Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

«Ου παύση διαστρέφων τας οδούς Κυρίου τας ευθείας»; Γ΄ Μέρος



Γ΄ Μέρος



ΑΣΥΝΑΡΤΗΤΟΣ  ΙΔΕΟΛΗΠΤΙΚΟΣ  ΛΟΓΟΣ
ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΩΝ  ΑΚΡΟΒΑΤΙΣΜΩΝ!



λογικὴ τῶν αἱρετικῶν
(στὴν ὑποστήριξη τῶν κακοδοξιῶν τους)
εἶναι σοβαρότερη ἀπ’ αὐτὴ τοῦ π. Παύλου!

Σὲ δύο προηγούμενες ἀναρτήσεις, σχετικὰ μὲ πρόσφατο ἄρθρο τοῦ π. Παύλου Δημητρακόπουλου, ἀσχοληθήκαμε μὲ τὶς διαστρεβλώσεις τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως περὶ τῆς στάσεώς μας ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς (ἐδῶ καὶ ἐδῶ).
Συνεχίζουμε καὶ σήμερα μὲ τὸ σημεῖο ἐκεῖνο τοῦ ἄρθρου, στὸ ὁποῖο ὁ π. Παῦλος μεταχειρίζεται θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς ἔννοιες καὶ ποιμαντικὲς θέσεις ὡς μαθητευόμενος μάγος! Ἀνακρίβειες, μεταθέσεις τοῦ προβλήματος, λογικὰ ἅλματα καὶ ἀλχημεῖες εἶναι τὰ ὅπλα τοῦ π. Παύλου, γιὰ νὰ πείσει ὅτι ἡ ἰδεοληψία του περὶ «δυνητικῆς» ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἀποτελεῖ διδασκαλία …ὀρθόδοξη!
Παραθέτει τὴν ὀρθὴ ἁγιοπατερικὴ θέση γιὰ τὸ θέμα: (πρέπει να αποφεύγουμε τους αιρετικούς και να μην έχουμε καμιά κοινωνία μαζί τους, διότι είναι εχθροί του Θεού) καὶ βεβαιώνει ψευδῶς ὅτι μὲ αὐτὴν συμφωνεῖ ἀπόλυτα(!), ἀλλὰ στὴ συνέχεια (ὅπως μὲ ἔκπληξη ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τοῦ ἄρθρου του), ἀγωνίζεται ὀρθολογικὰ νὰ ἀποδομήσει αὐτὴν τὴν θέση! Ἀποδεικνύει ἔτσι ὅτι ἔχει κάνει αὐτὴν τὴν ὑποκριτικὴ δήλωση, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ Ὀρθόδοξου πιστοῦ, νὰ τὸν πείσει τάχα ὅτι «ἕπεται τοῖς ἁγίοις πατράσι», ἀλλὰ στὴν πράξη ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀκολουθεῖ, ἀλλὰ τοὺς ἀπορρίπτει!!!
Τί κι ἂν μὲ πληθώρα ἁγιογραφικῶν καὶ πατερικῶν ἀναφορῶν τὸ ἱστολόγιό μας ἀνέτρεψε τὶς ἀστεῖες ὀρθο-«λογικὲς» τοποθετήσεις του, καὶ ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς μὲ τὸ βάρος συγκεκριμένων Πατερικῶν κειμένων συνέθλιψε τὴν δολιότητα τοῦ ὀρθολογισμοῦ του, αὐτὸς ἐκεῖ, ἐπιμένει, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει καὶ πάλι τὴν λαϊκὴ παροιμία: «Τον αράπη κι αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς»! Παραθέτουμε τὸ συγκεκριμένο τμῆμα τοῦ ἄρθρου τοῦ π. Παύλου.
Γράφει:
«…Προκειμένου (ὁ Κ.Γ.) να πείσει, ότι ο ιερός Κανόνας έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα, παραθέτει κατ’ αρχήν φράσεις δύο αγίων Πατέρων, του αγίου Μάρκου του Ευγενικού και του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου. Και οι δύο Πατέρες διδάσκουν, ότι σύμφωνα με την διδασκαλία των αγίων Συνόδων, των διδασκάλων και των θείων Γραφών, θα πρέπει να αποφεύγουμε τους αιρετικούς και να μην έχουμε καμιά κοινωνία μαζί τους, διότι είναι εχθροί του Θεού.
Σ’ όλα τα παρά πάνω ασφαλώς δεν υπάρχει καμία αντίρρηση. Εκείνο που χρειάζεται όμως στην προκειμένη περίπτωση να ερευνηθεί και να διασαφηθεί, είναι το πώς, (δηλαδή βάσει ποιάς διαδικασίας), η Εκκλησία έφθασε στο συμπέρασμα να χαρακτηρίσει κάποιο αιρετικό ως αιρετικό. Ο αιρετικός δεν εμφανίσθηκε ουρανοκατέβατος, ούτε η εκκλησία τον χαρακτήρισε ως αιρετικό αυτομάτως, ή “ενστικτωδώς”, όπως εσφαλμένα πιστεύουν κάποιοι αποτοιχισμένοι. Ήταν και αυτός κάποτε μέλος της Εκκλησίας και από κάποια στιγμή και μετά, άρχισε να διολισθαίνει στην αίρεση. Στη συνέχεια οι “οφθαλμοί της Εκκλησίας”, οι ποιμένες, επεσήμαναν τις αιρετικές του διδασκαλίες, κοινοποίησαν αυτές στην προϊσταμένη τους εκκλησιαστική αρχή και αυτή στους άλλους επισκόπους της τοπικής των εκκλησίας. Κατόπιν συγκρότησαν τοπική Σύνοδο, διά της οποίας απέκοψαν τον αιρετικό από το σώμα της Εκκλησίας και καταδίκασαν τις αιρετικές του διδασκαλίες. Έδωσαν δε αυστηρή παραγγελία στον πιστό λαό του Θεού, να μην έχει στο εξής καμία κοινωνία μ’ αυτόν».
Ἐδῶ ὁ π. Παῦλος ἀποδέχεται ὅτι Ἁγία Γραφὴ καὶ Ἅγιοι Πατέρες διδάσκουν ὅτι πρέπει νὰ «αποφεύγουμε τους αιρετικούς και να μην έχουμε καμιά κοινωνία μαζί τους, διότι είναι εχθροί του Θεού»! Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ «αποφεύγουμε» τὸν καίει, δὲν τὸ ἀντέχει, ἐπειδὴ ὁ ἴδιος δὲν τὸ ἐφαρμόζει, δὲν ἀποφεύγει ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα: ἀπὸ τὸ Π.Σ.Ε. (τὴν συμμετοχὴ στὸ ὁποῖο ὁ Δεσπότης του, κ. Σεραφείμ, ἀντιλαμβάνεται «φολκλορικὰ» κι ὄχι θεολογικά!) μέχρι τὶς συλλειτουργίες μεθ’ ὅλων τῶν «ὀρθοδόξων» Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων! Κι ὅπως κάνουν ὅλοι οἱ αἱρετικοί, δίδει «δική του» ὀρθολογικὴ ἐξήγηση (=αἵρεση)· διδασκαλία δηλαδή, ποὺ διαφοροποιεῖται ἀπὸ ἐκείνη τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ διαγράψει καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἐτυμηγορία τῶν Ἁγίων, ἐπιχειρεῖ διὰ τῆς παρερμηνείας νὰ τὴν ἐξουδετερώσει.  Ἂς δοῦμε πῶς.
Ὁ ΙΕ΄ Ἱερὸς Κανόνας (τὸν ὁποῖον ἐπικαλεῖται καὶ ἐξετάζει καὶ στὸν ὁποῖο στηρίζεται) εἶναι σαφέστατος, καὶ ἀναφέρεται ΟΧΙ στὸ τί ΘΑ κάνει ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἐκκλησιαστικὴ Σύνοδος, ὅταν συνέλθει γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν αἱρετικό, ἀλλὰ ἀναφέρεται στὶς ἐνέργειες μελῶν της κατὰ τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει «μιλήσει» ΣΥΝΟΔΙΚΑ γιὰ τοὺς συγκεκριμένους αἱρετικοὺς καὶ γιὰ τὴν συγκεκριμένη αἵρεση: Δηλαδή, ὁ ΙΕ΄ Ἱερὸς Κανόνας μιλᾶ γιὰ τὴν ἐξ ἰδίας πρωτοβουλίας ἀπομάκρυνση (ἀποτείχιση) στὴν ὁποία προβαίνουν κάποιοι πιστοὶ ἢ μεμονωμένος ἱερωμένος, ὅταν ἀντιληφθοῦν ὅτι κηρύττεται αἵρεση καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει συνέλθει ἀκόμα σὲ Σύνοδο γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν αἱρετικό!
Ὁ π. Παῦλος, λοιπόν, τὸ γνωρίζει ἄριστα αὐτό, ἀλλὰ παραβλέπει αὐτὴν τὴν βασικὴ παράμετρο καί, αὐθαίρετα-πονηρά, ὡς ἄλλος «Μάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ» ἀφαιρεῖ τὴν εὐθύνη τῆς ἀποτειχίσεως ἀπὸ τὸν μεμονωμένο ἱερωμένο καὶ ὅσους τὸν ἀκολουθοῦν —εὐθύνη ποὺ ἔχει παραδώσει («Παράδοση») ἡ Ἐκκλησία»— καὶ τὴν ἐπιστρέφει ἐτσιθελικὰ στὴν Ἐκκλησία, τὴν μεταθέτει δηλαδή, ἁρπάζοντας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ δικαίωμα νὰ νομοθετεῖ, καὶ οἰκειοποιεῖται ὁ ἴδιος αὐτὸ τὸ δικαίωμα, ὡς νὰ εἶναι ὑπερτάτη Σύνοδος!!!
Παρόλο ποὺ παλαιότερα τοῦ ἔχει ἐπισημανθεῖ τὸ λάθος του, ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν πραγματικὴ σημασία τῆς διδασκαλίας-Ἐντολῆς τοῦ Κανόνος καὶ διδάσκει ὅ,τι τοῦ κατεβαίνει στὸ μυαλό. Δὲν βλέπει τὸ ἐξόφθαλμο νόημα, πὼς ὁ Κανόνας δὲν μιλᾶ γιὰ τὴν μελλοντικὴ καταδικαστικὴ ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον τοῦ αἱρετικοῦ· ἀλλὰ μιλᾶ γιὰ τὴν ἀποτείχιση τοῦ ἱερωμένου (καὶ ὅσων τῶν ἀκολουθοῦν) ΠΡΙΝ τὴν καταδίκη τοῦ αἱρετικοῦ! Ἡ καταδίκη τοῦ αἱρετικοῦ δὲν ὀνομάζεται Ἀποτείχιση(!), ἀλλὰ ἀφορισμός, ἀνάθεμα κ.λπ. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα, δὲν ἀποτειχίζεται ἀπὸ κάποιους αἱρετικοὺς ποὺ δροῦν ἐντὸς τοῦ Σώματός της, ἀλλ’ ἀποβάλλει τὸν αἱρετικὸ ἀπὸ τὸ Σῶμα της! Κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν ΙΕ΄ Κανόνα ποὺ τὴν ἐκφράζει, ὁ πιστὸς ἁπλῶς ἀποτειχίζεται ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ, ὥσπου ἡ Ἐκκλησία νὰ τὸν ἀποβάλει ἀπὸ τὸ σῶμα της, ἀφοῦ αὐτὸ τὸ δικαίωμα (τῆς ἀποκοπῆς) δὲν τὸ ἔχει ὁ κάθε πιστός, ἀλλὰ μόνο ἡ Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων.
Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν (σύμφωνα μὲ τὸν ΙΕ΄ Κανόνα τὸν ὁποῖο κατακρεουργεῖ ὁ π. Παῦλος),
α) ἤδη μὲ παλαιότερη ἀπόφασή της (ποὺ ἔχει ληφθεῖ δεκάδες χρόνια πρὶν ἢ καὶ …αἰῶνες!) ἔχει ἀποφανθεῖ καταδικαστικὰ γιὰ τὴν αἵρεση πού, τώρα, ἐκ νέου κηρύττεται ἀπὸ κάποιον σύγχρονο Ἐπίσκοπο (=ψευδεπίσκοπο), ὁ ὁποῖος—ὡς αἱρετικός— ἐπαναλαμβάνει, εἴτε τὴν ἴδια καταδικασμένη αἵρεση, εἴτε κάποια παρόμοια
β) ἢ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀκόμα ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν νέα αἵρεση, ἀλλὰ κάποιοι πιστοὶ ἢ κάποιος Ἅγιος τὴν ἔχουν ἢδη ἐπισημάνει, ἀποδείξει, πολεμήσει καὶ ἀναμένεται ἡ ἐπέμβαση τῆς Ἐκκλησίας. [Ἡ ἀργοπορία τῆς συγκλήσεως Συνόδου καὶ καταδίκης τῶν αἱρετικῶν ὀφείλεται σὲ πολλοὺς λόγους, στὴν ἐποχή μας δέ, στὴν μὲν ἀρχὴ ὀφειλόταν στὴν ὑπουλότητα τῆς αἱρέσεως καὶ στὴν σύχχυση ποὺ προκάλεσε στοὺς πιστούς, σήμερα δὲ στὴν ἐπικράτηση τῆς αἱρέσεως στὰ ἀνώτατα κλιμάκια τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν μετάδοση τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ ἰοῦ σὲ κλῆρο καὶ λαό, μὲ τραγικὴ συνέπεια, ἀκόμα κι ἐκεῖνοι ποὺ διατείνονται ὅτι τὴν πολεμοῦν, νὰ τὴν …ὑπηρετοῦν, ἀποτελοῦντες τὸν “ἐκ δεξιῶν” σύμμαχό της!].
Ἀλλ’ ἂς θυμηθοῦμε τί νομοθετεῖ ὁ ΙΕ΄ Κανόνας:
«Οἱ γὰρ δι᾿ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες…, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».
Ἡ σύγκριση ὅσων νομοθετεῖ ὁ Κανόνας μὲ αὐτὰ ποὺ διδάσκει ὁ π. Παῦλος, ἀποδεικνύει τὴν λαθροχειρία του καὶ ὡς ἐκ τούτου, ὅλα αὐτὰ ποὺ διηγεῖται ὁ π. Παῦλος δὲν εἶναι παρὰ φαντασιώσεις καὶ ἰδεοληψίες του. Ποῦ λέει ὁ ΙΕ΄ Κανόνας ὅτι τάχα πρῶτοι «οι “οφθαλμοί της Εκκλησίας”, οι ποιμένες, επεσήμαναν τις αιρετικές του διδασκαλίες», καὶ «κατόπιν συγκρότησαν τοπική Σύνοδο, διά της οποίας απέκοψαν τον αιρετικό από το σώμα της Εκκλησίας και καταδίκασαν τις αιρετικές του διδασκαλίες», καὶ «έδωσαν αυστηρή παραγγελία στον πιστό λαό του Θεού, να μην έχει στο εξής καμία κοινωνία μ’ αυτόν»;  Πουθενά!  Ὅλα ὅσα γράφει ὁ π. Παῦλος, ἀναφέρονται στὸ μετά, καὶ ἄρα δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴν Ἀποτείχιση!
Ἡ Ἀποτείχιση προηγεῖται, δὲν ἕπεται τῆς ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ τῆς Συνόδου, ὅπως δόλια ὑπονοεῖ ὁ π. Παῦλος! Ἐδῶ κυριολεκτικὰ καὶ πεισματικὰ χρησιμοποιεῖ τὸ ψεῦδος καὶ τὴν δολιότητα, ἀφοῦ ὅπως πάλι ἀναφέραμε, τοῦ ἔχουν ἐπισημανθεῖ καὶ πάλι αὐτὲς οἱ  ἀστοχίες του, ἀλλὰ τὶς ἐπαναλαμβάνει ὑπὸ τὴν κάλυψη τοῦ μητροπολίτη Πειραιῶς Σεραφεὶμ καὶ τῆς «Συνάξεως κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» (φοβερὸ κατάντημα) τῆς ὁποίας ἀποτελεῖ μέλος!!!