Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Η ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ, όπως παρουσιάζεται στην Π. ΔΙΑΘΗΚΗ, ερμηνευομένη από τους ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ


Ἀπόσπασμα ἀπὸ μελέτη
τοῦ Ἱερομονάχου π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ

Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Ὁ λόγος ὁ ὁποῖος μᾶς ἀνάγκασε νά προβοῦμε εἰς αὐτήν τήν μικράν ἐργασία καί μελέτη εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν ἡ ἀμφισβήτησις ἐκ μέρους κάποιων ἀδελφῶν, κυρίως Ἀντιοικουμενιστῶν, τῆς ἐπιτακτικῆς ἀπολύτου καί ὑποχρεωτικῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, περί ἀμέσου ἀπομακρύνσεως ἀπό τούς αἱρετικούς Ἐπισκόπους και ποιμένας, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ κατηγορία καί μομφή τήν ὁποία μᾶς ἀπηύθυναν, ὅτι δῆθεν παρερμηνεύουμε τίς Γραφές καί, ὡς ἐκ τούτου, ἐξάγουμε τά συμπεράσματα τά ὁποῖα μᾶς ἐξυπηρετοῦν, προκειμένου νά στηρίξωμε τό ὑποχρεωτικό τοῦ ΙΕ΄ Ἱεροῦ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Ἱερᾶς Συνόδου.
Παρουσιάζοντας λοιπόν αὐτήν τήν μικράν ἐργασία στούς ἀδελφούς, προσεπιδηλοῦμε ὅτι, ἡ ντολή αὐτή τῆς ἀποτειχίσεως, εἶναι ἡ πλέον σαφής καί ἀδιαμφισβήτητη μέσα στήν Ἁγία Γραφή καί, κατά τήν γνώμη μας, αὐτή ἡ ἐντολή εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία μέ διαφόρους τρόπους ἔχει καταγραφεῖ  περισσότερες φορές ἀπό τίς ἄλλες ἐντολές, σέ σημεῖο, θά λέγαμε, νά τήν συναντᾶς, μελετώντας τήν Ἁγία Γραφή, συνεχῶς μπροστά σου.
Παρ’ ὅλα αὐτά αὐτήν τήν ἐντολή, ἡ ὁποία εἶναι ἴσως ἡ μόνη ἡ ὁποία, ὄχι μόνο προστατεύει τούς Ὀρθοδόξους ἀπό τήν πλάνη, ἀλλά προστατεύει καί τήν ἀλήθεια, καί τήν Ἁγία Γραφή, καί ὅλη τήν Ὀρθόδοξο Παράδοσι ἀπό τή νοθεία καί τήν ἐκκοσμίκευσι, αὐτήν τήν ἐντολή σήμερα τήν ἀμφισβητοῦν κάποιοι, τήν περιορίζουν ὡς θεσπισθεῖσαν ἀπὸ μόνο ἕναν Ἱερό Κανόνα μιᾶς τοπικῆς Συνόδου, τόν ὁποῖο γιά εὐνοήτους λόγους τόν ἐβάπτισαν δυνητικό, τήν ἐντολή αὐτή τοῦ Θεοῦ τήν ὑπέταξαν στίς ἀρχές τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς Ν. Ἐποχῆς μέ τό νά θεωρήσουν ὅτι ἡ ἐφαρμογή της προκαλεῖ σχίσμα, ἔξοδο ἀπό τήν Ἐκκλησία (κατ’ οὐσία τήν οἰκουμενιστική και συνεπῶς αἱρετική) κ.λπ.
Τήν ἐντολή αὐτή τήν ἔφεραν στά μέτρα των, τήν ἀπομόνωσαν ἀπό τήν ὑπόλοιπη Ἁγία Γραφή καί φυσικά ἀπό τό πνεῦμα της· διδάσκουν ὅτι χρειαζόμαστε Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι πρέπει πρῶτοι νά τήν ἐφαρμόσουν καί μετέπειτα, αὐτοί θά τούς ἀκολουθήσουν· διδάσκουν ὅτι χρειάζονται  Συνοδικές ἀποφάσεις περί καταδίκης τῆς αἱρέσεως γιά νά τήν ἐφαρμόσουν· διδάσκουν ὅτι οἱ σύγχρονοι γέροντες δέν τήν ἐφάρμοσαν καί ἄρα καλύπτονται πίσω ἀπό αὐτό τό λάθος των, καί τελικῶς, μέ ὅλες αὐτές τίς διδασκαλίες των, τά τεχνάσματα καί τίς ἐφευρέσεις των, κατήργησαν αὐτήν τήν σωτήρια ἐντολή, ἡ ὁποία ὡς μόνιμη ἐπωδός εὑρίσκεται διάχυτη σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή πρός προστασία μας, θά λέγαμε καί ὡς φύλαξ ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας.
Διά τῆς καινοτόμου αὐτῆς διδασκαλίας λοιπόν, ἤδη δρέπομε τούς καρπούς τῆς δειλίας μας καί τῆς ὀλιγωρίας μας, βλέπομε πλέον τήν ραγδαία καί μέ γεωμετρική πρόοδο αὔξησι τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐνῶ οἱ Ὀρθόδοξοι παραμένουν ἁπλοί παρατηρητές τῶν γεγονότων καί ἐξελίξεων.
Οἱ αἱρετικοί Οἰκουμενιστές Ἀρχιεπίσκοποι, Πατριάρχες καί Ἐπίσκοποι ρυθμίζουν καί κατευθύνουν πλέον τήν ἱστορική πορεία τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Ὀρθόδοξοι ἀκολουθοῦν, ἄλλοι μετά χαρᾶς και ἀδιαφορίας (οἱ χλιαροί καί ἀδιάφοροι), ἄλλοι μετά διαμαρτυριῶν, διακηρύξεων καί χαρτοπολέμου (οἱ συνειδητοί καί προβληματισμένοι)· πάντως ὅλοι εἶναι στόν χορό τῆς αἱρέσεως καί ὁ καθένας κινεῖται σ’ αὐτόν τόν χορό ἀναλόγως τῆς γνώσεως καί τῆς προαιρέσεως του.
Ἕνας ἐπί πλέον λόγος, διά τόν ὁποῖο ἔγινε αὐτή ἡ μικρή ἐργασία καί μελέτη, εἶναι καί τό ὅτι πάλι καί πολλάκις ἐζητήσαμε ἀπό τούς Ἀντιοικουμενιστές νά κατοχυρώσουν ἁγιογραφικῶς τίς θεωρίες των καί τήν στάσι των ἀπέναντι στήν αἵρεσι καί αὐτοί, γνωρίζοντας προφανῶς ὅτι εἶναι ἀκατοχύρωτη καί κατά τό δή λεγόμενο στόν ἀέρα, ἀπέφυγαν νά ἀπαντήσουν, ἤ, ὅταν ἀπαντοῦσαν, ἔλεγαν ἄλλα ἀντί ἄλλων.
Ἡ παρουσίασις τῶν ἁγιογραφικῶν ἐντολῶν, οἱ ὁποῖες ἐντέλλονται τήν ἀποτείχισι ἀπό τούς αἱρετικούς ποιμένες καί Ἐπισκόπους, ἀποδεικνύει τήν πλήρη ἁρμονία καί ταύτισι τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων.  Ἀποδεικνύει δέ ἐπί πλέον ὅτι ὅλοι οἱ Ἱεροί Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν γιά τούς αἱρετικούς καί γιά τήν σχέσι τῶν Ὀρθοδόξων μέ αὐτούς, ἀναφέρονται στούς ἔχοντας αἱρετικά φρονήματα γενικῶς  (εἴτε δηλαδή καταδικασμένοι ὑπό Συνόδου, εἴτε ὄχι) καί ὄχι, ὅπως μέ πονηρία καί ἀπάτη διδάσκουν οἱ Ἀντοικουμενιστές, ὅτι οἱ Ἱεροί Κανόνες ἀναφέρονται στούς καταδικασμένους ὑπό Συνόδου αἱρετικούς καί ἄρα ὅτι, οἱ μή καταδικασμένοι, δέν ὑπάγονται στίς διατάξεις καί στά ἐπιτίμια τῶν Κανόνων. Αὐτή ἡ ἑρμηνεία τῶν Ἀντιοικουμενιστῶν εἶναι σκόπιμη, ὕπουλη καί ἐφησυχαστική καί, φυσικά, ἔρχεται σέ ἀντίθεσι μέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων.

Τά ἁγιογραφικά χωρία τά ὁποῖα παραθέτομε κατωτέρω δέν εἶναι τά μοναδικά, τά ὁποῖα ὁμιλοῦν γιά τήν ἄμεσο ἀποτείχισι τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀλλά ἐκρίναμε ὅτι εἶναι τά σημαντικώτερα, διότι ὅπως ἐπαναλάβαμε, παντοῦ ἡ Ἁγία Γραφή ὁμιλεῖ γιά τήν ἀποτείχισι, διότι τελικῶς αὐτή ἀποτελεῖ τήν προστασία της καί τήν προστασία τῶν πιστῶν καί γιά τόν πρόσθετο λόγο ὅτι εἶναι ἡ φύσις τῆς ἀληθείας τέτοια, ὥστε νά μήν δέχεται οἱαδήποτε ἐπιμιξία καί ἀλληλοπεριχώρησι μέ τήν πλάνη καί τήν αἵρεσι.


Π Α Λ Α Ι Α  Δ Ι Α Θ Η Κ Η

Ψαλμός 25, 4-5: «οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος καὶ μετὰ παρανομούντων οὐ μὴ εἰσέλθω· ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων καὶ μετὰ ἀσεβῶν οὐ μὴ καθίσω».
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀναφέρει  τά ἑξῆς χρησιμοποιῶντας καί ἑρμηνεύοντας αὐτόν τόν ψαλμό τῆς Π. Διαθήκης: «Ἐκδιώξατε τόν πονηρόν καί σκολιόν ἐξ ὑμῶν, ἤ φύγετε ἀπ’ αὐτοῦ· ἐπειδή πᾶσα κακία μολύνει τόν ἄνθρωπον. Διά τοῦτο καί ὁ Δαβίδ, φεύγων τούς πονηρούς, ἔλεγεν· “Οὐκ ἐκάθισα μετά συνεδρίου ματαιότητος, καί μετά παρανομούντων οὐ μή εἰσέλθω. Ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων”. Διά τί δέ ταῦτα ἐποίει; Ἐπειδή πάλιν λέγει ἀλλαχοῦ· “Μετά ὁσίου ὅσιος ἔσῃ, καί μετά ἐκλεκτοῦ ἐκλεκτός ἔσῃ, καί μετά στρεβλοῦ διαστρέψῃς”. Καί γάρ οἷός ἐστιν ὁ συνοικῶν μετά σοῦ, τοιοῦτον ἀπεργάσεται εἶναί σε» (Μ. Ἀθανασίου, Ρήσεις καί ἑρμηνεῖαι Παραβολῶν τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου, Ἐξ Ἐπιστολῶν Παύλου).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος ἀναφέρει ὅτι ἐξομοιώνεσαι μέ αὐτόν τόν ὁποῖο συνοικεῖς, δι’ αὐτό ἀπαιτεῖ τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς πονηρούς καί σκολιούς. Αὐτό φυσικά ἰσχύει πολύ περισσότερο διά τήν ἐκκλησιαστική ἐνσωμάτωσι.
         Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης χρησιμοποιεῖ τόν ψαλμό αὐτόν μαζί μέ τήν διδασκαλία τοῦ Μ. Βασιλείου γιά νά διδάξη ὅτι, ὄχι μόνο νά μήν ἔχωμε καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, καί μέ αὐτούς πού ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ
αὐτούς, ἀλλά οὔτε στούς ναούς πού κατέχονται ἀπό αὐτούς νά εἰσερχώμεθα χάριν προσευχῆς καί ψαλμωδίας.  Εἰς ἀπάντησιν κάποιων ἐρωτήσεων τοῦ μοναχοῦ Μεθοδίου ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«Ἐρώτησις Γ΄: Περί τῶν κοινωθέντων ἐκκλησιῶν ἐκ τῶν ἱερέων τῶν κοινωνησάντων τῇ αἱρέσει, καί κατεχομένων ὑπ’ αὐτῶν· εἰ χρή ἐν αὐταῖς εἰσιέναι χάριν εὐχῆς καί ψαλμῳδίας.
Ἀπόκρισις: Οὐ χρή τό καθόλου εἰς τάς τοιαύτας ἐκκλησίας εἰσιέναι, κατά τούς εἰρημένους τρόπους· ἐπειδή γέγραπται· Ἰδού ἀφίεται ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. Ἅμα γάρ τῷ εἰσαχθῆναι τήν αἵρεσιν, ἀπέπτη ὁ ἔφορος τῶν ἐκεῖσε ἄγγελος, κατά τήν φωνήν τοῦ μεγάλου Βασιλείου· καί κοινός οἶκος ὁ τοιόσδε χρηματίζει ναός. Καί οὐ μή εἰσέλθω, φησίν, εἰς Ἐκκλησίαν πονηρευομένων. Καί ὁ Ἀπόστολος· Τίς συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετά εἰδώλων;» (Φατ. 549,832,29).
         Ἐδῶ ἀντιθέτως πρός τήν Ἁγία Γραφή οἱ ἀντιοικουμενιστές κάθονται στήν ἴδια τράπεζα (μάλιστα πνευματική) μέ τούς Οἰκουμενιστές αἱρετικούς, τούς μνημονεύουν, τούς ἀναγνωρίζουν κ.λπ.


Ὁ ψαλμός 138, 21-22: «Οὐχὶ τοὺς μισοῦντάς σε, Κύριε, ἐμίσησα καὶ ἐπὶ τοὺς ἐχθρούς σου ἐξετηκόμην; τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτούς, εἰς ἐχθροὺς ἐγένοντό μοι».
         Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἑρμηνεύοντας τόν ψαλμό αὐτό μᾶς διδάσκει τά ἑξῆς: «”Οὐχί τούς μισοῦντας σε Κύριε, ἐμίσησα;” Ὅτι τούς μέν σούς ἠγάπων καί ἀπεδεχόμην φίλους∙ τούς δέ ἐχθρούς σου τελείως ἐμίσουν.  Ἐχθροί δέ τοῦ Θεοῦ πρώτως μέν καί κυρίως οἱ ἀκάθαρτοι δαίμονες∙ δεύτεροι δέ μετ’ ἐκείνους οἵ τε τήν εἰδωλολατρείαν πρεσβεύοντες καί οἱ τῶν αἱρέσεων ἀρχηγοί» (Ε.Π.Ε. 7, 264,15).
         Ὁ Μ. Ἀθανάσιος στούς ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ συγκαταλέγει καί τούς ἀρχηγούς τῶν αἱρέσεων· ἐμεῖς ὀφείλομε νά τούς μισοῦμε σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί, φυσικά, νά μήν ἔχωμε μαζί των καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία. Μέ τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία δηλώνομε ἐμπράκτως ὅτι ὄχι μόνο δέν τούς μισοῦμε, ἀλλά ἀπεναντίας εἴμεθα ἐνσωματωμένοι μαζί των, τούς ἀναγνωρίζομε ὡς ποιμένες, τούς ἀκολουθοῦμε κ.λπ.


Ἡσαΐας 48,22:  «Οὐκ ἔστι χαίρειν, λέγει Κύριος, τοῖς ἀσεβέσιν».
Τό χωρίον αὐτό τοῦ προφήτου Ἡσαΐα τό χρησιμοποιεῖ ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης γιά νά μᾶς διδάξη ὅτι, ἡ ἀπομάκρυνσις ἀπό τούς αἱρετικούς, γίνεται πρωτίστως γιά νά προστατευθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό τήν ἀλλοίωσι τοῦ φρονήματός των καί, βεβαίως, γιά νά συναισθανθοῦν καί συνειδητοποιήσουν ποῦ εὑρίσκονται καί ποία ὁδό ἀκολουθοῦν.
Σέ ἐπιστολή του πρός τόν ἡγούμενο Αὐξέντιο ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Πρός δέ ὅτι τοῖς Ἰουδαίοις λογομαχία πρόκειται, ἔα τούς χριστομάχους, ὦ πατέρων ἄριστε, λυττᾶν εἰς ἑαυτούς∙ οἱ γάρ αὐτοῦ Χριστοῦ τοῦ ἀληθινοῦ θεοῦ ἡμῶν τάς διδαχάς ἀπορραπίσαντες, τάς τε τῶν ἀποστόλων ὑποθήκας παρωσάμενοι καί συλλήβδην πάντων τῶν θεοφόρων τάς ὑψηγορίας βδελυξάμενοι σχολῇ  γ’ ἄν ὑφ’ ἡμῶν αὐτούς, ὁ Κύριος εἶπεν, τυφλοί εἰσιν. καί ὁ προφήτης φησίν∙  οὐκ ἔστι λέγειν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσι λέγει Κύριος. πρός γάρ τῷ μηδέν ὠφελεῖσθαι ἐν τῇ συμβολῇ τοῦ λόγου καί ἑαυτούς παραβλάψοιμεν, τοῖς ἰοβόλοις αὐτῶν ῥήμασι δίκην ὄφεως φαρμακευόμενοι. ὁ θεός συντρίψει τούς ὀδόντας αὐτῶν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν∙ τάς μύλας τῶν λεόντων συνέθλασεν ὁ Κύριος» (Φατ. 518, 772,14).
Ἐπίσης ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σέ ἄλλη ἐγκύκλιο ἐπιστολή του, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός ὅλους τούς δεδιωγμένους διά τήν Ὀρθόδοξο πίστι, χρησιμοποιώντας πρός κατοχύρωσι τόν Μ. Βασίλειο, ἐπικαλεῖται πάλι τό ἴδιο χωρίο τοῦ προφήτου Ἡσαΐα καί ἀπαγορεύει τήν οἱαδήποτε ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, ἀκόμη καί τόν ἁπλό χαιρετισμό, ὅταν αὐτός γίνεται γιά νά δείξωμε ἀγάπη καί φιλία πρός τούς αἱρετικούς: «...εἰ δεῖ εἰς εὐκτήριον αὐτῶν εἰσέρχεσθαι εὐχῆς χάριν καί εἰ δεῖ τήν ἁγίαν ἀναφοράν ἐν αὐτῷ ἐπιτελεῖν μετά ἰδίας τραπέζης; οὐδαμῶς ἑκάτερον. εἰ δεῖ χαίρειν αὐτοῖς λέγειν καί ἀσπάζεσθαι; οὐδαμῶς, ὥς φησιν ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Κύριος ἐκώλυσεν τόν κοινόν ἀσπασμόν∙ ὥστε τοῦτο κατά σύμβασιν, ὡς δέ ἐξ ἀγάπης καί φιλίας φευκτέον, ἵνα πληρωθῇ ἐν τούτῳ∙ οὐκ ἔστι λέγειν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν» (Φατ. 393, 547,77).
Οἱ Ὀρθόδοξοι λοιπόν πρέπει νά ἀπομακρύνωνται ἀπό τούς αἱρετικούς διότι, σύμφωνα μέ τόν ὅσιο, τά λόγια των εἶναι δηλητήριο μέ τό ὁποῖο σάν φίδια δηλητηριάζουν τούς Ὀρθοδόξους καί δή τούς ἁπλουστέρους. Ὅταν λοιπόν δέν ἀπομακρύνονται ἀπό αὐτούς, ἀλλά ἀπεναντίας ἔχουν πλήρη ἐκκλησιαστική κοινωνία, παραβαίνουν βασικές ἐντολές τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί φυσικά τά ἐπακόλουθα εἶναι πρόδηλα καί καθημερινῶς τά ψηλαφοῦμε.


Ἡσαΐας 52, 10-12: «Καὶ ἀποκαλύψει Κύριος τὸν βραχίονα τὸν ἅγιον αὐτοῦ ἐνώπιον πάντων τῶν ἐθνῶν, καὶ ὄψονται πάντα ἄκρα τῆς γῆς τὴν σωτηρίαν τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. ἀπόστητε, ἀπόστητε, ἐξέλθετε ἐκεῖθεν καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῆς, ἀφορίσθητε, οἱ φέροντες τὰ σκεύη Κυρίου· ὅτι οὐ μετὰ ταραχῆς ἐξελεύσεσθε, οὐδὲ φυγῇ πορεύσεσθε, προπορεύσεται γὰρ πρότερος ὑμῶν Κύριος καὶ ὁ ἐπισυνάγων ὑμᾶς Θεὸς ᾿Ισραήλ».
Ἐδῶ ὁ Θεός διά τοῦ προφήτου Ἡσαΐου δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι ὁ λαός του πρέπει νά ἀπομακρυνθῆ ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί νά μήν ἔχη καμμία ἐπικοινωνία μέχρι τοῦ νά ἀγγίξη κάτι ἀκάθαρτο.  Αὐτή ἡ ἐντολή ἀπευθύνεται πρωτίστως στούς Λευΐτας, δηλαδή τό ἱερατεῖο τῶν Ἑβραίων, ἀλλά καί πρός ὅλον τόν λαό.  Τό χωρίο αὐτό τό χρησιμοποιεῖ πρῶτα ὁ ἴδιος ὁ ἀπ. Παῦλος (Β΄ Κορινθ. 6,17) διά νά διδάξη τούς Κορινθίους καί κατ’ ἐπέκτασιν ὅλους μας, νά μήν συνοδοιποροῦν σέ ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο μέ τούς ἀπίστους, τούς εἰδωλολάτρες κ.λπ.
Ἐδῶ φαίνεται καί ἡ συμφωνία καί ὁμοφωνία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἐπί τοῦ θέματος τούτου, διότι ὁ ἴδιος ὁ ἀπ. Παῦλος γενικεύει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τούς Ἑβραίους, νά ἀπομακρυνθοῦν δηλαδή ἀπό τήν Βαβυλώνα,  καί διακελεύει τήν ἀπομάκρυνσι τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό ὅλους αὐτούς πού ἔχουν ἀλλότρια πρός τούς Ὀρθοδόξους φρονήματα.  Τό χωρίον αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σέ ἐπιστολή του πρός τόν ἡγούμενο Βασίλειο γιά νά διδάξη τήν ἀπομάκρυνσι τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τούς αἱρετικούς καί, εἰδικά, τήν ἀποφυγή τῶν ἀξιωμάτων, τά ὁποῖα οἱ αἱρετικοί δίδουν γιά νά δελεάσουν τούς Ὀρθοδόξους κληρικούς καί νά τούς ἔχουν ὑποχειρίους∙ «....ὁ λόγος δέ ἐπί πάντων τῶν οὕτως πεπραχότων καί γελοῖόν ἐστιν ἄρτι τό ἐπιτιμᾶν, μᾶλλον δέ φρενοβλάβεια τῶν ἐπιτιμώντων καί σκινδαλμός τῶν εὐσεβούντων, σύγχυσίς τε καί ἀβλεψία ἐπί τῇ Χριστοῦ ὁμολογία. δεῖν τοῦ ἀποστόλου ἀκοῦσαι, λέγοντος στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπό παντός ἀδελφοῦ, ἀτάκτως περιπατοῦντος καί μή κατά τήν παράδοσιν, ἥν παρέλαβον παρ’ ἡμῶν, μᾶλλον δέ αὐτοῦ τοῦ θεοῦ, διά τοῦ προφήτου βοῶντος∙ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε∙ κἀγώ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, τούς οὕτως διαστελλομένους δηλονότι καί μή  συγχέοντας τήν Χριστοῦ ὁμολογία» (Φατ. 495,730,20).
Ἐδῶ ὁ ὅσιος ἐπί πλέον διδάσκει ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς ἐπιφέρει σύγχυσι τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας, διότι ἄλλα λέμε μέ τά λόγια καί ἄλλα πράττομε μέ τά ἔργα.


Θρῆνος Ἱερεμίου 4,15: «Ἀπόστητε ἐκαθάρτων —καλέσατε αὐτούςἀπόστητε, ἀπόστητε, μὴ ἅπτεσθε, ὅτι ἀνήφθησαν καί γε ἐσαλεύθησαν· εἴπατε ἐν τοῖς ἔθνεσιν· οὐ μὴ προσθῶσι τοῦ παροικεῖν».
Ἐδῶ ὁ προφήτης Ἱερεμίας μετ’ ἐπικλήσεως διδάσκει νά ἀπομακρυνθῆ ὁ λαός ἀπό τούς ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἦσαν μολυσμένοι ἀπό διάφορες ἁμαρτίες. Ὁ Θεοδώρητος Κύρου ἑρμηνεύοντας τό χωρίο αὐτό ἀναφέρει τά ἑξῆς: «”Ἀπόστητε ἀπό ἀκαθάρτων”. Ἀκαθάρτους ἐκάλουν ἡμᾶς. Εἶτα δείξας τίνας ὀνομάζει ἀκαθάρτους, ἀνέλαβε τό ρητόν, καί φησίν· Ἀπόστητε ἀπό ἀκαθάρτων· ἀπόστητε μή ἐγγίσητε αὐτοῖς, ὅτι παρώξυναν”, τουτέστιν τόν Θεόν. “Καί ἀνήφθησαν καί γε ἐσαλεύθησαν”. Ἐγυμνώθησαν φησί, διά τήν παρανομίαν τῆς θείας ἐπικουρίας. “Εἴπατε ἐν τοῖς ἔθνεσιν, οὐ μή προσθῶσι τοῦ παροικεῖν πρό προσώπου Κυρίου”. Παντελῶς φησίν ἡμᾶς ἀπηγόρευσεν» (P.G. 81,801C).
Ἐπίσης ὁ Ὀλυμπιόδωρος, διάκονος Ἀλεξανδρείας (στ’ αἰών) ἑρμηνεύοντας τό χωρίο αὐτό τοῦ προφήτου Ἱερεμία, ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ἤψαντο ἐνδυμάτων» (προηγούμενος στίχος). Ὅσοι, φησίν, εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε∙ φησίν οὖν, ὅτι καί περί αὐτήν τήν πίστιν ἐκινδύνευσαν. “Ἀπόστητε”. Παραινέσατε ἀλλήλοις ἀποστῆναι ἀπό τῶν ἀκαθάρτων. Τό γάρ, Καλέσατε αὐτούς,  ἀντί τοῦ, ἕκαστος τόν πλησίον νουθετήσατε. “Ὅτι ἀνήφθησαν”. Ὅτι ὑποχείριοι τῇ ὀργῇ γεγόνασιν. “Εἴπατε ἐν τοῖς ἔθνεσιν”. Εἴπατε, φησίν, αὐτοῖς∙ Μή προστεθῆτε τοῦ παροικεῖν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ἀντί τοῦ, Μή συναμίγνυσθε τοῖς ἀλλοτρίοις» (P.G. 93, 756A).
Σύμφωνα λοιπόν μέ τούς ἑρμηνευτές τοῦ χωρίου αὐτοῦ, ὁ προφήτης Ἱερεμίας διακελεύεται τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς ἀκαθάρτους καί μολυσμένους ἱερεῖς τοῦ Ἰσραήλ. Μάλιστα ἀπαγορεύει ὁποιαδήποτε προσέγγισι καί ἄγγιγμα «ἀπόστητε, μή ἅπτεσθε». Αὐτό, ὅπως εἶναι φυσικό, ἰσχύει καί γιά τόν πνευματικό μολυσμό τῆς πίστεως, δηλαδή τήν αἵρεσι. Μάλιστα ὁ μολυσμός αὐτός εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος καί ὑπερβαλλόντως ἐπικινδυνότερος. Σύμφωνα λοιπόν μέ τό χωρίο αὐτό τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πρέπει οἱ Ὀρθόδοξοι νά ἀπομακρυνθοῦν τελείως ἐκκλησιαστικῶς ἀπό αὐτούς τούς ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι μολυσμένοι καί ἀκάθαρτοι ἀπό τήν αἵρεσι.
Σαφῶς τό τονίζει αὐτό ὁ Μ. Βασίλειος λέγοντας ὅτι μεγαλυτέρα εἶναι ἡ βλάβη πού προέρχεται, ὄχι τόσο ἀπό κάποιες ἁμαρτίες ἠθικῆς ὑφῆς, ὅσο ἀπό τήν ἁμαρτία τῆς αἱρέσεως, τῆς κατά πρόσωπον δηλαδή ἐναντιώσεως πρός τόν Θεόν τῶν κακοδοξούντων: «Εἰ δὲ ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς ἠθικοῖς σφαλλομένων τοσαύτη ἐστὶν ἡ βλάβη, τί χρὴ λέγειν περὶ τῶν περὶ Θεοῦ κακοδοξούντων, οὓς ἡ κακοδοξία οὐδὲ ἐν τοῖς ἄλλοις ὑγιαίνειν ἐᾷ, παραδιδομένους ἅπαξ δι' αὐτὴν τοῖς τῆς ἀτιμίας πάθεσιν;» (Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατ’ Ἐπιτομήν, Ἐρώτησις κʹ, T.L.G., V. 31, p. 1096, l. 47).


Σοφία Σειράχ 9,13: «Μακρὰν ἄπεχε ἀπὸ ἀνθρώπου, ὃς ἔχει ἐξουσίαν τοῦ φονεύειν, καὶ οὐ μὴ ὑποπτεύσῃς φόβον θανάτου· κἂν προσέλθῃς, μὴ πλημμελήσῃς, ἵνα μὴ ἀφέληται τὴν ζωήν σου· ἐπίγνωθι ὅτι ἐν μέσῳ παγίδων διαβαίνεις καὶ ἐπὶ ἐπάλξεων πόλεων περιπατεῖς».
Τό χωρίο αὐτό ἔχει ἀπόλυτον θά λέγαμε ἐφαρμογή στούς αἱρετικούς Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐξουσία πνευματική, καί διά τῆς αἱρέσεως φονεύουν ὅσους τούς πλησιάζουν ἐκκλησιαστικῶς καί τούς ἐμπιστεύονται τίς ψυχές των. Ἡ ἀπομάκρυνσις λοιπόν ἀπό αὐτούς μᾶς διασφαλίζει τήν πνευματική ζωή, τό δέ πλησίασμα πρός αὐτούς σημαίνει ὅτι βαδίζομε «ἐν μέσῳ παγίδων», ὅτι περιπατοῦμε «ἐπί ἐπάλξεων πόλεων», δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, ἡ ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ τούς αἱρετικούς Ἐπισκόπους σημαίνει κατά τήν πατερική ὁρολογία, ὅτι εἴμεθα στό στόμα τοῦ λύκου.
Τήν ἴδια θέσι ἐκφράζει ἐμφαντικά καί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος: «Μηδέποτε συμφιλιάσῃς μετὰ αἱρετικῶν. Μὴ συμφάγῃς, μὴ συμπίῃς, μὴ συνοδοιπορήσῃς. Μὴ εἰσέλθῃς εἰς οἶκον αὐτῶν, μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν· πάντα γὰρ ὅσα εἰσίν, ἀκάθαρτα εἰσίν, καθὼς λέγει ὁ Παῦλος, ὅτι τοῖς μεμιασμένοις καὶ ἀπίστοις οὐδὲν καθαρόν, ἀλλὰ μεμίανται αὐτῶν ὁ νοῦς καὶ ἡ συνείδησις. Ἀσφαλίζου οὖν τὴν ψυχήν σου, ἀγαπητέ. Μὴ συμφιλιάζῃς αἱρετικοῖς, ἵνα μὴ συγκοινωνήσῃς τῇ κοινωνίᾳ αὐτῶν· ὅτι γάρ, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος, οὐκ ἔχουσιν ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, οὐδὲ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, οὐδὲ ἐν τῷ μέλλοντι· δηλονότι οὐδὲ οἱ συμμιαινόμενοι αὐτοῖς· ἕκαστος γὰρ θερίσει ὃ ἔσπειρε» (Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Περὶ μετανοίας καί κατανύξεως, T.L.G., l. 29-36).
(Ὁλόκληρη ἡ μελέτη ἐδῶ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.