Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

Η αγία Ευφημία και η διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας για την στάση των πιστών απέναντι των αιρετιζόντων επισκόπων!

   ορτὴ σήμερα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, καὶ τοῦ ἐξαίσου θαύματος ποὺ ἐπετέλεσε καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἀπεδείχθη περιτράνως ἡ αἵρεση καὶ ἡ ὀρθότητα τῆς καταδίκης της ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
     Τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς Ἁγίας Εύφημίας  «Λίαν εὔφρανας τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ κατήσχυνας τοὺς κακοδόξους» χρησιμοποιήθηκε τὰ τελευταῖα χρόνια (ποὺ ἡ ἐσχάτη παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐνέσκηψε καὶ προελαύνει ὡς λαίλαπα) ἀπὸ πολλοὺς στὰ λόγια ἀντι-Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ στὰ ἔργα ἀνακόλουθους.
   Παραθέτουμε ἀποσπάσματα  ἀπὸ δύο ἄρθρα «ἀντι-Οἰκουμενιστῶν» ἱερέων (ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρα τὰ κείμενά τους τῶν ἐτῶν 2009 καὶ 2012), στὰ ὁποῖα σκιαγραφεῖται ἡ διαχρονικὴ στάση τῶν Ἁγίων ἀπέναντι τῆς Παναιρέσεως. 
   Δυστυχῶς, αὐτοὶ ποὺ μᾶς τὴν διδάσκουν, δὲν τὴν ἐφαρμόζουν, ἰδιαίτερα σήμερα, ποὺ τὰ πράγματα ἔχουν χειροτερέψει. Ἡ μετάνοια εἶναι αὐτὴ ποὺ μᾶς χρειάζεται γιὰ τὴν ἀλλαγὴ στάσεως. Τί ἄλλο περιμένουμε;


π. Θεόδωρος Ζήσης: «Ἔγγαμος ἱερεὺς τῆς Ἱ. Μ. Δημητριάδος, ἀποφασισμένος νὰ διακόψει τὸ μνημόσυνο τοῦ συμφωνοῦντος μὲ ὅλα αὐτὰ ἐπισκόπου του, ὅταν διακριτικὰ τοῦ ὑπενθύμισα τὶς πιθανὲς διώξεις καὶ ποινὲς μοῦ εἶπε: “Προτιμῶ νὰ καλλιεργῶ τὰ χωράφια μου, ὡς ἁπλὸς ἀγρότης, καὶ νὰ κρατήσω τὴν πίστη μου, παρὰ νὰ συνεργήσω στὴν κατεδάφισή της καὶ νὰ πάω στὴν κόλαση μαζὶ μὲ τὸν πατριάρχη καὶ τοὺς ἐπισκόπους”.
Αυτά που είπε όμως εκφράζουν την διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας για την στάση όλων των πιστών και των λαϊκών απέναντι των επισκόπων και των πρεσβυτέρων σε περίπτωση που δεν ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας, αλλά ενισχύουν την αίρεση και την πλάνη… Είναι βέβαιο πως η Αγία Ευφημία, της οποίας το σκήνωμα ευρίσκεται στον πα­τριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου, και η οποία «λίαν ηύφρανε τους Ορθοδόξους και κατήσχυνε τους κακοδόξους» Μονο­φυσίτες, δεν ευφραίνεται, αλλά λυπάται με όλα αυτά και συστέλλει την Χάρη της… Προτιμούμε να διωκόμεθα και να συκοφαντούμεθα, παρά να μένουμε σιωπηλοί και αφωνότεροι ιχθύος μπροστά στην εμφανή κακοποίηση της Ορθοδό­ξου Πίστεως, οι μνημονευόμενοι στη Θεία Λει­τουργία επίσκοποι, ως εγγυητές της εν τη πίστει ενότητος δεν ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας, δεν ευρίσκονται σε κοινωνία με τους προ αυτών Αγίους, αλλά ουσιαστικά είναι ακοινώνητοι, ως κοινωνούντες με τους ακοινωνήτους…
Είναι αδιανόητο να επιδιώκουμε την ενότητα με τους αιρετικούς και να αποσχι­ζόμαστε από τους αδελφούς μας Ορθο­δόξους» (π. Θεόδωρος Ζήσης).

π.  Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος: Είναι τελείως απαράδεκτο να συμμετέχει η Ορθόδοξος Εκκλησία σ’ αυτή τη καρικατούρα διαλόγου του λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (ΠΣΕ), που ουσιαστικά είναι Παγκόσμιο Συμβούλιο των Αιρέσεων, του Εωσφόρου και του ΠΣΕύδους, παρά των «Εκκλησιών», «Παγκόσμιο Συνονθύλευμα των Αιρέσεων», που εδρεύει στη Γενεύη, την στιγμή που το Π.Σ.Ε., αναγνωρίζει τους Μονοφυσίτες ως Ορθοδόξους, τους αποκαλεί «Αρχαίες Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες», και οι οποίοι παρακάθονται στο τραπέζι του διαλόγου μαζί με τους Ορθοδόξους ως «Ορθόδοξοι». Αλήθεια, πώς οι Ορθόδοξοι δέχονται μια τέτοια υποτίμηση και πώς τα ανέχονται όλ’ αυτά; Αυτό είναι τουλάχιστον εμπαιγμός (σ.σ.: Ἐσεῖς, πάτερ, πῶς τὰ ἀνέχεσθε;).
 Αδυνατούμε να δεχθούμε τέτοιες απόψεις, οποιοσδήποτε και αν τις έχει εκφράσει. Ακόμη και αν Άγγελος εξ ουρανού μας διδάξει αντίθετα από αυτά, που διδαχθήκαμε στην αγία μας Εκκλησία, ας είναι ανάθεμα.   (π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος).
(σ.σ.: Κι ὅμως αὐτὸν τὸν ἐμπαιγμόπάτερ, ποὺ ἔγινε ἐντονότερος καὶ ἀβάσταχτος πλέον, μετὰ τὰ γενόμενα στὸ Κολυμπάρι, τὰ δέχεσθε, ἀφοῦ ἀνήκετε στὴν Ἐκκλησία ποὺ τὰ ὑπέγραψε καὶ μετὰ τῶν Ἐπισκόπων τῆς ὁποίας κοινωνεῖτε καὶ τοὺς ὁποίους μνημονεύετε).

ΤΑ ΔΥΟ ΚΕΙΜΕΝΑ:

1ον: του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση

Μακράν της οδού των Αγίων Πατέρων
η συνάντησις Βαρθολομαίου και πάπα Ρώμης Βενεδίκτου

1. Λύπη και πίκρα των Ορθοδόξων
 Γεμάτο πίκρα και στενοχώρια παρακολούθησε το θεοσεβές πλήρωμα της Εκκλησίας, του Χριστού όσα συνέβησαν κατά την συνάντηση του πατριάρχου Βαρθολομαίου με τον πάπα Βενέδικτο στην Κωνσταντινούπολη. Ανάμεσα στα πολλά τηλεφωνήματα που εδέ­χθη ο γράφων, εκφραστικά αυτής της πικρίας, από πολλές επαρχίες και μητροπόλεις και από το Άγιον Όρος, ιδιαίτερη εντύπωση του προκάλεσαν δύο: Ευλαβέστατος πνευματικός της Θεσσαλονίκης με πλήθος πνευματικών τέκνων είπε ότι δεν μπορεί να ησυχάσει, λυπάται μέχρι θανάτου, διότι εβίασαν, ατίμασαν την μάννα μας, την Ορθοδοξία. Έγγαμος ιερεύς, πολύτεκνος, της Ιεράς Μητροπόλε­ως Δημητριάδος, αποφασισμένος να διακόψει το μνημόσυνο του συμφωνούντος με όλα αυτά επισκόπου του, όταν διακριτικά του υπενθύμισα τις πιθανές διώξεις και ποινές μου είπε: «Προτιμώ να καλλιεργώ τα χωράφια μου, ως απλός αγρότης, και να κρατήσω την πίστη μου, παρά να συνεργήσω στην κατεδάφισή της και να πάω στην κόλαση μαζί με τον πατριάρχη και τους επισκόπους».
Δεν ξέρω αν ο απλοϊκός αυτός και ολιγογράμματος ιερεύς είχε διαβάσει συγγράμματα Αγίων Πατέρων· αυτά που είπε όμως εκφράζουν την διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας για την στάση όλων των πιστών και των λαϊκών απέναντι των επισκόπων και των πρεσβυτέρων σε περίπτωση που δεν ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας, αλλά ενι­σχύουν την αίρεση και την πλάνη. Το πλήθος των σχετικών πατερικών μαρτυριών υπάρχει τώρα στο βιβλίο μας «Κακή Υπακοή και Αγία Ανυπακοή». Υπενθυμίζουμε απλώς εδώ ενδεικτικά την γνώμη του μεγάλου αγωνιστού της Ορθοδοξίας εναντίον της αιρέσεως του
Αρειανισμού, του Μέγα Αθανασίου. Γράφει ότι στην περίπτωση που ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, οι οφθαλμοί της Εκκλησίας, συμπεριφέρονται κακώς και σκανδαλίζουν τον λαό, πρέπει να εκδιώκονται, έστω και αν υπάρχει κίνδυνος να μείνουν οι πιστοί χωρίς ποιμέ­να. Είναι καλύτερα, συμφέρει, χωρίς επισκόπους και ιερείς να γίνονται οι συνάξεις στους ναούς, παρά να ριφθούν οι πιστοί μαζί με τον επίσκοπο και τους ιερείς στην κόλαση, όπου πήγαν οι Εβραίοι της εποχής του Χριστού μαζί με τους αρχιερείς τους Άννα και Καϊά­φα: «Συμφέρον γαρ άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις ευκτήριον οίκον ή μετ’ αυτών εμβληθήναι, ως μετά Άννα και Καϊάφα, εις την γέενναν του πυρός» (1). Αυτό έπραξε στις ήμερες μας ο Αγιορείτης Ιερομόναχος Γαβριήλ και με μια ολιγόλογη και θαρραλέα Δήλωση και Ομολογία διέκοψε το μνημόσυνο του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, μετά τις συμπροσευχές και τις κοινές δηλώσεις με τον προηγούμενο πάπα, που έγιναν πριν από δύο έτη κατά την θρονική εορτή της Ρώμης στις 29 Ιουνίου του 2004 και την τελετήν των θυρανοιξίων ορθοδόξου ιερού ναού την 1ην Ιουλίου του αυτού έτους. Στο εξής, γράφει, για να μη θεωρηθεί ότι με την σιωπή μου συμφωνώ με όσα γίνονται, δεν θα συμμετέχω στις ακολουθίες που μνημονεύ­εται το όνομα του οικουμενικού πατριάρχου, αλλά θα παραμένω εις το κελλάκι μου «κάμνων την κανονικήν και καθωρισμένην μοναχικήν ακολουθίαν μου κατά μόνας εις ένδειξιν διαμαρτυρίας και έως ότου λάβη σαφή και συγκεκριμένην θέσιν η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους περί των συμβάντων γεγονότων των ως άνω ημερών» (2).

 2. Το ναρκωτικό του Οικουμενισμού και του Συγκρητισμού σε αυξημένες δόσεις
 Υπάρχουν πολλές τέτοιες άγρυπνες και ευαίσθητες συνειδήσεις Ορθοδόξων, των οποίων όμως η φωνή και η στάση δεν φθάνουν στις ακοές και στα όμματα των πολλών και εν πολλοίς αδιαφόρων πιστών. Αντίθετα προβάλλονται και μεγαλύνονται όσοι κληρικοί και θεολό­γοι υμνούν και προσκυνούν το θηρίο της Αποκαλύψεως, τον θρη­σκευτικό συγκρητισμό του Αντιχρίστου, την ισοπέδωση θρησκειών και ομολογιών, το πολυπολιτισμικό και πολυθρησκευτικό μοντέλο της δήθεν Νέας Εποχής, που επαναφέρει τον κόσμο στο σκοτάδι και στην διαφθορά της προ Χριστού εποχής, η οποία είχε γεράσει και φθαρή μέσα σε πάθη ατιμίας. Κατά το μέτρο που εκδιώκεται ο Χρι­στός και αποχριστιανίζεται ο κόσμος, και μάλιστα ο δυτικός και «πολιτισμένος», με ευθύνη του Παπισμού και του Προτεσταντισμού, κα­τά το ίδιο μέτρο το κενό καλύπτει ο Διάβολος. Μεταλλάσσεται η αλή­θεια του Θεού, η αληθινή θεογνωσία του Ευαγγελίου, με το ψεύδος της νέας ειδωλολατρίας του πολυπολιτισμού και του συγκρητισμού, με συνέπεια να ατονήσει η τήρηση των εντολών και να φθάσουν οι άνθρωποι εις «αδόκιμον νουν» «πεπληρωμένοι πάσης κακίας», ακό­μη και στην διάπραξη της πιο απεχθούς ακαθαρσίας του Σοδομισμού, της επαινούμενης και ασκούμενης ακόμη και από κληρικούς ομοφυ­λοφιλίας, όπως ακριβώς παρουσιάζει ο Απόστολος Παύλος την προ Χριστού εποχή στο πρώτο κεφάλαιο της Προς Ρωμαίους Επιστολής, στην οποία θέλουν να μας επαναφέρουν ως δήθεν Νέα Εποχή οι του συγκρητισμού και της Πανθρησκείας. Όσες συναντήσεις και αν γί­νουν του πάπα με ορθοδόξους πατριάρχες, η μόνη οδός επανευαγγελισμού των Χριστιανών είναι η εν μετανοία επάνοδος, η μίμηση του Αποστόλου Πέτρου στα δάκρυα που έχυσε για την άρνηση του Χρι­στού, του πάπα τώρα για την άρνηση της Αγίας Ορθοδοξίας των κοινών Πατέρων και Αγίων της πρώτης χιλιετηρίδος. Αν εξακολου­θήσει να επιμένει εγωιστικά στο δήθεν αξίωμα του Πέτρου και στα κλειδιά της Βασιλείας, όπως έπραξε και αυτές τις ήμερες στην Κωνσταντινούπολη, σε κοσμικές φιλοδοξίες και πρωτεία, τότε δεν ισχύει το «ποίμαινε τα πρόβατά μου» (3), αλλά το «Ύπαγε οπίσω μου Σατανά, ότι ου φρονείς τα του Θεού, αλλά τα των ανθρώπων» (4).
Μέσα, λοιπόν, στο κλίμα αυτό της δήθεν Νέας Εποχής, που διαμορφώνουν ο παπι­κός και προτεσταντικός Οικουμενισμός, με απώτερο όραμα την πανθρησκεία του Αντιχρίστου, ο Χριστός και η Εκκλησία Του δεν κηρύσσονται ως το μοναδικό φως, η μόνη οδός σωτηρίας, συνεργούντων δυστυχώς και συμφωνούντων και των περισσοτέρων Ορθοδόξων πατριαρ­χών, αρχιεπισκόπων και επισκόπων. Δια­ψεύδουμε στην πράξη αυτό που ψάλλουμε στο τέλος κάθε θείας Λειτουργίας, ότι δηλαδή «είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες». Δυστυχώς το φως που έδωσε η πα­τριαρχική θεία λειτουργία στο Φανάρι με την λειτουργική συμμετοχή του πάπα δεν ήταν το αληθινό Φως, η αληθινή πίστις, αλλά το σκότος και η πλάνη των αιρέσεων του filioque, του πρωτείου, των αζύμων, του καθαρτηρίου πυρός, της κτιστής Χάριτος, της κακοποιήσεως όλων των μυστηρίων, της κοσμικής εκκλησίας του Βα­τικανού που υπέκυψε στους πειρασμούς του Διαβόλου (5), για να αποκτήσει πλούτη και εξουσία, να γίνει κοσμικό κράτος και ουσιαστικά να παύσει να έχει σχέση με τον Χριστό και τον Χριστιανισμό κατά τον Ντοστογιέφσκυ. Και το σκότος αυτό μεταδό­θηκε μέχρι εκεί που εργάζονται ορθόδο­ξοι ιεραπόστολοι, οι οποίοι διερωτήθηκαν πως τώρα μπορούν να πείσουν τους ανθρώπους να γίνουν Ορθόδοξοι και όχι Ρωμαιοκαθολικοί ή πως να ενισχύσουν πολλούς που έγιναν Ρωμαιοκαθολικοί να έλθουν στην Ορθοδοξία, και αυτοί είναι πάρα πολλοί στις χώρες της ιεραπο­στολής, όταν μεταδόθηκε σε όλο τον κόσμο η εικόνα των συμπροσευχομένων και εν πολλοίς συλλειτουργούντων δύο προ­καθημένων, του πάπα και του πατριάρχου, αλληλοασπαζομένων και από κοινού ευλογούντων; Διερωτώμεθα και εμείς με­τά του Αποστόλου Παύλου και μετά του 46ου αποστολικού κανόνος, ο οποίος απα­γορεύει να δεχόμαστε το βάπτισμα και την Θεία Ευχαριστία των αιρετικών, τα οποία δυστυχώς και πάλι έχουν αναγνωρίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και άλλες ορθό­δοξες εκκλησίες, που επιτρέπουν σιω­πηρώς ακόμη και το κοινόν ποτήριον. «Τις γαρ κοινωνία φωτί προς σκότος; Τίς δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ ή τις μερίς πιστώ, μετά απίστου;» (6). Πώς θα τολμή­σουμε σε λίγες ημέρες να απευθυνθούμε προς τον γεννώμενο Χριστό· και να ψάλ­λουμε ότι «Η Γέννησίς Σου Χριστέ ο Θεός ημών ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως» και ότι όπως οι Μάγοι έτσι και εμείς τον προσκυνούμε «ως τον ήλιον της Δικαιοσύνης» και ευρίσκουμε την σωτη­ρία πιστεύοντες στη «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως, στην Ορθόδοξη δηλαδή Εκκλησία; Πόσες εκκλησίες υπάρχουν, και πόσες πίστες, και πόσα βαπτίσματα, μία, ένα ή πολλές και πολλά; Αν δεν είναι μία, η Ορθόδοξη, τότε κάνει λάθος ο Απόστολος Παύλος που λέγει «Εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα» (7):
Τα ερωτήματα όμως αυτά τώρα δεν προ­βληματίζουν, δεν γίνεται κατανοητή ακό­μη και η έννοια της αιρέσεως. Έπαυσαν οι άνθρωποι να διακρίνουν μεταξύ ορθού και εσφαλμένου, μεταξύ αληθείας και πλάνης. Το ναρκωτικό του Οικουμενισμού, της νέ­ας αυτής θρησκείας του Αντιχρίστου, της Παναιρέσεως αυτής κατά τον Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς, διδόμενο κατά μικρές δόσεις επί δεκαετίες και καλυμμένο με ορθοδοξοφανές περικάλυμμα σαν την Ουνία, με παρερμηνευόμενα χωρία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκ­κλησίας, έχει ναρκώσει τις συνειδήσεις των περισσοτέρων και μάλιστα πολλών κληρικών και θεολόγων. Έχει δημιουργή­σει μία φανταστική, ψεύτικη ατμόσφαιρα ειρήνης και ενότητος με τον δήθεν διάλο­γο της αγάπης, μέσα στην οποία αναπαύο­νται μακάρια τα πλήθη, που παίρνουν ανυποψίαστα και δωρεάν από τα μέσα ενη­μέρωσης το χαπάκι της οικουμενιστικής ηρωίνης. Οι δόσεις διαρκώς γίνονται ισχυ­ρότερες· από την απλή συνεργασία σε πρακτικά και κοινωνικά θέματα, από τις δηλώσεις των Ορθοδόξων αντιπροσώπων στα οικουμενιστικά συνέδρια ότι μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η αληθής Εκκλησία, φθάσαμε στην πλήρη κατεδά­φιση των ιερών κανόνων, με απροκάλυ­πτες και εμφανείς πλέον συμπροσευχές εις τα όμματα αγγέλων και ανθρώπων, εις την διακωμώδηση του φρικτού μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, μυστηρίου απολύ­του εν αληθεία ενότητος, με τους λει­τουργικούς ασπασμούς των αιρετικών και τις υπέρ αυτών δεήσεις των διακόνων και τους πολυχρονισμούς των ιεροψαλτών.

 3. Τα βήματα του Αθηναγόρα δεν είναι βήματα των Αποστόλων και των Πατέρων
 Φαντάζεται κανείς τον Μέγα Αθανάσιο να έχει απέναντί του τον Άρειο, στο αντίθρονο, να συμπροσεύχονται και να αλληλοασπάζονται στο «αγαπήσωμεν αλλή­λους», και ο χορός των ψαλτών να εύχε­ται υπέρ της μακροημερεύσεως του Α­ρείου, για να συνεχίζει το αιρετικό καταστροφικό του έργο; Έχει καμμία σχέση η εικόνα, που παρουσιάζει τον Άγιο Νικό­λαο να ραπίζει, να χαστουκίζει τον Άρειο, με την εικόνα του πατριάρχου να ασπάζε­ται τον παναιρετικό πάπα και να θεωρεί ευλογία την παρουσία του; Ποιος έχει δί­καιο, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, που καταράται τον πάπα, ή ο πατριάρχης που τον επαινεί και τον περιπτύσσεται ως αδελφόν; Οι μοναχοί της ερήμου της Παλαι­στίνης με ηγέτη τον εορτάζοντα επίσης αυτές τις ημέρες Άγιο Σάββα, που εκράτησαν την Εκκλησία αμόλυντη από την αίρεση του Μονοθελητισμού, ή ο ταλαί­πωρος και δυστυχής μοναχός του Αγίου Όρους που συνέθεσεν ύμνους και τρο­πάρια, για να τιμήσουν την επίσκεψη του αιρετικού πάπα στο Φανάρι; (ΣΗΜ. «ΆΛ. ΟΨ.»: Στην Ανακοίνωση της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους στις 30/12/2006, δηλ. κατόπιν της συγγραφής του παρόντος άρθρου, διαψεύδεται η πληροφορία ότι τα τροπάρια τα συνέθεσε Αγιορείτης μοναχός). Έχουν αυτοί οι Αγιορείτες καμμία σχέση με τους οσιομάρτυρες Αγιορείτες, που εμαρτύρησαν αντιδρώντες στον φιλοπαπισμό του πα­τριάρχου Ιωάννου Βέκκου;
Είναι βέβαιο πως η Αγία Ευφημία, της οποίας το σκήνωμα ευρίσκεται στον πα­τριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου, και η οποία «λίαν ηύφρανε τους Ορθοδόξους και κατήσχυνε τους κακοδόξους» Μονο­φυσίτες, δεν ευφραίνεται, αλλά λυπάται με όλα αυτά και συστέλλει την Χάρη της. Το ίδιο ισχύει και για τους Αγίους Γρηγόριο Θεολόγο και Ιωάννη Χρυσόστομο, των οποίων τα λείψανα ασπάσθηκαν ο πα­τριάρχης και ο πάπας· δεν ευφράνθηκαν, αλλά λυπήθηκαν. Η αποστολική διαδοχή δεν είναι μόνον χρονική διαδοχή στους θρόνους, αλλά είναι και διαδοχή στους τρόπους και στη διδασκαλία· «και τρόπων μέτοχος και θρόνων διάδοχος». Διακόπτε­ται, όταν διακοπεί η συνέχεια της αληθεί­ας, της ορθοδόξου πίστεως. Το μόνο αλη­θές στις προσφωνήσεις και ομιλίες του πα­τριάρχου είναι ότι ακολουθεί τα βήματα των προκατόχων του Αθηναγόρου και Δη­μητρίου. Η ιστορία, όμως, της Εκκλησίας δεν αρχίζει από τον Αθηναγόρα, αλλά έχει οπίσω της δύο χιλιάδων ετών ιστορία αγώ­νων εναντίον των ετεροθρήσκων και ετε­ροδόξων και χιλίων διακοσίων περίπου ετών ιστορία αγωνιστών πατριαρχών και ομολογητών, αρχιερέων, ιερέων, μοναχών και λαϊκών εναντίον του Παπισμού, από του Μέγα Φωτίου μέχρι σήμερα. Και ασφαλώς οι ορθόδοξοι ακολουθούμε τους αναγνωρισμένους από την διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας Αγίους και Πατέρες και όχι τους αιρετίζοντας και λατινοφρονούντας συγχρόνους πατριάρχας, αρχιεπισκόπους και επισκόπους. Τα βήματα του Αθηναγό­ρου και του Δημητρίου δεν είναι βήματα των Αποστόλων και των Πατέρων.

 4. Γκρεμίζεται ο φράκτης της Ορθοδοξίας. Ακοινώνητοι και αμνημόνευτοι οι επίσκοποι
 Αυτά γράφονται εν πλήρει συνειδήσει των ιστορικών όντως στιγμών που ζούμε, από τις αρνητικές και καταστρο­φικές της Ορθοδοξίας ενέργειες και εκδηλώσεις. Εν πλήρει συνειδήσει επί­σης των ευθυνών και των συνεπειών αυτής μας της στάσεως.
Προτιμούμε να διωκόμεθα και να συκοφαντούμεθα, παρά να μένουμε σιωπηλοί και αφωνότεροι ιχθύος μπροστά στην εμφανή κακοποίηση της Ορθοδό­ξου Πίστεως, να είμαστε με τους Αγίους, παρά να έχουμε την φιλία και την συμπά­θεια των φιλοπαπικών και λατινοφρόνων. Περιμένουμε και προσευχόμεθα να ενισχυθεί και με επισκόπους η ορθόδοξη παράταξη, όπως και με δειλιώντες ακόμη και αμφιρρέποντες ιερείς και μοναχούς. Η αλήθεια, πάντως, δεν είναι συνάρτηση αριθμών και ποσών. Οι πολλοί πολλάκις έχουν κάνει ισχυρό το ψεύδος και την πλάνη. Επισημαίνουμε ότι η τηλεοπτική εικόνα της συναντήσεως πατριάρχου και πάπα, οι λειτουργικοί ασπασμοί και πολυχρονισμοί, αφύπνισαν τις συνειδήσεις πολλών οι οποίοι διαπιστώνουν ότι κιν­δυνεύει πλέον η ακεραιότητα της αλή­θειας, ότι οι μνημονευόμενοι στη Θεία Λει­τουργία επίσκοποι, ως εγγυητές της εν τη πίστει ενότητος δεν ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας, δεν ευρίσκονται σε κοινωνία με τους προ αυτών Αγίους, αλλά ουσιαστικά είναι ακοινώνητοι, ως κοινωνούντες με τους ακοινωνήτους. Είναι μεγάλη η ευθύνη όσων σιωπούν εν καιρώ κινδυνευούσης πίστεως.
Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, επικρινόμενος από συμμοναστάς του, γιατί άφησε το αγιορειτικό του ησυχαστήριο, την προσευχή και την νήψη, και κατήλθε στη Θεσσαλονίκη, για να αναλάβει τον αγώνα εναντίον του παπικού Βαρλαάμ και των ομοφρόνων του, χαρακτηρίζει ως «ανευλαβή ευλάβεια» την παραίτηση από το να παρουσιάζουμε την δογματική διδασκα­λία της Εκκλησίας και να ελέγχουμε την αίρεση και την πλάνη, όπως έπραξαν οι Άγιοι Πατέρες και για τις πιο μικρές κακοδοξίες. Αληθής ευσέβεια είναι να ακολουθούμε όχι αυτούς, που καταστρέφουν τους φράκτες, για να εισέλθουν οι αιρετι­κοί, αλλά τους θεοφόρους Πατέρας. Αν παραβλέψει κανείς και υποτιμήσει και ενός μόνο Πατρός την διδασκαλία, αδυ­νατίζει ο φράκτης σε εκείνο το σημείο και εισέρχεται από εκεί όλο το πλήθος των κακοδόξων αιρετικών. Θλίβεται κανείς και σπαράσσει μέχρι βαθέων, αναλογιζόμε­νος και μόνο την πατριαρχική ρήση, που θεωρεί τους Αγίους Πατέρες, οι οποίοι αγωνίσθηκαν εναντίον του πάπα ως θύμα­τα του Διαβόλου και αξίους της συγχωρήσεως και του ελέους του Θεού (8). Αν όμως, ο Μέγας Φώτιος, ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άγιος Νικόδημος Αγιο­ρείτης και πλείστοι άλλοι πολέμιοι των αιρέσεων του Παπισμού, είναι όργανα και θύματα του Διαβόλου, πρέπει να τους διαγράψουμε από τις δέλτους των Αγίων, να καταργήσουμε τις εορτές και τις ακολουθίες, και αντί να επικαλούμεθα τις πρε­σβείες και την βοήθειά τους, να τους κά­νουμε μνημόσυνα και τρισάγια, για να τους συγχωρήσει ο Θεός. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάντως λέγει: «Τοιγαρούν, τούτ' έστιν αληθής ευσέβεια, το μη προς τους θεοφόρους πατέρας αμφισβητείν. Και γαρ των προειρημένων αγίων αι θεολογίαι όρος εισί θεοσεβείας αληθούς και χάραξ, ώσπερ εκάστη τον οιονεί φραγμόν και το περιτείχισμα της ευσεβείας συμπληρούσα, καν περιέλη τις μίαν γουν αυτών, εκείθεν ο της κακονοίας των αιρε­τικών εσμός εισρυήσεται πολύς» (9). Χαρα­κτηρίζει, μάλιστα, όσους σιωπούν και δεν αγωνίζονται εναντίον των αιρέσεων ως τρίτο είδος αθεΐας, ενώ στα δύο πρώτα είδη κατατάσσει τους απίστους και τους αιρετικούς (10). Είναι εύλογη αύτη η εκτίμη­ση, αν αναλογισθεί κανείς την αξιωματική ρήση, ότι σιωπή σημαίνει συγκατάθεση.

 5. Καταφρόνησις των Ιερών Κανό­νων. «Ένοχος ένοχον ου ποιεί»
 Δεν θα επεκταθούμε τώρα περισσότερο. Είχαμε αποφασίσει εν όψει των Χριστου­γέννων να αναστείλουμε τους αγώνες και να περιμένουμε· τα γεγονότα όμως τρέ­χουν κατεδαφίζεται η ευσέβεια, ακυρώνε­ται το νόημα της θείας ενανθρωπήσεως, και παρεμποδίζεται το έργο της σωτηρίας. Χριστούγεννα χωρίς αληθινό Χριστό, χωρίς αληθινή πίστη, δεν έχουν κανένα νόημα· καταντούν κοσμική εορτή ευωχίας υλικής και σωματικών απολαύσεων. Σε λίγες ημέ­ρες το σκηνικό θα επαναληφθεί και στη Ρώ­μη με την εκεί επίσκεψη του αρχιεπισκό­που Χριστοδούλου. Στο επόμενο φύλλο του «Ορθοδόξου Τύπου» θα παρουσιά­σουμε ένα συγκλονιστικό θαύμα του εορτάζοντος αυτές τις ημέρες Αγίου Σπυρίδωνος, πολιούχου Κερκύρας, με το οποίο απέβαλε και απομάκρυνε από τον ναό του, επομένως και από την Ορθόδοξη Εκκλησία, τον πάπα, ως και τα επί του θαύματος σχόλια του Αγίου Αθανασίου του Παρίου. Στη συνέχεια δε με τη βοήθεια, του Θεού και τις πρεσβείες των εναντίον του πάπα αγωνισθέντων, ομολογησάντων και μαρτυρησάντων Αγίων, θα σχολιάσουμε θεολο­γικά και εκκλησιολογικά όσα έγιναν στο Φα­νάρι, «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι» και όχι «τοις βήμασι» του Αθηναγόρου και του προκατόχου του Μελετίου Μεταξάκη. Θα δείξουμε ότι εκτός των συνηθισμένων ήδη συμπροσευχών, γίνονται και συλλείτουρ­γα, συμμετοχές στο κοινό ποτήριο σε «οι­κουμενικές» λειτουργίες (11), και απλώς αυτό αποκρύπτεται δεν εμφανίζεται επισήμως, διότι η οικουμενιστική ηρωίνη δεν έχει ναρ­κώσει ακόμη όλες τις συνειδήσεις, υπάρ­χουν μερικοί «φανατικοί», που αρνούνται να μετάσχουν στη νάρκωση και αντιδρούν.
Είναι αδιανόητο να επιδιώκουμε την ενότητα με τους αιρετικούς και να αποσχι­ζόμαστε από τους αδελφούς μας Ορθο­δόξους· εκείνους να τους αγκαλιάζουμε, και αυτούς να τους αφορίζουμε και να τους τιμωρούμε. Εμείς παραμένουμε ενω­μένοι με την ανά τους αιώνας Εκκλησία των Αγίων, με την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, ως τρόφιμοι και τέ­κνα της. Αποδεχόμαστε όλα τα δόγματά της, όλους τους ιερούς κανόνες της, όλες τις οικουμενικές και τοπικές συνόδους και αποκρούουμε και αποκηρύσσουμε όλες τις αιρέσεις, παλαιές και νεώτερες, και με­ταξύ αυτών τις πάμπολλες του Παπισμού και του Προτεσταντισμού. Όσοι τις δικαι­ολογούν ως θεολογούμενα, όσοι αναγνω­ρίζουν τα μυστήρια και την Χάρη των δήθεν αδελφών εκκλησιών, όσοι εσμίκρυναν και εξευτέλισαν την Εκκλησία, συναριθμούντες αυτήν μεταξύ των αιρέσεων, των δήθεν εκκλησιών, αυτοί σχίζουν και δι­αιρούν τους Ορθοδόξους πιστούς και υπόκεινται στα σχετικά επιτίμια των ιερών κανόνων, που δεν έχουν παλιώσει, ούτε έχουν ακυρωθή, αλλά ίσχυαν, ισχύουν και θα ισχύουν πάντοτε. Η νέα εποχή, η καινή κτίση, άρχισε δια της ενανθρωπήσεως, δια της Γεννήσεως του Χριστού και συνεχίζε­ται δια των Αποστόλων και των Πατέρων. Δεν την αρχίζουν τώρα οι πατριάρχες και οι αρχιεπίσκοποι, που διακρίνουν τις επο­χές και διαιρούν την Εκκλησία, για να απο­φύγουν τις συνέπειες της συνεχείας και της ταυτότητος.
Όσοι τολμήσουν να χρησιμοποιήσουν κατά το δοκούν και κατά το συμφέρον κά­ποιους κανόνες ως κανόνια εναντίον των αγωνιστών και ομολογητών της Ορθοδο­ξίας, ας σκεφθούν εν πρώτοις ότι είναι εμφανώς και καταφανώς με όσα δημοσίως λέγουν και πράττουν ένοχοι οι ίδιοι πλή­θους κανονικών παραβάσεων, και ότι εκτός του ότι «ένοχος ένοχον ου ποιεί», ενεδρεύει σε περίπτωση αδίκων αποφά­σεων ο κίνδυνος της ταυτοπαθείας είτε εν ζωή, είτε μετά θάνατον. Μνημονεύουμε ενδεικτικά μερικούς μόνον κανόνες που έχουν πλέον κουρελιασθή από τους παραβαίνοντες: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος μό­νον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω» (12). «Επίσκοπον ή πρεσβύτερον αιρε­τικών δεξαμένους Βάπτισμα ή θυσίαν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν· τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; Ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου» (13). «Περί του μη συγχωρείν τοις αιρετικοίς εισιέναι εις οίκον Θεού, επιμένοντας τη αιρέσει» (14). «Ότι ου δει αιρετικών ευλογίας λαμβάνειν, αίτινές εισιν, αλογίαι μάλλον, ή ευλογίαι» (15). «Ότι ου δει αιρετικοίς ή σχισματικοίς συνεύχεσθαι» (16). «Ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των σαλπίγγων του Πνεύ­ματος πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των τοπικών συναθροισθεισών επί εκδόσει τοιούτων διαταγμάτων και των Αγίων Πατέ­ρων ημών εξ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα· και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι αναθεματίζομεν, ους δε τη καθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν, ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν, ους δε επιτιμίω παραδιδόασι και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν» (17).

Παραπομπαί:
1. Βλ. ΒΕΠΕΣ 33, 199.
2. Το πλήρες κείμενο της Δηλώσεως - Ομολογίας, βλ. στο περιοδικό «Άγιος Αγαθάγγελος Εσφιγμενίτης», τεύχος  204, Ιούλιος - Αύγουστος 2004, σελ. 35 και στο περιοδικό «Θεοδρομία» 8 (2006) 387 - 388.
3. Ιω. 21, 16.
4. Ματθ. 16, 23.
5. Ματθ. 4, 1-11.
6. Β' Κορ. 6, 14. Κανών ΜΣΤ' Αγίων Απο­στόλων: «Επίσκοπον ή πρεσβύτερον, αιρετικών δεξαμένους Βάπτισμα ή θυσίαν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν. Τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; Ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;».
7. Εφ. 4, 5.
8. Βλ. «Εκκλησιαστική Αλήθεια» (16-2-1998): «Η μετάνοια ημών δια το παρελθόν είναι απαραίτητος. Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον εις αναζήτησιν ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλά οφείλομεν ενώπιον αυτού, όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων». Η φρικτή αυτή δή­λωση προκάλεσε δικαιολογημένα έγγραφη αντίδραση του Αγίου Όρους. Οι πατριαρχι­κές εξηγήσεις και ερμηνείες δεν είναι καθό­λου πειστικές. Χρειαζόταν αναγνώριση του λάθους και αίτηση συγγνώμης από τους Αγί­ους και από το ορθόδοξο πλήρωμα. 
9. Προς τον ευλαβέστατον εν μοναχοίς κυρ Διονύσιον 5, εν Π. Χρήστου, Γρηγορίου Παλαμά Συγγράμματα. Θεσσαλονίκη 1966, τόμ. 2, σελ. 486.
10. Αυτόθι, σελ. 482. Τα δύο άλλα είδη αθεΐας είναι η απιστία και η αίρεση, όπως αναπτύσσει στο εν λόγω έργο.
11. Είναι συγκλονιστική η περιγραφή «οικουμενικής» λειτουργίας στη Σύρο, από τον καθηγητή Κ. Μπέη, και τώρα κληρικό της Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως και Πρεβέζης, ο οποίος εν χαρά και καυχήσει περιγράφει  αυτήν  την καταλυτική των Ιερών Κανόνων και της Πατερικής Παρα­δόσεως εμπειρία. Βλ. Αθ. Σακ
., «Η Νέα Εποχή», εν «Ορθ. Τύπος», φ.. 1667, 1/12/06, σ. 3: «Όταν ήλθε η στιγμή να απαγγελθεί το "Πιστεύω", ο καθολικός επίσκοπος κάλεσε όλους τους πι­στούς, αδιάκριτα από δόγματα, να το απαγ­γείλουν κατά το αρχικό τυπικό της συνόδου της Νίκαιας, δίχως το φιλιόκβε. Και όταν ήλθε η ώρα της θείας κοινωνίας, εμβάπτιζε την όστια στο δισκοπότηρο με τον οίνο, έτσι ώστε κατά το λόγο του μεγάλου Αθηναγόρα να μπορούμε όλοι να κοινωνήσουμε από το ίδιο δισκοπότηρο. Και κοινωνήσαμε. Καθο­λικοί, ορθόδοξοι και διαμαρτυρόμενοι. Από το κοινό δισκοπότηρο της κοινής πίστης. Δίχως σύνορα και δίχως μισαλλόδοξες προ­καταλήψεις». Δεν αμφιβάλλουμε για τις νομικές γνώσεις του καθηγητού, αν και θα πε­ριμέναμε περισσότερη ευαισθησία απέναντι των κανόνων δικαίου της Εκκλησίας, για των οποίων την καταπάτηση καυχάται. Η άγνοια πάντως στοιχειωδών λειτουργικών όρων, που μαθαίνουν οι πρωτοετείς φοιτηταί της Θεολογικής Σχολής, όπως προκύ­πτει από αυτό και μόνο το απόσπασμα, συ­νηγορεί ότι πρέπει να μη είναι τόσο βέβαιος για τις θεολογικές θέσεις που εκφράζει (π.χ. τυπικό της συνόδου της Νίκαιας, δι­σκοπότηρο κ.ά.).
12. Κανών ΜΕ' Αγ. Αποστόλων. 
13. Κανών ΜΣΤ΄ Αγ. Αποστόλων.
14. Κανών ΣΤ΄ εν Λαοδικεία Συνόδου.
15. Κανών ΛΒ' εν Λαοδικεία Συνόδου.
16. Κανών ΛΓ εν Λαοδικεία Συνόδου.    17. Κανών Α' της εν Νικαία Ζ' Οικ. Συνόδου.   (
Εφημερίδα Ορθ. Τύπος, 22/12/2006).

Πηγή: "Ἄλλη ὄψις"


2οντου Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελου Αγγελακόπουλου

«ΛΙΑΝ ΕΥΦΡΑΝΑΣ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΤΗΣΧΥΝΑΣ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΔΟΞΟΥΣ»

Η ΑΓΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ

Εν Πειραιεί 10-7-2012

Πρεσβ.  Άγγελος Αγγελακόπουλος, εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Νέου Φαλήρου Πειραιώς

Κάθε χρόνο στις 11 Ιουλίου, η Ορθόδοξος Εκκλησία εορτάζει το θαύμα της αγίας ενδόξου μεγαλομάρτυρος Ευφημίας, με το οποίο εκράτυνε τον τόμο του όρου της πίστεως των 630 θεοφόρων Πατέρων, που συνεκρότησαν την Δ΄ Αγία και Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ.
Η καλλίνικος μάρτυς του Χριστού Ευφημία ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού και του ανθυπάτου της Ρώμης Πρίσκου, το 288 μ.Χ. Καταγόταν από την Χαλκηδόνα και ήταν κόρη του Φιλόφρονος και της Θεοδοσιανής. Αφού διαβλήθηκε ότι ομολογούσε τον Χριστό και δεν θυσίασε στον ψευδοθεό Άρη, τιμωρήθηκε με τροχούς και φωτιά και με πολλά άλλα βάσανα. Ύστερα, αφού δόθηκε στα θηρία, για να την κατασπαράξουν, έμεινε αβλαβής απ’ αυτά. Έπειτα δαγκώθηκε από μια αρκούδα και, αφού προσευχήθηκε, παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού στο θέατρο. Το τίμιο λείψανό της εναποτέθηκε μέσα σε θήκη και ενταφιάσθηκε σε κάποιο τόπο κοντά στην Χαλκηδόνα, όπου παρέμεινε για αρκετά χρόνια, αναβρύοντας παντοδαπάς ιάσεις και επιτελώντας άπειρα θαύματα. Μετά την παρέλευση πολλού χρόνου, όταν εξαπλώθηκε η ευσέβεια στον κόσμο, έγινε αυτό το παράδοξο.
Στις ημέρες του Θεοδοσίου του μικρού, το 410 μ.Χ., ένας ιερομόναχος, Ευτυχής στο όνομα, δυστυχής στο νου, έγινε αρχηγός της αιρέσεως του Μονοφυσιτισμού, ισχυριζόμενος ο φρενοβλαβής ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έχει μόνο μία φύση, την φύση της Θεότητος, και μόνο μία ενέργεια, την ενέργεια της Θεότητος. Καθαιρέθηκε, όμως, από τον άγιο Φλαβιανό Πατριάρχη Κων/λεως. Παρ’ όλ’ αυτά μεταχειριζόμενος ο άθλιος ως όργανα τους αθέους ευνούχους του βασιλέως, δεν έπαυε να ταράττει την Εκκλησία και να στήνει παγίδες, έως ότου ετελεύτησε ο βασιλιάς Θεοδόσιος. Όταν, όμως, βασίλευσε ο άγιος Μαρκιανός με την αγία Πουλχερία, διέταξε να συγκροτηθεί Οικουμενική Σύνοδος στη Χαλκηδόνα, το 451 μ.Χ., για να εξετάσει την υπόθεση.
Αφού συνήλθαν στη Χαλκηδόνα 630 επίσκοποι, συνεκρότησαν την Αγία Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Τότε, αφού συζήτησαν πολλά, κατεδίκασαν και αναθεμάτισαν τον Ευτυχή και τον ακόλουθό του Διόσκορο, όπως και όλους όσοι βλασφημούσαν ότι ο Χριστός έχει μία φύση και μία ενέργεια. Διεκήρυξε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος ότι οι δύο τέλειες φύσεις του Χριστού, η θεία και η ανθρώπινη, παρέμειναν μεταξύ τους ενωμένες στο ένα πρόσωπο του Θεού Λόγου «ασυγχύτως, αδιαιρέτως, ατρέπτως και αχωρίστως». Δεν υπήρξε καμμία απορρόφηση ή προσχώρηση ή σύγχυση ή διαίρεση ή τροπή των δύο φύσεων, αλλά παρέμειναν και οι δύο ακέραιες, διατηρώντας η κάθε μία τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. Οι δύο φύσεις δηλ. αλληλοπεριχωρήθηκαν. Επομένως, το ορθό είναι ότι ο Χριστός είχε δύο τέλειες φύσεις, την θεία και την ανθρώπινη, και όχι μόνο μία, την θεία. Ακολούθως μπορούμε να κάνουμε λόγο για δυοφυσιτισμό μετά την ένωση και όχι για μονοφυσιτισμό.

Επειδή, όμως, οι αιρετικοί δεν πείθονταν στα δόγματα της αγίας Συνόδου, οι άγιοι Πατέρες μετήλθαν άλλο τρόπο. Και τα δύο μέρη, οι Ορθόδοξοι και οι κακόδοξοι Μονοφυσίτες, έγραψαν αυτά που πίστευαν και κήρυτταν σε ξεχωριστό τόμο. Αφού άνοιξαν τη θήκη, που περιείχε το τίμιο λείψανο της αγίας Ευφημίας, απέθεσαν αυτά τα δύο βιβλία σφραγισμένα στο στήθος της αγίας. Αφού, μετά από λίγες ημέρες, άνοιξαν πάλι τη θήκη, είδαν και εξέστησαν. Διότι, τον μεν τόμο των αιρετικών τον βρήκαν ριγμένο κάτω στα πόδια της αγίας, τον δε τόμο των Ορθοδόξων, που περιείχε τον όρο και την απόφαση της Αγίας Συνόδου, τον βρήκαν να κρατιέται από την Μάρτυρα στην αγκαλιά της. Αφού έγινε αυτό, θαύμασαν όλοι γι’ αυτό το παράδοξο. Απ’ αυτό οι μεν Ορθόδοξοι στηρίχθηκαν στη πίστη και δόξασαν τον Θεό, που καθημερινώς πράττει μεγάλα και παράδοξα θαύματα για την επιστροφή και την διόρθωση πολλών, οι δε αιρετικοί Μονοφυσίτες καταισχύνθηκαν.

Εξαιτίας αυτού του παραδόξου θαύματος κατά χρέος ψάλλει η Εκκλησία μας προς την αγία Ευφημία: «Λίαν εύφρανας τους Ορθοδόξους και κατήσχυνας τους κακοδόξους, Ευφημία Χριστού καλλιπάρθενε˙ της γαρ τετάρτης Συνόδου εκύρωσας, α οι Πατέρες καλώς εδογμάτισαν˙ μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος».
Το χαριτόβρυτο ιερό λείψανο της αγίας μετακομίσθηκε ακέραιο από την Χαλκηδόνα στην Κων/λη σε ομώνυμο ιερό ναό. Μετά την άλωση, μετατέθηκε στον ιερό ναό των αγίων Αποστόλων, ενώ μέχρι σήμερα βρίσκεται στον ιερό ναό του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του τροπαιοφόρου στο Φανάρι[1].

Το θαύμα αυτό έχει ιδιαίτερη επικαιρότητα. Διότι, στις ημέρες μας διεξάγεται θεολογικός διάλογος με τους Αντιχακληδονίους Μονοφυσίτες, με σκοπό την ένωσή τους με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Ο διάλογος με τους αιρετικούς είναι ευλογημένο έργο, όταν αποβλέπει στην επιστροφή τους στην Εκκλησία. Δυστυχώς, όμως, ο κάθε διάλογος δεν σημαίνει ότι έχει και ορθόδοξες προϋποθέσεις και αποβλέπει σε ορθόδοξο τέλος. Και επειδή, με τον πρόσφατο θεολογικό διάλογο με τους Αντιχαλκηδονίους Μονοφυσίτες επιδιώκεται ένωση απαράδεκτη από ορθοδόξου πλευράς, έχουν εκφρασθεί σοβαρώτατες ανησυχίες γι’ αυτόν και έχει επισήμως εκφρασθεί η διαφωνία με μια ένωση, που δεν θα εδράζεται στην ακρίβεια της Ορθοδόξου Πίστεως.
Ένα από τα πολλά ανορθόδοξα συμπεράσματα του διαλόγου είναι ότι ο χωρισμός των Ορθοδόξων και των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών οφείλεται σε παρεξήγηση, ενώ στην πραγματικότητα έχουμε την ίδια πίστη. Προτάσσεται μάλιστα η έκδοση βιβλίων, με τα οποία ο Ορθόδοξος λαός μας θα εκπαιδευθεί να πιστέψει ότι μέχρι τώρα δεν είχε δίκαιο που θεωρούσε τους Αντιχαλκηδονίους Μονοφυσίτες αιρετικούς.
Για να γίνει αυτό αντιληπτό, παραθέτουμε στη συνέχεια μερικές από τις απαράδεκτες και επαίσχυντες θέσεις της συμφωνίας του Σαμπεζύ το 1990 με τους Μονοφυσίτες:
1) «Αμφότεραι αι οικογένειαι (Ορθόδοξοι καi Μονοφυσίτες) διετήρησαν πάντοτε πιστώς την αυτήν αυθεντικήν Ορθόδοξον Χριστολογικήν πίστιν και την αδιάκοπον συνέχειαν της αποστολικής παραδόσεως, καίτοι εχρησιμοποίησαν χριστολογικούς όρους κατά διάφορον τρόπον. Η κοινή αύτη πίστις και συνεχής πιστότης προς την αποστολικήν παράδοσιν δέον όπως καταστή η βάσις της ημετέρας ενότητος και κοινωνίας».
2) «Αμφότεραι αι Εκκλησίαι (Ορθόδοξη και Μονοφυσιτική) συμφωνούν ότι τα χωρίζοντα ημάς σήμερον αναθέματα και αι καταδίκαι του παρελθόντος, δέον όπως αρθούν υπό των Εκκλησιών».
3) «Η άρσις των αναθεμάτων και των καταδικών θα πραγματοποιηθή υπό τον όρον ότι οι κατά το παρελθόν αναθεματισθέντες και καταδικασθέντες Πατέρες και Σύνοδοι δεν είναι αιρετικοί».
4) «Αι δύο οικογένειαι Εκκλησιών (Ορθόδοξη και Μονοφυσιτική) (καλούνται όπως) ενθαρρυνθούν να εξετάσουν το θεολογικό πρόγραμμα σπουδών και τα χρησιμοποιούμενα βιβλία εις τα ιδρύματα αυτών και να επιφέρουν εις αυτά αναγκαίας προσθήκας και αλλαγάς»[2].
Ο Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων (1964-1971, 1971, 1979, 1985-1993) τυπικά ολοκληρώθηκε με την δημοσίευση των Α΄ καί Β΄ Κοινών Δηλώσεων (1989, 1990), με τις οποίες διακηρύσσεται ότι η Χριστολογία των Αντιχαλκηδονίων είναι ουσιαστικά ορθόδοξη, παρά τήν λεκτική διαφοροποίησή της από εκείνη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επί τη βάσει αυτής της παραδοχής έχει προταθεί η δυνατότητα να αρθούν τα αναθέματα, που οι άγιες Οικουμενικές Σύνοδοι εξεφώνησαν κατά των Αντιχαλκηδονίων αιρεσιαρχών, εφ’όσον μπορεί να αποδειχθεί ότι οι συγκεκριμένοι αιρεσιάρχες έχουν καταδικασθεί όχι επί αιρέσει, αλλά επειδή προκάλεσαν το αντιχαλκηδόνιο σχίσμα στην Εκκλησία (δηλ. για κανονικούς λόγους).
Η άποψη αυτή, αποτέλεσμα των θεολογικών διεργασιών της Μικτής Επιτροπής του Διαλόγου, δεν μπορεί να κατανοηθεί από Ορθοδόξου πλευράς, δεδομένου ότι ο σεβηριανός μονοφυσιτισμός στη διάρκεια δεκαπέντε αιώνων έχει αποτελέσει πολλές φορές θέμα θεολογικών συζητήσεων επί Ιουστινιανού, επί Ηρακλείου, επί Μεγάλου Φωτίου, επί Μανουήλ Κομνηνού. Είναι περισσότερο από προφανές, βάσει των πηγών, ότι ο σεβηριανός μονοφυσιτισμός συζητήθηκε όλες αυτές τις εποχές ως δογματικό ζήτημα και όχι ως κανονικό. Κατά τον άγιο μάλιστα Μάξιμο τον Ομολογητή συνιστά ανατροπή της Τριαδολογικής και της Χριστολογικής διδασκαλίας της Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη θέση είναι ότι οι αιρεσιάρχες Διόσκορος και Σεβήρος είναι κατά κυριολεξίαν αιρετικοί, δηλ. η Χριστολογία τους είναι αιρετική και επομένως είναι αδύνατον οι Αντιχαλκηδόνιοι να ενωθούν με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας χωρίς προηγουμένως να απαρνηθούν το σεβηριανό μονοφυσιτικό τους φρόνημα και να καταδικάσουν τους παραπάνω αιρεσιάρχες.
Μέσα σ’αυτό το κλίμα κατά τα έτη 2000 και 2002 υποστηρίχθηκαν στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. δύο θεολογικές διατριβές, που στοιχίζονται στη γνωστή θέση του Θεολογικού Διαλόγου, ότι οι αιρεσιάρχες Διόσκορος και Σεβήρος έχουν ορθόδοξη Χριστολογία. Η εκπόνηση των διατριβών προφανώς αποβλέπει στην ενίσχυση των θεολογικών απόψεων του περατωθέντος Θεολογικού Διαλόγου και στην προώθηση της μεθόδου ενώσεως, που αυτός πρότεινε, δηλ. την αναγνώρηση εκ μέρους των Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών ως ορθοδόξου της αντιχαλκηδονίου πλευράς και την άρση των αναθεμάτων των αντιχαλκηδονίων αιρεσιαρχών επί τη παραδοχή ότι καταδικάσθηκαν από τις άγιες Οικουμενικές Συνόδους για κανονικά παραπτώματα και όχι για αιρετική διδασκαλία.
Πρόκειται Α) για την διδακτορική διατριβή του κ. Ηλία Δ. Κεσμίρη με τίτλο «Η Χριστολογία και η εκκλησιαστική πολιτική του Διοσκόρου Αλεξανδρείας», Θεσσαλονίκη 2000, η οποία συμπεραίνει ότι η Χριστολογία του εν λόγω αιρεσιάρχου έπεται αυθεντικά της Χριστολογίας του αγίου Κυρίλλου και ότι οι εναντίον της κατηγορίες για δοκητισμό και ευτυχιανισμό δεν επιβεβαιώνονται από τις σωζόμενες, και Β) για την διδακτορική διατριβή του κ. Ιωάννου Θ. Νικολόπουλου, «Η Χριστολογία του Σεβήρου Αντιοχείας και ο Όρος της Χαλκηδόνος», Θεσσαλονίκη 2002, η οποία επιχειρεί να αποδείξει ότι η Χριστολογία του εν λόγω αιρεσιάρχου είναι σαφώς κυρίλλειος και επομένως ορθόδοξη. Και οι δύο διδακτορικές διατριβές είχαν την εποπτεία και επίβλεψη του καθηγητού της δογματικής κ. Γεωργίου Μαρτζέλου, ο οποίος, σημειωτέον, είναι πρόεδρος των Ορθοδόξων στην Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου[3].
Όμως. σύμφωνα με τον καθηγούμενο της Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους αρχιμανδρίτη Γεώργιο Καψάνη,
α) Η δογματική ταυτότητα των Αντιχαλκηδονίων προσδιορίζεται από το σύνολο της αντισεβηριανής γραμματείας του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, των λοιπών αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων και όχι μόνο από την επιγραμματική αναφορά «προφάσει του εν Χαλκηδόνι συντάγματος... αποσχίσαντες, τα δε άλλα πάντα ορθόδοξοι υπάρχοντες». Ο άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τους ονομάζουν μονοφυσίτας και δίνουν σε εκτενείς πραγματείες τους το δογματικό περιεχόμενο αυτού του χαρακτηρισμού. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής ανέπτυξε ανεπανάληπτη επιχειρηματολογία, με την οποία αποδεικνύει τον αιρετικό χαρακτήρα της σεβηριανής Χριστολογίας.
β) Ερμηνευμένο με γνώμονα την συνοδική, πατερική και λατρευτική παράδοση το επίμαχο απόσπασμα «προφάσει του εν Χαλκηδόνι συντάγματος του τόπου αποσχίσαντες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τα δε άλλα πάντα ορθόδοξοι υπάρχοντες», μαρτυρεί για την αιρετική Χριστολογία των Αντιχαλκηδονίων. Τα «άλλα πάντα», στα οποία, κατά τον λόγο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, είναι ορθόδοξοι, αναφέρονται σε θέματα, που δεν αφορούν την Χριστολογία. Στην ίδια πατερική παράδοση βασίζεται και η διαπίστωση ότι η σεβηριανή Χριστολογία είναι παραχάραξη της κυριλλείου Χριστολογίας.
γ) Οι αποφάνσεις των καθηγητών Ιω. Καρμίρη και π. Ιω. Ρωμανίδη υπέρ της ορθοδοξίας των Αντιχαλκηδονίων ήταν αποτέλεσμα πρωίμου ενθουσιασμού και γι’αυτό σύντομα παρεχώρησαν τη θέση τους σε σοβαρές αμφιβολίες και πολλή περίσκεψη.
δ) Ο ισχυρισμός ότι ο Διόσκορος έχει ορθόδοξη Χριστολογία, επειδή δέν καταδικάσθηκε για δογματικούς λόγους, σύμφωνα με την δήλωση του αγίου Ανατολίου, αποδεικνύεται αβάσιμος. Η δήλωση του αγίου Ανατολίου ήταν αυθαίρετη και αυτό πιστοποιείται από τα Πρακτικά και τον τρόπο, που κατανοήθηκαν από τους μεταγενεστέρους Πατέρες. Ο ισχυρισμός, επίσης, ότι ο Διόσκορος έχει ορθόδοξη Χριστολογία, επειδή η έκφραση «εκ δύο φύσεων» είναι δήθεν δογματικώς ισοδύναμη με την έκφραση «εν δύο φύσεσιν», δεν έχει έρεισμα. Η έκφραση «εκ δύο φύσεων», αν και ορθόδοξη καθ’εαυτή, χωρίς την έκφραση «εν δύο φύσεσιν», δεν εξασφαλίζει από την εκτροπή του χριστολογικού φρονήματος σε αυτό που ονομάζουμε σεβηριανή Χριστολογία. Αν και ο αρχικός Όρος περιείχε την «εκ δύο φύσεων» και από τους επισκόπους της συνόδου χαρακτηρίσθηκε επιμόνως ορθόδοξος, δεν είχε την δογματική πληρότητα, που απέκτησε ο τελικός Όρος με την έκφραση «εν δύο φύσεσιν».
ε) Οι εκβοήσεις των Πατέρων, που κατεδίκαζαν με αναθεματισμό τον Διόσκορο, εξέφραζαν το καθολικό φρόνημα της Εκκλησίας, επειδή ήταν εκβοήσεις όλων των Πατέρων εν μιά καρδία και όχι μεμονομένες φωνές ολίγων ή περισσοτέρων επισκόπων.
στ) Η ληστρική σύνοδος ήταν αιρετική, επειδή παρέκαμψε τις Διαλλαγές του αγίου Κυρίλλου και συντάχθηκε με την αιρετική δήλωση του Ευτυχούς «δύο φύσεις προ της ενώσεως, μία φύσις μετά τήν ένωσι».
ζ) Οι όροι ανάκραση, σύγχυση, φυρμός, που αποδίδονται στους Αντιχαλκηδονίους, είναι θεολογικώς ακριβείς, επειδή είναι η φυσική συνεπαγωγή της ομολογίας της μιάς συνθέτου φύσεως της σεβηριανής Χριστολογίας. Δεν είναι ποιμαντική ορολογία (αντιλογία), που δήθεν έχει την δυνατότητα να μην ακριβολογεί στο δόγμα. Έχει χρησιμοποιηθεί από τους αγίους Πατέρες ακόμη και σε Ομολογίες Πίστεως (ομολογία), που αναμφιβόλως απαιτεί ακριβολογία. Το ασυγχύτως του Σεβήρου δεν εξασφαλίζει από την σύγχυση, ενόσω ομολογείται η μία σύνθετη φύση. Ο παραλληλισμός της ομολογίας με τις «σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις» των δογματικών θεμάτων είναι άστοχος, επειδή συχνά οι προσεγγίσεις αυτές έρχονται σε αντίθεση με τα βασικά δόγματα της πίστεως.
η) Οι αιρετικοί, που δεν έχουν καταδικασθεί για δογματικούς λόγους, όπως οι Ικέτες και οι Αυτοπροσκόπτες, μπορεί να έχουν καθ’όλα ορθόδοξη δογματική διδασκαλία, αλλά και αυτό άχρι καιρού, διότι συχνά μεταπίπτουν σε ετεροδοξία, «ίνα δόξωσιν ευλόγως χωρισθήναι της Εκκλησίας», όπως παρατηρεί ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης[4]. Όμως, οι αντιχαλκηδόνιοι αιρεσιάρχες Διόσκορος και Σεβήρος έχουν καταδικασθεί για συγκεκριμένες δογματικές διδασκαλίες, οπότε δεν είναι δυνατόν να συγκαταριθμηθούν μεταξύ των ανωτέρω σχισματοαιρετικών.
θ) Οι αντιχαλκηδόνιοι αιρεσιάρχες αποκόπηκαν από την Εκκλησία με βάση το ‘εκκλησιολογικό’ κριτήριο, την οικουμενική απόφαση της Εκκλησίας εναντίον τους˙ όχι όμως άνευ του δογματικού περιεχομένου της, αλλά λόγω αυτού, το οποίο στην περίπτωσή τους ήταν η άρνηση του δογματικού Όρου της Συνόδου. Είναι πολλάκις μαρτυρημένη στην πατερική γραμματεία η αλληλοπεριχώρηση μεταξύ της ορθοδόξου πίστεως, των ιερών Συνόδων, που την βεβαίωσαν, και των καταδικών, που αυτές επέβαλαν εναντίον εκείνων, που την απέρριψαν.
ι) Αποδεικνύοντας εσφαλμένη την θεωρία του κ. Μαρτζέλου, συνάγει κανείς το συμπέρασμα ότι για να γίνει μία συνεπής προς την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία ένωση των Αντιχαλκηδονίων με την Εκκλησία, πρέπει να αποδεχθούν τις Οικουμενικές Συνόδους Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄ και Ζ΄ με ό,τι αυτή η αποδοχή συνεπάγεται˙ να αποκηρύξουν δηλ. την σεβηριανή Χριστολογία τους, να αποδεχθούν τις καταδίκες, που έχουν επιβληθεί στους αιρεσιάρχες Διόσκορο και Σεβήρο και να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία με όσους παραμένουν στα αντιχαλκηδόνια φρονήματά τους. Αυτή η τακτική είναι σύμφωνη με την εμπειρία της Εκκλησίας από τις ενωτικές προσπάθειες, που απέτυχαν, και από εκείνες, που καρποφόρησαν την αληθινή ενότητα. Στην τελευταία ανήκει η επί αγίου Φωτίου. Η μεθόδευση, που θα παρακάμψει τις ανωτέρω στοιχειώδεις απαιτήσεις, δήθεν ως οικονομία, θα ζημιώσει την Εκκλησία[5].
Παρ’ όλ’ αυτά το 1990 στο Σαμπεζύ αναγνωρίσθηκαν τα αιρετικά μυστήρια των Μονοφυσιτών.
Ο Οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος απευθυνόμενος σε ‘ιεράρχες’ της Αρμενικής, Αιθιοπικής και Συριακής Κοινότητας, στις 26-10-2009, στη Νέα Υόρκη, τόνισε:
«Ο θεολογικός διάλογος μεταξύ των δύο Χριστιανικών Οικογένειών μας – που είναι η Ορθόδος  Εκκλησία και οι Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες (=οι Μονοφυσίτες) – έβαλε και επισήμως ένα τέλος στις παρεξηγήσεις του παρελθόντος. Δεν είναι η θεολογία που μάς χωρίζει. Μάλλον, είμαστε ενωμένοι στη δέσμευσή μας να θέσουμε τα ποιμαντικά, λειτουργικά, εκκλησιαστικά ζητήματα στα οποία θα οικοδομήσουμε την ενότητά μας όλο και περισσότερο»[6].
Όπως αναφέραμε «το 1990 στο Σαμπεζύ της Ελβετίας υπογράφηκε συμφωνία των οικουμενιστών εκπροσώπων των Πατριαρχείων ότι οι Μονοφυσίτες είναι Ορθόδοξοι, με αποτέλεσμα να επέλθει ‘κοινωνία’ τους με το Πατριαρχείο Αντιοχείας και εν μέρει με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας! Κατόπιν τούτου,  στην Αντιόχεια οι ‘Ορθόδοξοι’ οικουμενιστές αναγνωρίζουν και προσκυνούν ως ‘άγιο’ τον μονοφυσίτη Διόσκορο, τον φονέα του Αγίου Φλαβιανού, και στο Τορόντο, συντρώγουν, συμπίνουν και συμπροσεύχονται με τους αμετανοήτους αιρετικούς μονοφυσίτες»[7].
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος Β’ κατά την συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Αρμενίας κ. Serzh Sargsyan  (19 Ιανουαρίου 2011) είπε τα ακόλουθα:
«Το πρώτο που θα μπορούσε κανείς να σημειώσει είναι ότι αυτός ο λαός της Αρμενίας δέχθηκε και τις δυσκολίες και την ξεπέρασε στηριζόμενος στην Ορθόδοξη πίστη. Και ο λαός σας έμεινε χωρίς κρατική υπόσταση και τη θέση της ανέλαβε η Εκκλησία, ώστε εθναρχούσα να καθοδηγήσει και να συντηρήσει αυτόν τον λαό. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και σ’ αυτό τον τόπο για αιώνες, όταν η Εκκλησία σκέπαζε, στήριζε και βοηθούσε αυτόν τον λαό. Αυτά όμως όλα πέρασαν, κύριε Πρόεδρε, και σήμερα ζούμε σε μια άλλη εποχή, που έχει τις δικές της δυσκολίες και τα δικά της προβλήματα.
Νομίζω ότι η συνεργασία μας, ιδιαίτερα ο σύνδεσμός μας με την Ορθόδοξη πίστη και η προσπάθειά μας να είμαστε ενωμένοι όλοι οι Ορθόδοξοι είναι ένα μέτρο, που μπορεί να βοηθήσει στις σημερινές δυσκολίες.
Κύριε Πρόεδρε, αναφέρατε προηγουμένως πως οι αξίες της Ορθόδοξης πίστης ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε αναντικατάστατες. Όταν αυτά ακούγονται από απλούς ανθρώπους ασφαλώς έχουν τη σημασία τους, αλλά όταν λέγονται από τα χείλη του Προέδρου μιας φίλης χώρας, όπως η Αρμενία, έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα.
Σας παρακαλούμε και πατρικώς σας προτρέπουμε να κάνετε τον αγώνα σας και να προσθέσετε και εσείς τη δική σας πέτρα στην ένωση όλων των Ορθοδόξων, όπου κι αν βρίσκονται»[8].
Είναι τελείως απαράδεκτο να συμμετέχει η Ορθόδοξος Εκκλησία σ’ αυτή τη καρικατούρα διαλόγου του λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (ΠΣΕ), που ουσιαστικά είναι Παγκόσμιο Συμβούλιο των Αιρέσεων, του Εωσφόρου και του ΠΣΕύδους, παρά των «Εκκλησιών», «Παγκόσμιο Συνονθύλευμα των Αιρέσεων», που εδρεύει στη Γενεύη, την στιγμή που το Π.Σ.Ε., αναγνωρίζει τους Μονοφυσίτες ως Ορθοδόξους, τους αποκαλεί «Αρχαίες Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες», και οι οποίοι παρακάθονται στο τραπέζι του διαλόγου μαζί με τους Ορθοδόξους ως «Ορθόδοξοι». Αλήθεια, πώς οι Ορθόδοξοι δέχονται μια τέτοια υποτίμηση και πώς τα ανέχονται όλ’αυτά; Αυτό είναι τουλάχιστον εμπαιγμός.

Αδυνατούμε να δεχθούμε τέτοιες απόψεις, οποιοσδήποτε και αν τις έχει εκφράσει. Ακόμη και αν Άγγελος εξ ουρανού μας διδάξει αντίθετα από αυτά, που διδαχθήκαμε στην αγία μας Εκκλησία, ας είναι ανάθεμα.
Ανατραφήκαμε με την πίστη ότι μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει ακέραια την αποστολική πίστη. Αυτή την πίστη μάς την παρέδωσαν οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες. Τον θησαυρό αυτής της πίστεως ζούμε καθημερινά «εν οστρακίνοις σκεύεσιν»[9]. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε πεποιθήσεις για θέματα, που αφορούν την αιώνια σωτηρία μας και πολύ περισσότερο την ταυτότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι οι αιρετικοί Ευτυχής, Διόσκορος και Σεβήρος, οι αιρεσιάρχες του Μονοφυσιτισμού και του Μονοενεργητισμού, πρέπει να θεωρούνται από τώρα και στο εξής Ορθόδοξοι. Δεν μάς το επιτρέπει η υμνολογία, οι βίοι των αγίων, η παράδοση των πατέρων μας. Δεν μας το επιτρέπει η αγία ένδοξος μεγαλομάρτυς του Χριστού Ευφημία. Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε τα συμπεράσματα ενός θεολογικού διαλόγου, που θέλει τους αιρεσιάρχες Ευτυχή, Διόσκορο και Σεβήρο Ορθοδόξους, ισότιμους με τον άγιο Φλαβιανό, την αγία Ευφημία, τον άγιο Λέοντα Ρώμης, τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά.
Ο απλός λαός του Θεού παρ’ όλο που δεν μπορεί να κατανοήσει τις λεπτές θεολογικές έννοιες, εμπιστεύεται, όμως, την πατροπαράδοτη πίστη, όπως αυτή έχει κατασταλάξει στα τροπάρια της Εκκλησίας και στους βίους των αγίων. Το δογματικό του αισθητήριο έχει καλλιεργηθεί μέσα στο ναό με τις ιερές ακολουθίες και εν γένει με την πνευματική μελέτη και ζωή. Τα συναξάρια της Εκκλησίας, που αναφέρονται στους Αντιχαλκηδονίους Μονοφυσίτες, τούς παρουσιάζουν σαφώς αιρετικούς, χωρισμένους από την Εκκλησία, αλλά επί πλέον και με διεστραμμένη πίστη για το πρόσωπο του Χριστού. Η μαρτυρία των συναξαρίων είναι σπουδαιότατη, διότι συμφωνούν απόλυτα με την διδασκαλία των αγίων πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων.
Τέλος, εκφράζουμε την ευχή οι Αντιχαλκηδόνιοι Μονοφυσίτες να συνειδητοποιήσουν ότι οι «πατέρες» τους έπεσαν σε αίρεση, να κατανοήσουν την πλάνη, στην οποία δυστυχώς μέχρι σήμερα βρίσκονται, να αποκηρύξουν την αίρεση και τους αρχηγούς της Ευτυχή, Διόσκορο και Σεβήρο και να επανέλθουν στην αγκάλη της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, που είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία[10].

[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, τ. Α’, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2003, σσ. 155-156 και τ. ΣΤ’, σσ. 52-54
[2] Συμφωνία του Σαμπεζύ το 1990 με τους Μονοφυσίτες και Χρήστος Λιβανός, «Έλεγχος προκλητικής και εμπρηστικής εγκυκλίου του Φαναρίου», Θεοδρομία ΙΒ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2010) 108-109), Δευτέρα κοινή Δήλωσις και προτάσεις προς τας εκκλησίας της Μεικτής επί του Διαλόγου Επιτροπής, Γενεύη, Σεπτέμβριος 1990, ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Η ‘Ορθοδοξία’ των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, εκδ. Βρυέννιος, σειρά ‘Καιρός’, Θέματα εκκλησιαστικής επικαιρότητος, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 28).
[3] ΙΕΡΟΜ. ΛΟΥΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ, Διόσκορος καί Σεβήρος˙ οι αντιχαλκηδόνιοι αιρεσιάρχαι˙ κριτική δύο διδακτορικών διατριβών», εκδ. Ι.Μ.Οσίου   Γρηγορίου Αγίου Όρους 2003, σσ. 15,17, 23, 25.                                     
[4] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 160, 589.
[5] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ,  Η ‘ιδεολογική’ ορθοδοξία των Αντιχαλκηδονίων˙ απάντησις σε απόψεις του καθηγητού κ. Γεωργίου Μαρτζέλου, εκδ. Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2005, σσ. 80-83. ΙΕΡΟΜ. ΛΟΥΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ, Διόσκορος καί Σεβήρος˙ οι αντιχαλκηδόνιοι αιρεσιάρχαι˙ κριτική δύο διδακτορικών διατριβών», εκδ. Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους 2003,  ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ,  «Επιστημονική κριτική μιας διδακτορικής διατριβής», Γρηγόριος Παλαμάς  792 (2002) 308-316,  ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Η ‘ Ορθοδοξία’ των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, εκδ. Βρυέννιος 1994 καί Είναι οι  Αντιχαλκηδόνιοι Ορθόδοξοι; Κείμενα της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους και άλλων αγιορειτών Πατέρων περί του διαλόγου Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτών), εκδ. Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου, Αγιον Όρος 1995. 
[6] www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=816
[7] Ελληνοκαναδική Ορθόδοξος Ιεραποστολική Αδελφότης ‘Ορθόδοξη Φωνή’, «Συμπροσευχαί Ορθοδόξων με αιρετικούς μονοφυσίτας», Ορθόδοξος Τύπος (14-10-2011) 8.
[8] «Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος «εβάπτισεν» Ορθοδόξους τους Μονοφυσίτας, όταν αυτοί αρνούνται την Ορθόδοξον διδασκαλίαν εις το χριστολογικόν δόγμα περί των φύσεων του Χριστο~υ», Ορθόδοξος Τύπος (4-2-2011) 1, 7 και ΠΡΩΤΟΠΕΡΣΒ. Θ. ΖΗΣΗΣ, «Οι Αρμένιοι δεν είναι Ορθόδοξοι, Μακαριώτατε», Θεοδρομία ΙΓ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2011) 3-8. www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=816
[9] Β΄ Κορ. 4,7.
[10] Η αίρεσις των μονοφυσιτών αντιχαλκηδονίων˙ διηγήσεις από τους βίους των αγίων, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1997, σσ. 7-10, 24-28. και ΙΕΡΟΜ. ΛΟΥΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ, Διόσκορος και Σεβήρος˙ οι αντιχαλκηδόνιοι αιρεσιάρχαι˙ κριτική δύο διδακτορικών διατριβών, εκδ.  Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2003 και Είναι οι  Αντιχαλκηδόνιοι Ορθόδοξοι; Κείμενα της  Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους και άλλων αγιορειτών Πατέρων περί του διαλόγου Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτών), εκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 1995 και ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ,  Η ‘Ορθοδοξία των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, εκδ. Βρυέννιος, 1994 και ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Η ‘ιδεολογική’ ορθοδοξία των αντιχαλκηδονίων˙ Απάντησις σε απόψεις του καθηγητού κ. Γεωργίου Μαρτζέλου, εκδ. Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2005 και ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΡΤΖΕΛΟΣ, «Ορθοδοξία και αίρεση των Αντιχαλκηδονίων κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό», Θεολογία 752 (2004) 593-609.         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.