ἀνωτέρου δικαστηρίου πού συνεδρίαζε καί δίκαζε μεγάλα ἐγκλήματα πού συνετάραζαν τό λαό. Ὁ ἅγιος Διονύσιος σάν δικαστῆς διακρίθηκε. Δίκαζε χωρίς νά λαμβάνη ὑπ΄ ὄψιν του πρόσωπα, ἄν ὁ ἕνας ἦταν πλούσιος κι ὁ ἄλλος φτωχός, ἰσχυρός ἤ ἀδύνατος. Ἔκρινε μέ δικαιοσύνη. Ὅποιος εἶχε δίκιο τό εὕρισκε.
Ἡ Ἀθήνα τήν ἐποχή τοῦ Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου δέν εἶχε πλέον τήν παλιά της δόξα, τή δόξα πού εἶχε ὅταν κυβερνοῦσε τήν πόλι ὁ Περικλῆς καί ζοῦσαν οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι. Τό μεγαλεῖο της εἶχε πέσει. Ἦταν βέβαια καί πάλι γεμάτη ἀπό φιλοσόφους καί ρήτορες, ἀλλ΄ αὐτοί δέν πρόσφεραν καμμιά ὠφέλεια στόν τόπο τους. Ντυμένοι μέ κάτι φανταχτερά ροῦχα, πού τους διέκριναν ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους, μέ γενειάδα καί μέ ράβδο, περπατοῦσαν ἐπιδεικτικά καί ἄνοιγαν συζητήσεις πάνω σέ διάφορα θέματα, χωρίς οἱ συζητήσεις τους νά ἔχουν τελειωμό. Ἡ φιλοσοφία τους εἶχε καταντήσει μιά φλυαρία. Οἱ περισσότεροι δέ ἀπό αὐτούς τούς φιλοσόφους ἀνῆκαν σέ μιά σχολή φιλοσόφων, πού δέν πίστευαν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, ἀλλά μόνο στίς ὑλικές ἀπολαύσεις, καί εἶχαν σάν δόγμα τους τό «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Ἦταν οἱ ἐπικούρειοι, οἱ ὑλισταί καί εὐδαιμονισταί τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Σκοτάδι ἦταν ἡ φιλοσοφία, ἀνίκανη νά διαφωτίση τό λαό, πού εἶχε καταντήσει σέ μεγάλη διαφθορά. Οἱ ἄνθρωποι λάτρευαν τά εἴδωλα. Καί τά εἴδωλα πού εἶχε ἡ Ἀθήνα ἦταν περισσότερα ἀπό τούς ἀνθρώπους. Εἴδωλα φτειαγμένα ἄλλα ἀπό ξύλο, ἄλλα ἀπό χαλκό, ἄλλα ἀπό ἀσήμι καί ἄλλα ἀπό χρυσάφι. Ἀπ΄ ὅλα δέ τά ἀγάλματα ἐκεῖνο τό ἄγαλμα πού ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωσι ἦταν τό ἄγαλμα τῆς Ἀθηνᾶς, πού ἦταν τοποθετημένο στά προπύλαια τοῦ Παρθενώνα, πελώριο ἄγαλμα, πού ἔλαμπε ἀπό τίς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου καί φαινόταν ἀπό μακριά.
***
Στήν Ἀθήνα τό 50 μετά Χριστόν δέν ὑπῆρχε οὔτε ἕνας χριστιανός. Ὅλοι ἦταν εἰδωλολάτρες. Καί ὅμως μέσα σ” αὐτήν τήν πόλι, πού τή θεωροῦσαν τό κέντρο τῆς εἰδωλολατρίας, παρουσιάστηκαν oἱ πρῶτοι χριστιανοί. Δέν ἦταν περισσότεροι ἀπό δέκα. Πρῶτος ἦταν ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης. Δεύτερη ἦταν μιά γυναίκα, ἡ Δάμαρις, καί μερικοί ἄλλοι. Ἀλλά πῶς παρουσιάστηκαν οἱ λίγοι αὐτοί χριστιανοί;
Γιά νά μιλήσουμε παραβολικά, οἱ χριστιανοί αὐτοί ἦταν τά ψάρια, πού ἔπιασε στά δίχτυα τῆς διδασκαλίας του ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅπως διηγοῦνται οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ὁ Παῦλος ἔφτασε στήν Ἀθήνα στή δεύτερη περιοδεία του. Μόνος περπατοῦσε στούς δρόμους τῆς Ἀθήνας, ἔβλεπε τά εἴδωλα καί ἡ ψυχή του ἀγανακτοῦσε. Ἡ παρουσία τοῦ Παύλου στήν Ἀθήνα προκάλεσε τήν περιέργεια τῶν φιλοσόφων καί τῶν ρητόρων τῆς πόλεως, πού ἀρέσκονταν ν΄ ἀκοῦνε πάντοτε κάτι τό νέο, χωρίς ποτέ ἡ ψυχή τους νά ἱκανοποιῆται. Φλύαρο καί περίεργο τό γένος αὐτό. Ἐπειδή γύρω ἀπό τόν Παῦλο εἶχε δημιουργηθῆ ζήτημα, πού ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά λυθῆ δημόσια, γι΄ αὐτό οἱ Ἀθηναῖοι προσκάλεσαν τόν Παῦλο στόν Ἄρειο Πάγο, τό ἀνώτερο δικαστήριό τους, καί ἐκεῖ, μπροστά σέ ὅλους, νά μιλήση καί ν’ ἀναπτύξη τή διδασκαλία του. Ὁ Παῦλος δέχτηκε τήν πρόσκλησι, ἀνέβηκε στόν Ἄρειο Πάγο καί ἐκεῖ μίλησε.
Μίλησε μέ τέχνη, σάν ἔμπειρος ψαράς, πού ρίχνει τό ἀγκίστρι μέ τό κατάλληλο δόλωμα. Ἡ ἀρχή τοῦ λόγου του ἦταν ἕνα ἐγκώμιο. “Ἐπαίνεσε τήν εὐσέβεια τῶν Ἀθηναίων. Καί ὕστερα πῆρε ἀφορμή ἀπό ἕνα ἄγαλμα τοῦ Ἀγνώστου Θεοῦ καί τούς μίλησε γιά τόν ἀληθινό Θεό, πού παρ’ ὅλη τή σοφία τους τόν ἀγνοοῦσαν. – Αὐτόν τόν Ἄγνωστο Θεό, λέει, ἦρθα, ὦ Ἀθηναῖοι, νά σᾶς κηρύξω. Σᾶς καλῶ νά πιστέψετε σ’ αὐτόν καί νά μετανοήσετε. Γιατί θά ἔρθη μέρα, πού θ’ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί καί ὅλοι θά κριθοῦν σύμφωνα μέ τα ἔργα τους…
Ἀλλ’ οἱ Ἀθηναῖοι, πού εἶχαν ἐπηρεασθῆ ἀπό τά κηρύγματα τῶν ἐπικούρειων φιλοσόφων καί δέν πίστευαν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, μόλις ἄκουσαν τόν Παῦλο νά μιλάη γιά τήν ἀνάστασι τῶν νεκρῶν, ἄρχισαν νά τόν κοροϊδεύουν καί νά φεύγουν, λέγοντας περιφρονητικά, ὅτι καί πάλι θά τόν ἄκουγαν…
Μέσα στό πλῆθος ἐκεῖνο τῶν εἰδωλολατρῶν βρέθηκαν καί λίγες ψυχές πού ἡ ὁμιλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου τούς ἔκανε μεγάλη ἐντύπωσι. Πρῶτος ἀπ’ αὐτούς ἦταν ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης.
Ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης πίστεψε στό Χριστό, βαπτίσθηκε καί ἔγινε τό πιό σημαντικό μέλος τῆς μικρῆς χριστιανικῆς κοινότητος στήν Ἀθήνα. Ἀναδείχθηκε ὁ δικαστῆς αὐτός διαπρύσιος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου. Ὄχι μόνο στήν Ἀθήνα ἀλλά καί σ’ ἄλλα μέρη ἀξιώθηκε νά κηρύξη τό Εὐαγγέλιο, καί τέλος σάν ἐπίσκοπος μαρτύρησε γιά τό Χριστό. Ἄφησε δέ συγγράμματα γεμάτα σοφία. Σ’ αὐτά προτρέπει τούς χριστιανούς ν’ ἀγαπήσουν τό Χριστό παραπάνω ἀπ’ ὅλους καί ἀπ’ ὅλα. Νά τόν ἀγαπήσουν μέ θεϊκό ἔρωτα.
***
Εἴθε ὅλοι μας ν’ ἀγαπήσουμε τό Χριστό μέ θεϊκό ἔρωτα, ὅπως τόν ἀγάπησε ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης. Εἴθε οἱ δικασταί, πού δικάζουν κάτω ἀπ’ τήν εἰκόνα του Ἐσταυρωμένου, νά μιμηθοῦν τόν ἅγιο Διονύσιο, πού σάν δικαστής ὑπῆρξε πρότυπο δικαστοῦ, καί ὅταν ἦρθε ἡ ὑπόθεσις τοῦ Χριστοῦ μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο μπροστά στόν Ἄρειο Πάγο, ἔκρινε δίκαια, καί ὄχι ὅπως ἔκριναν οἱ Ἑβραῖοι δικασταί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.