Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Μ. Βασιλείου, ἐπιστολὴ 258:

“Πρὸς τὸν Ἐπίσκοπον Ἐπιφάνιον”.

Α΄ μέρος

Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Μ. Βασίλειος ὑπενθυμίζει τὸν λόγον ἐκεῖνον ποὺ εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι θὰ ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν ἐκ τοῦ λόγου ὅτι θὰ πληθυνθεῖ  σὲ ὑπερβολικὸ βαθμὸ ἡ ἀνομία. Καὶ ὅταν τοῦτο πραγματοποιεῖται, τότε «ὅλοι συμπεριφέρονται πρὸς ὅλους μὲ ὑποψίαν» (“πάντων πρὸς πάντας ὑπόπτως διακειμένων”). Καὶ τότε «οὐδαμοῦ ὑπάρχει εὐσπλαχνία, οὐδαμοῦ συμπάθεια, οὐδαμοῦ δάκρυον ἀδελφικὸν δι’ ἀδελφὸν ὁ ὁποῖος πάσχει»*. Τότε καμιὰ δυστυχία δὲν συγκινεῖ τοὺς ἀδελφούς, ἀντίθετα κυριολεκτικὰ “πατᾶμε ἐπὶ πτωμάτων”, ἀναξαίνουμε τὶς πληγές, καὶ συμβαίνει τὸ ἑξῆς τραγικό· ὅσοι εἶναι ὁμόφρονες νὰ φέρονται μὲ τέτοιο τρόπο πρὸς τοὺς ἀδελφούς τους, ὥστε νὰ ἐπιτείνουν τὴν ἕνεκα τῶν αἱρετικῶν προκαλουμένη σύγχυση καὶ φθοροποιὸ ἐπίδραση.
Ἔτσι ἡ ὁμοφροσύνη ἐξοβελίζεται σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε καὶ ἐκεῖνοι ποὺ συμφωνοῦν εἰς τὰ σπουδαιότατα σημεῖα τῆς Πίστεως, νὰ διαφέρουν μεταξύ τους, ἔστω καὶ σὲ ἕνα μικρὸ σημεῖο, ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὴν μεταξὺ ὁμοπίστων διάσταση καὶ ψυχικὴ ἀπόσταση.
Καὶ ἐνῶ αὐτὰ τὰ φαινόμενα παρατηροῦνται μεταξὺ ἀδελφῶν (καὶ ἔτσι φέρονται οἱ περισσότεροι, καθὼς ψύχεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν), πῶς νὰ μὴ θαυμάσουμε ἐκεῖνον (ἐννοεῖ τὸν παραλήπτη τῆς ἐπιστολῆς του ἅγιο Ἐπιφάνιο Κύπρου), ὁ ὁποῖος ἐν μέσῳ τοιούτων περιστάσεων δείχνει καθαρὴ καὶ ἄδολη ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ χαρίζει στὶς ψυχές μας τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν ἐπιμέλεια καὶ φροντίδα, ἂν καὶ μᾶς χωρίζει σωματικῶς μὲ αὐτὸν μεγάλη χιλιομετρικὴ ἀπόσταση;
Καὶ ἐπὶ πλέον (πῶς νὰ μὴ τὸν θαυμάσουμε), καθώς, ἐνῶ εἶναι μακριά μας, λυπᾶται γιὰ τὴν μεταξὺ ἀδελφῶν διάσταση καὶ προσπαθεῖ νὰ συμβιβάσει τὰ ἐκ παρεξηγήσεων διεστῶτα; Κι ἀκόμα, συνεχίζει ὁ Μ. Βασίλειος, τὸν θαυμάζουμε, γιατὶ ἀπὸ τόσο μακριά, ἀντιλαμβάνεται τὶς διατυπωθεῖσες κακοδοξίες, ἐκείνων ποὺ προκάλεσαν ταραχὲς μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν, καὶ παρεμβαίνει πρὸς ἐξομάλυνση τῆς καταστάσεως.
Στὴ συνέχεια ὁ Μ. Βασίλειος γράφει –στὸν ἅγιο ἐπίσκοπο Ἐπιφάνιο– μὲ θαυμαστὴ ταπείνωση, σημειώνοντας ὅτι δὲν εἶναι κατάλληλος ὁ ἴδιος, καὶ οἱ περὶ αὐτὸν πιστοί, νὰ λύσουν καὶ νὰ διορθώσουν τὰ τόσο μεγάλα θέματα ποὺ ἔχουν δημιουργηθεῖ μεταξὺ τῶν πιστῶν, διότι οὔτε ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι ζοῦν ἐν ἁμαρτίαις, ἀλλὰ οὔτε ἔχουν (ὅπως ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος) κάποια δύναμη στὸ λόγο (“οὔτε χάριτι Θεοῦ ἀγομένοις διὰ τὸ ἁμαρτίαις συζῆν, οὔτε τινὰ κεκτημένοις περὶ τοὺς λόγους δύναμιν”). Καὶ δὲν εἴμαστε ἄξιοι νὰ διευθετήσουμε τὰ πράγματα, διότι ναὶ μέν, ἀπομακρυνθήκαμε ἀπὸ τὴν ματαία σοφία τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ὅμως δὲν ἀποκτήσαμε ἀκόμη τὸν ἀναγκαῖο καταρτισμὸ στὰ δόγματα τῆς ἀληθείας.
Ἀκολούθως ὁ Μ. βασίλειος ἀναφέρει στὸν ἅγιο Ἐπιφάνιο (καὶ τὸν πληροφορεῖ) ὅτι ἔγραψε σὲ κάποιους ἀδελφοὺς γιὰ τὰ θέματα τῆς Πίστεως καὶ τοὺς παρέθεσε τὴν ὀρθόδοξη στάση· τοὺς δήλωσε δηλαδή, ὅτι δὲν μποροῦμε τίποτε νὰ προσθέσουμενἀφαιρέσουμε ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. [Τέτοιες προσθαφαιρέσεις εἶχαν κάνει τότε οἱ μὴ καταδικασμένοι ἀπὸ Σύνοδο αἱρετικοί, ὅπως κάνουν καὶ σήμερα οἱ μὴ καταδικασμένοι ἀπὸ Σύνοδο Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν στὴν ἀλλοίωση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, καταργοῦντες τὸ 9ο καὶ 10ο ἄρθρο του, περὶ ΜΙΑΣ Ἐκκλησίας καὶ περὶ ΕΝΟΣ βαπτίσματος, ἀφοῦ προσθέτουν θεωρητικὰ καὶ πρακτικὰ τὴν κακόδοξη θέση περὶ πολλῶν Ἐκκλησιῶν καὶ πολλῶν βαπτισμάτων. Καὶ τὸ τραγικὸ εἶναι ὅτι τοῦτο συμβαίνει, ἐνῶ ἑτοιμάζονται νὰ συνέλθουν (αὐτοὶ οἱ κακόδοξοι) σὲ Σύνοδο Πανορθόδοξο τὸν Ἰούνιο τοῦ 2016, ἡ ὁποία -ὡς ἐκ τούτων- στὸ ὄνομα μόνο θὰ εἶναι Πανορθόδοξη, ἀφοῦ συγκαλεῖται ἀπὸ ἀποδεδειγμένα Οἰκουμενιστὲς ψευδεπισκόπους, ποὺ ἀκολουθοῦν καὶ διδάσκουν ὅπου βρεθοῦν, τὴν Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ].
Ἐμεῖς, λοιπόν –συνεχίζει ὁ Μ. Β. τὰ καινοφανῆ δόγματα καὶ θεωρίες, καὶ προσθῆκες (τοῦ Ἀπολιναρίου τότε, τῶν Οἰκουμενιστῶν σήμερα) οὔτε τὶς παραδεχόμαστε, ἀλλ’ οὔτε κἂν τὶς μελετήσαμε ἐπισταμένως, γιατὶ τὸ “βάθος” τους τὸ μυαλό μας δὲν τὶς ἀντιλαμβάνεται!
Καὶ ἐπεξηγεῖ τοῦτο ὁ Μ. Βασίλειος γράφων: Καὶ τοῦτο διότι γνωρίζουμε ὅτι, ὅταν μιὰ μόνο φορὰ παρασαλεύσουμε τὴν ἁπλότητα τῆς πίστεως, ἀφ’ ἐνὸς μὲν δὲν πρόκειται νὰ βροῦμε κάποιο τέλος στὶς συζητήσεις, ἐπειδὴ ἡ ἀντιλογία μᾶς ὁδηγεῖ πάντοτε πρὸς τὰ ἐμπρός, δηλαδή, ὅλο καὶ σὲ περισσότερα ἀντεπιχειρήματα, καὶ ἀφ’ ἑτέρου θὰ σκανδαλίσουμε τὶς ψυχὲς τῶν ἀθωοτέρων μὲ τὴν εἰσαγωγὴ (νέων) στοιχείων τὰ ὁποῖα παραξενεύουν.
[Εὐγενικὰ ὁ Μ. Β. ἐδῶ, φαίνεται ὅτι χαρακτηρίζει τὶς θεωρίες αὐτὲς ἀκαταλαβίστικες, κοινῶς ἀνόητες ἀμπελοφιλοσοφίες, μὲ τὶς ὁποῖες δὲν ἀξίζει κανεὶς νὰ χάνει τὸν καιρό του. Τὸ κείμενο: “Τὰ δὲ προσυφαινόμενα τῇ πίστει ἐκείνῃ δόγματα…, ὡς βαθύτερα τῆς ἡμετέρας καταλήψεως οὔτε ἐβασανίσαμεν οὔτε παρεδεξάμεθα, εἰδότες ὅτι, ἐπειδὰν τὴν ἁπλότητα τῆς πίστεως ἅπαξ παρακινήσωμεν, οὔτε τι πέρας τῶν λόγων εὑρήσομεν ἀεὶ τῆς ἀντιλογίας εἰς τὸ πλεῖον ἡμᾶς προαγούσης, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν ἀκεραιοτέρων παραταράξομεν τῇ παρεισαγωγῇ τῶν ξενιζόντων”.
Τί θὰ ἔλεγε σήμερα, ἄραγε, ὁ Μ. Βασίλειος μὲ ὅσους ἐπιμένουν νὰ συζητοῦν μὲ καταδικασμένους αἱρετικούς (Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες), οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦν φανερὰ στὴν πανθρησκεία καὶ τὸν Ἀντίχριστο, ἢ συνυπάρχουν καὶ κοινωνοῦν μὲ Οἰκουμενιστὲς ποὺ πεισμόνως διδάσκουν καὶ πράττουν κακοδοξίες καὶ δολίως δηλώνουν Ὀρθόδοξοι πρὸς ἐξαπάτηση τοῦ ἀποίμαντου καὶ ἀγνοοῦντος λαοῦ;
Σημάτης Παναγιώτης
__________________
(*) Ἡ μετάφραση τοῦ κειμένου στηρίζεται ἀποκλειστικὰ στὴν ἀντίστοιχη τοῦ ἀειμνήστου μοναχοῦ Νικοδήμου Μπιλάλη.

λόκληρο τὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς, ἀποσπάσματα τῆς ὁποίας παρουσιάσαμε.

258. ΕΠΙΦΑΝΙΩ ΕΠΙΣΚΟΠΩ

1. Τὸ πάλαι προσδοκηθὲν ἐκ τῆς τοῦ Κυρίου προρρή σεως, νῦν δὲ λοιπὸν τῇ πείρᾳ τῶν πραγμάτων βεβαιούμενον, ὅτι «Διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν
πολλῶν», ἤδη κεκρατημένον παρ' ἡμῖν, ἔδοξε λύειν τὰ γράμματα τῆς τιμιότητός σου κομισθέντα. Ὄντως γὰρ ἀγάπης ἔνδειγμα οὐ τὸ τυχὸν πρῶτον μὲν μνησθῆναι ἡμῶν τῶν οὕτω μικρῶν καὶ μηδενὸς ἀξίων, ἔπειτα καὶ ἀδελφοὺς ἀποστεῖλαι εἰς ἐπίσκεψιν ἡμετέραν πρέποντας εἶναι διακό νους εἰρηνικῶν γραμμάτων. Οὐδὲν γὰρ τούτου σπανιώτερον θέαμα, πάντων πρὸς πάντας λοιπὸν ὑπόπτως διακειμένων. Οὐδαμοῦ γὰρ εὐσπλαγχνία, οὐδαμοῦ συμπάθεια, οὐδαμοῦ δάκρυον ἀδελφικὸν ἐπ' ἀδελφῷ κάμνοντι. Οὐ διωγμοὶ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας, οὐκ Ἐκκλησίαι στενάζουσαι πανδημεί, οὐχ ὁ πολὺς οὗτος τῶν περιεχόντων ἡμᾶς δυσχερῶν κατάλογος κινεῖν δύναται ἡμᾶς πρὸς τὴν ὑπὲρ ἀλλήλων μέριμναν. Ἀλλὰ τοῖς πτώμασιν ἐναλλόμεθα, τὰ τραύματα ἐπιξαίνο μεν, τὰς παρὰ τῶν αἱρετικῶν ἐπηρείας οἱ δοκοῦντες τῷ αὐτῷ κοινωνεῖν φρονήματι ἐπιτείνομεν, καὶ οἱ ἐν τοῖς καιριωτάτοις ἔχοντες συμφωνίαν ἑνί γέ τινι πάντως διεστή κασιν ἀπ' ἀλλήλων. Πῶς οὖν μὴ θαυμάσωμεν τὸν ἐν τοιού τοις πράγμασι καθαρὰν καὶ ἄδολον τὴν πρὸς τοὺς πλησίον ἀγάπην ἐπιδεικνύμενον, καὶ διὰ τοσαύτης θαλάσσης καὶ ἠπείρου τῆς χωριζούσης ἡμᾶς σωματικῶς τὴν ἐνδεχομένην ἐπιμέλειαν ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν χαριζόμενον;
2. Ἐθαύμασα δέ σου κἀκεῖνο ὅτι καὶ τὴν ἐν τῷ Ἐλαιῶνι τῶν ἀδελφῶν διάστασιν λυπηρῶς ἐδέξω καὶ βούλει τινὰ αὐτοῖς γενέσθαι πρὸς ἀλλήλους συμβιβασμόν. Καὶ ὅτι σε οὐδὲ τὰ παρευρεθέντα ὑπό τινων καὶ ταραχὰς ἐμποιήσαντα τῇ ἀδελφότητι παρέλαθεν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπὶ τούτοις μέρι μναν ἀνεδέξω, καὶ ταῦτα ἀπεδεξάμην. Ἐκεῖνο δὲ οὐκέτι τῆς σῆς ἐνόμισα εἶναι συνέσεως ἄξιον, τὸ ἡμῖν τὴν περὶ τῶν τηλικούτων διόρθωσιν ἐπιτρέπειν, ἀνθρώποις οὔτε χάριτι Θεοῦ ἀγομένοις διὰ τὸ ἁμαρτίαις συζῆν, οὔτε τινὰ κεκτημένοις περὶ τοὺς λόγους δύναμιν διὰ τὸ τῶν μὲν ματαίων ἀγαπητῶς ἀποστῆναι, τῶν δὲ τῆς ἀληθείας δογ μάτων μήπω τὴν προσήκουσαν ἕξιν ἀναλαβεῖν. Ἐπεστεί λαμεν οὖν ἤδη τοῖς ἀγαπητοῖς ἀδελφοῖς ἡμῶν τοῖς κατὰ τὸν Ἐλαιῶνα, Παλλαδίῳ τῷ ἡμετέρῳ καὶ Ἰννοκεντίῳ τῷ Ἰταλῷ, πρὸς τὰ παρ' αὐτῶν ἡμῖν ἐπεσταλμένα, ὅτι οὐδὲν δυνάμεθα τῇ κατὰ Νίκαιαν πίστει προστιθέναι ἡμεῖς, οὐδὲ τὸ βραχύτατον, πλὴν τῆς εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δοξολογίας, διὰ τὸ ἐν παραδρομῇ τοὺς Πατέρας ἡμῶν τούτου τοῦ μέρους ἐπιμνησθῆναι·οὔπω τοῦ κατ' αὐτὸ ζητήματος τότε κεκινημένου. Τὰ δὲ προσυφαινόμενα τῇ πίστει ἐκείνῃ δόγματα περὶ τῆς τοῦ Κυρίου Ἐνανθρωπήσεως, ὡς βαθύτερα τῆς ἡμετέρας καταλήψεως οὔτε ἐβασανίσαμεν οὔτε παρε δεξάμεθα, εἰδότες ὅτι, ἐπειδὰν τὴν ἁπλότητα τῆς πίστεως ἅπαξ παρακινήσωμεν, οὔτε τι πέρας τῶν λόγων εὑρήσομεν ἀεὶ τῆς ἀντιλογίας εἰς τὸ πλεῖον ἡμᾶς προαγούσης, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν ἀκεραιοτέρων παραταράξομεν τῇ παρεισαγωγῇ τῶν ξενιζόντων.
3. Τὴν δὲ κατὰ Ἀντιόχειαν Ἐκκλησίαν (λέγω δὴ τὴν τῷ αὐτῷ φρονήματι συμβαίνουσαν) δῴη ποτὲ ὁ Κύριος ἰδεῖν αὐτὴν ἡνωμένην. Κινδυνεύει γὰρ αὕτη μάλιστα δεδέχθαι τὰς ἐπιβουλὰς τοῦ ἐχθροῦ μνησικακοῦντος αὐτῇ διὰ τὸ πρῶτον τοῖς ἐκεῖ τὴν τῶν Χριστιανῶν προσηγορίαν ἐμπολι τεύσασθαι. Καὶ τέτμηται μὲν ἡ αἵρεσις πρὸς τὴν ὀρθοδο ξίαν, τέτμηται δὲ καὶ αὐτὴ πρὸς ἑαυτὴν ἡ ὀρθότης. Ἡμεῖς δέ, ἐπειδὴ καὶ ὁ πρῶτος παρρησιασάμενος ὑπὲρ τῆς ἀλη θείας καὶ τὸν καλὸν ἐκεῖνον διαθλήσας ἀγῶνα ἐπὶ τῶν καιρῶν Κωνσταντίου ὁ αἰδεσιμώτατος Μελέτιός ἐστιν ὁ ἐπίσκοπος, καὶ ἔσχεν αὐτὸν ἡ ἐμὴ Ἐκκλησία κοινωνικὸν ὑπεραγαπήσασα αὐτὸν διὰ τὴν καρτερὰν ἐκείνην καὶ ἀνέν δοτον ἔνστασιν, καὶ ἔχομεν αὐτὸν κοινωνικὸν μέχρι τοῦ νῦν τῇ τοῦ Θεοῦ χάριτι καὶ ἕξομέν γε, ἐὰν ὁ Θεὸς θέλῃ. Ἐπεὶ καὶ ὁ μακαριώτατος Πάπας Ἀθανάσιος, ἐπιστὰς ἀπὸ Ἀλεξανδρείας, πάνυ ἐβούλετο αὐτῷ τὴν πρὸς αὐτὸν κοινωνίαν καταπραχθῆναι, ἀλλὰ κακίᾳ συμβούλων εἰς ἕτερον καιρὸν ὑπερετέθη αὐτῶν ἡ συνάφεια· ὡς οὐκ ὤφειλε. Τῶν δὲ τελευ ταῖον ἐπεισελθόντων οὐδενὸς οὐδέπω τὴν κοινωνίαν προση κάμεθα, οὐκ ἐκείνους κρίνοντες ἀναξίους, ἀλλὰ μηδὲν ἔχοντες τούτου καταγινώσκειν. Καίτοι πολλὰ μὲν ἠκούσαμεν περὶ τῶν ἀδελφῶν, ἀλλ' οὐ προσηκάμεθα, διὰ τὸ μὴ ἀντικα ταστῆναι τοῖς κατηγόροις τοὺς ἐγκαλουμένους κατὰ τὸ γεγραμμένον, ὅτι «Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ πρῶτον αὐτοῦ ἀκούσῃ καὶ γνῷ τί ποιεῖ». Ὥστε οὔπω δυνάμεθα αὐτοῖς ἐπιστέλλειν, τιμιώτατε ἀδελφέ, οὔτε ἀναγκάζεσθαι εἰς τοῦτο ὀφείλομεν. Πρέπον δ' ἂν εἴη τῇ εἰρηνικῇ σου προθέσει μὴ τὸ μὲν συνάπτειν, τὸ δὲ διασπᾶν, ἀλλὰ τῇ προϋπαρχούσῃ ἑνώσει τὰ κεχωρισμένα προσάγειν. Ὥστε πρῶτον μὲν εὖξαι, ἔπειτα καί, ὅση δύναμις, παρακάλεσον ῥίψαντας αὐτοὺς ἐκ τῶν ψυχῶν τὸ φιλότιμον καὶ ὑπὲρ τοῦ ἀποδοῦναι τὴν ἰσχὺν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ καθελεῖν τὸ φρύαγμα τῶν ἐχθρῶν συμβῆναι αὐτοὺς πρὸς ἀλλήλους. Ἱκανῶς δέ μου κἀκεῖνο τὴν ψυχὴν παρεκάλεσε, τὸ προστε θὲν παρὰ τῆς σῆς ἀκριβείας τοῖς λοιποῖς καλῶς καὶ ἀκρι βῶς θεολογηθεῖσι· τὸ τρεῖς ἀναγκαῖον εἶναι τὰς ὑποστάσεις ὁμολογεῖν. Ὥστε τοῦτο καὶ οἱ κατὰ Ἀντιόχειαν ἀδελφοὶ διδασκέσθωσαν παρὰ σοῦ, πάντως δέ που καὶ ἐδιδάχθησαν. Οὐ γὰρ ἂν εἵλου δηλονότι τὴν πρὸς αὐτοὺς κοινωνίαν μὴ τοῦτο αὐτῶν μάλιστα τὸ μέρος ἀσφαλισάμενος.
4. Τὸ δὲ τῶν Μαγουσαίων ἔθνος (ὅπερ διὰ τῆς ἑτέρας ἐπιστολῆς σημᾶναι ἡμᾶς κατηξίωσας) πολύ ἐστι παρ' ἡμῖν κατὰ πᾶσαν σχεδὸν τὴν χώραν διεσπαρμένον, ἀποίκων τὸ παλαιὸν ἐκ τῆς Βαβυλωνίας ἡμῖν ἐπεισαχθέντων. Οἳ ἔθεσιν ἰδιάζουσι κέχρηνται ἄμικτοι ὄντες πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώ πους· λόγῳ δὲ πρὸς αὐτοὺς κεχρῆσθαι, καθό εἰσιν ἐζωγρη μένοι ὑπὸ τοῦ διαβόλου εἰς τὸ ἐκείνου θέλημα, παντελῶς ἐστιν ἀδύνατον. Οὔτε γὰρ βιβλία ἐστὶ παρ' αὐτοῖς οὔτε διδάσκαλοι δογμάτων, ἀλλὰ ἔθει ἀλόγῳ συντρέφονται παῖς παρὰ πατρὸς διαδεχόμενοι τὴν ἀσέβειαν. Ἐκτὸς δὴ τούτων ἃ ὑπὸ πάντων ὁρᾶται, τὴν ζωοθυσίαν παραιτοῦνται ὡς μίασμα δι' ἀλλοτρίων χειρῶν τὰ πρὸς τὴν χρείαν ζῶα κατασφάζοντες· γάμοις ἐπιμαίνονται παρανόμοις καὶ τὸ πῦρ ἡγοῦνται Θεὸν καὶ εἴ τι τοιοῦτον. Τὰς δὲ ἐκ τοῦ Ἀβραὰμ γενεαλογίας οὐδεὶς ἡμῖν, μέχρι τοῦ παρόντος, τῶν μάγων ἐμυθολόγησεν, ἀλλὰ Ζαρνοῦάν τινα ἑαυτοῖς ἀρχηγὸν τοῦ γένους ἐπιφημίζουσι. Διόπερ οὐδὲν ἔχω πλέον ἐπι στέλλειν ὑπὲρ αὐτῶν τῇ τιμιότητί σου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.