Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2017

Η μολυσμένη ατμόσφαιρα των Εορτών και ο Μ. Βασίλειος! --(Και σχετικό κείμενο του π. Εὐθυμίου Τρικαμηνά)


Πόσοι, ἀπ’ ὅσους ἑορτάζουν τὴν Περιτομὴ τοῦ Κυρίου, τὴν ἑορτὴ τοῦ Μ. Βασιλείου καὶ τὴν κοσμικὴ ἔλευση τοῦ Νέου Χρόνου, ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι οἱ ἑορτασμοί μας αὐτοί, ποὺ τοὺς θέλουμε ὀρθόδοξους, ἐπιτελοῦνται, εἶναι συνδεδεμένοι καὶ κυριολεκτικὰ «βουτηγμένοι» στὴν ἰογενὴ ἀτμόσφαιρα τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; 
    Πόσο, ἀλήθεια, εὐχάριστο καὶ ὑγιεινὸ εἶναι νὰ βρίσκεται κανεὶς μέσα σὲ μιὰ ἀποπνιχτικὴ ἀπὸ καπνὸ ἀτμόσφαιρα; Ὅσοι ἔχουν βρεθεῖ σὲ μιὰ τέτοια κατάσταση τὸ γνωρίζουν καλά.
 Ἂν δὲν ἀντέχεται ἡ μολυσμένη γήινη ἀτμόσφαιρα, πόσο ἀντέχεται ἡ ἀποπνιχτικὴ ἀτμόσφαιρα, ποὺ τουλάχιστον οἱ ἀψευδεῖς εἰκόνες τῶν θρησκευτικῶν ἱστολογίων, μᾶς τὴν παρουσιάζουν κατάμαυρη ἀπὸ τὸν μολυσματικὸ καπνὸ τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Πρόκειται γιὰ ἕνα «πνευματικὸ» καπνό, ὡσὰν ἐκεῖνο ποὺ προφητεύεται στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ὅταν «ὁ πέμπτος ἄγγελος ἐσάλπισε... καὶ ἤνοιξε τὸ φρέαρ τῆς ἀβύσσου, καὶ ἀνέβη καπνὸς... ὡς καπνὸς καμίνου καιομένης» (9, 1-2).
Κι ὅμως, στοὺς ἔσχατους αὐτοὺς καιροὺς οἱ ποιμένες, μᾶς ἔμαθαν νὰ ζοῦμε μέσα στὸν καπνό, χωρὶς μάλιστα νὰ διαμαρτυρόμαστε, ἀντίθετα νὰ ὑπερασπιζόμαστε τὴ ...νομιμότητα συνυπάρξεως καὶ συγκοινωνίας μὲ τοὺς Παναιρετικούς μολυσματικοὺς καπνογόνους Οἰκουμενιστές!



Πρὶν προσφύγουμε στὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Βασιλείου, ἂς δοῦμε δυὸ τρεῖς θέσεις Ἁγίων Πατέρων περὶ αὐτοῦ τοῦ μολυσμοῦ.
Ὁ ἅγιος Κύριλλος διὰ πολλῶν διδάσκει ὅτι εἶναι πνευματικὸς νόμος, πὼς οἱ ψυχικὰ ἀκάθαρτοι  μολύνουν ὅσους τοὺς ἐγγίζουν:  «Συγκαταμιαίνονται δὲ αὐτοῖς καὶ οἱ θιγγάνοντες, ἤτοι κολλώμενοι, κατὰ σχέσιν δὲ δηλονότι τῆς ταυτοβουλίας, ἤγουν ταυτοεργίας·  “Φθείρουσι γὰρ ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί”· καί, ἀληθές, ὅτι “Μετὰ ὁσίου ὁσιωθήσῃ, καὶ μετὰ ἀνδρὸς ἀθώου ἀθῶος ἔσῃ, καὶ μετὰ ἐκλεκτοῦ ἐκλεκτὸς ἔσῃ, καὶ μετὰ στρεβλοῦ διαστρέψεις”...» (Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Περὶ τῆς ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ προσκυνήσεως καὶ λατρείας).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς διδάσκει ὅτι μολύνεται κανεὶς ἐπικοινωνώντας μὲ κακοὺς καὶ αἱρετικούς, ὅπως μολύνεται καὶ ἀρρωσταίνει ὅταν ἀναπνέει ἀέρα ποὺ ἀναπέμπεται σὲ χῶρο στὸν ὁποῖο κατοικοῦν ἄρρωστοι μὲ μεταδοτικὴ ἀσθένεια: «Βλαβεραὶ αἱ πρὸς τοὺς κακοὺς συνουσίαι... Ὡς γὰρ ἐν τοῖς νοσοποιοῖς χωρίοις, ὁ κατὰ μέρος ἀναπεμπόμενος ἀήρ, λανθάνουσαν νόσον τοῖς ἐνδιαιτωμένοις ἐναποτίθεται, οὕτως ἡ πρὸς τοὺς φαύλους συνήθεια μεγάλα κακὰ ταῖς ψυχαῖς ἐναφίησιν, κἂν τὴν παραυτίκα αἴσθησιν τὸ βλαβερὸν διαφεύγῃ... Φύσιν γὰρ εἶναι τῆς νόσου ταύτης, τὸ ἐξ ἀλλήλων πάντας ἀναπιμπλάναι τῆς ἀρρωστίας. Τοιοῦτοι δή τινές εἰσι καὶ οἱ ἐργάται τῆς ἀδικίας. Ἄλλος γὰρ ἄλλῳ τῆς νόσου μεταδιδόντες, συννοσοῦσιν ἀλλήλοις καὶ συναπόλλυνται. Φεῦγε τὰς μιμήσεις τῶν κατεγνωσμένων» (Δαμασκηνοῦ Ἰω., Εἰς τὰ ἱερὰ παράλληλα, Τίτλ. ιζʹ, P.G. 96, 353C).
Ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος, γράφει πὼς πρέπει νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ ὁμάδες αἱρετικῶν καὶ φιληδόνων, γιατὶ διαστρέφουν μὲ τοὺς λόγους τους τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ὅποιος νοσεῖ ὡς πρὸς τὴν πίστη, ἔχει τόσο ἐλαστικὴ συνείδηση, ὥστε παραβλέποντας τὶς Ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας νὰ λέγει (ὅπως καὶ οἱ σύγχρονοι οἰκουμενιστές: τί πειράζει αὐτὸ καὶ ἐκεῖνο; ἀγάπη χρειάζεται νὰ δείχνουμε), καὶ σὲ τί θὰ μᾶς βλάψει ἡ συναναστροφὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς; «Καὶ ὁ μὲν περὶ πίστεως νοσῶν λέγει· τί γὰρ βλάψει τὸ συμπεριφέρεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ, εἴτε ὀρθῶς πιστεύοντι, εἴτε κακῶς φρονοῦντι, τὸ ὑγιὲς τῆς πίστεως περιοδεύοντες;» (Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Περ ρετς κεφλαια δκα, κεφ. ηʹ, Πρλογος).
[Κι ἐδῶ ἐντοπίζεται μιὰ ΦΟΒΕΡΗ ἀντινομία-ὑποκρισία τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν Πατέρων: Καταδικάζουν ὡς μεγάλη ἁμαρτία τὴν ἐπικοινωνία μὲ ἀνήθικους-φιλήδονους —διότι μολύνουν, μεταδίδουν τὴν φιληδονία τους— ἀλλὰ ἀμνηστεύουν τὴν ἐπικοινωνία μὲ Οἰκουμενιστές, διότι αὐτοί, τάχα, δὲν μολύνουν, ἐφόσον δὲν ἔχουν ...καταδικαστεῖ ἀκόμα ἀπὸ Σύνοδο!!!].
Συνεχίζουμε μὲ τὸν Εὐγένιο Βούλγαρι, ἀρχιεπίσκοπο Σλαβωνίου· γράφει: «Ὁ Ἀπόστολος ἐπαράγγειλεν εἰς τοὺς Κορινθίους μὴ συναμίγνυσθαι τοῖς τοιούτοις, μηδὲ συνεσθίειν· ἡ συναναστροφὴ καὶ ἡ συνανατροφὴ καθ’ ἑαυτὰ ἀδιάφορα, ἀλλ’ ἐκ τούτων κατὰ μικρὸν ἐνδέχεται νὰ γεννηθῇ ἡ διαστροφὴ καὶ ἡ καταστροφή» (Βουλγάρεως Εὐγ., Σχεδίασμα περὶ τῆς Ἀνεξιθρησκείας, σ. 47, Ἐκδ. Στάχυ, 2001).
Καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος γράφει: «οἱ τῶν αἱρετικῶν λόγοι βλάπτουσι καὶ διαφθείρουσι τὸ περισσότερον μέρος τῆς εὐσεβείας, ὡσὰν ἡ γάγγραινα» ποὺ «κατατρώγει τὰ ὑγιεινὰ μέρη τοῦ σώματος... Διὰ τοῦτο πρέπουν νὰ ἀποφεύγουν οἱ Χριστιανοὶ τούτους καὶ πάντας τοὺς αἱρετικοὺς ὡσὰν λοιμοὺς καὶ πανούκλας, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ μὲ αὐτούς... ἀπωλεσθοῦν» (Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τὰς ΙΔ΄ Ἐπιστολὰς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόμ. 3ος, Ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 318-319 καὶ ὑποσ. 38).

Καὶ ἐρχόμαστε τώρα στὸ Μ. Βασίλειο, ποὺ σήμερα τιμοῦμε. Ἂς ἀκούσουμε ἐν πρώτοις, τί μᾶς διδάσκει γιὰ τὸν μολυσμὸ καὶ τὴ φθορὰ ποὺ ἐπιφέρει ἡ ἐπικοινωνία μὲ τὴν αἵρεση.
Γράφει ὀδυρόμενος ὁ ἅγιος Βασίλειος τὰ παρακάτω, καὶ εἶναι σὰν νὰ περιγράφει τὴν σύγχυση ποὺ ἐπικρατεῖ στὶς ἡμέρες μας, κατὰ τὶς ὁποῖες διαδίδεται καὶ προωθεῖται ἀπὸ «Ὀρθόδοξους» Ἐπισκόπους ἡ Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
(Καὶ τὸ φοβερὸ γιὰ μᾶς σήμερα εἶναι, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς δὲν περιέχει μόνο πλάνες ποὺ ἤδη ἔχουν ἐπισημανθεῖ καὶ εἶναι γνωστὲς στοὺς πιστούς, ἀλλὰ κρύβει καὶ ἄγνωστες κακοδοξίες ποὺ ἀνακαλύπτουν οἱ μελετῶντες τὰ συγγράμματα τῶν Οἰκουμενιστῶν (θεολόγοι καὶ θεολογοῦντες φιλόσοφοι). Τὸ δὲ τραγικὸ στὴν περίπτωσή μας εἶναι, ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ ἐπισημαίνοντες τὶς ρίζες καὶ τὶς ἄγνωστες αὐτὲς κακοδοξίες, μὲ ἐγωϊστικὸ πεῖσμα ἀποτρέπουν τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές, διδάσκοντες ὅτι, πρέπει πρῶτα νὰ γνωρίσουμε τὴν αἵρεση πλήρως καὶ ...μετὰ νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ αὐτήν! Δηλαδή, νὰ μὴν διακόψουμε τὴν κοινωνία μετ' αὐτῶν, τῶν ὁποίων καταδεικνύουν καὶ ἀναιροῦν τὴν αἵρεση λεπτομερῶς! Τότε, γιατί τὴν ἀναιροῦν; Μόνο γιὰ νὰ λάβουν τὰ εὔσημα τῆς ἀναιρέσεως; Οὐδέποτε διάβασαν στοὺς Πατέρες ὅτι ἡ κοινωνία μαζί τους, προκαλεῖ ἀλλοίωση, ὄχι μόνο στοὺς ἀδύνατους πιστούς, ἀλλὰ καὶ στοὺς δυνατούς; Καὶ διαπράττουν αὐτὴ τὴν ἀπρέπεια, ἐπειδὴ ἐγωϊστικὰ θεωροῦν τὴν δική τους -ἀξιέπαινη ἀσφαλῶς προσπάθεια- ὡς τὴν μόνο ἐνδεδειγμένη, τὴν προσπάθεια δὲ τῶν ἄλλων -ποὺ δὲν ἔχουν τὴν δική τους νοημοσύνη καὶ δυνατότητα ἀναλύσεως τῆς Παναιρέσεως- ὡς ἀνάξια λόγου καὶ ἐπιζήμια!).

Γράφει, λοιπόν, ὁ Μ. Βασιλείου «Πρὸς ...Ἐπισκόπους περὶ τῆς καταστάσεως καὶ συγχύσεως τῶν Ἐκκλησιῶν» -καὶ γράφει πρὶν τὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία κατεδίκασε τοὺς Πνευματομάχους:
«Γίνεται ἄρνησις (τῆς Θεότητος) τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀπομακρύνεται (σ.σ. διώκεται) ὅποιος δύναται νὰ ἀποδείξῃ ψευδῆ τὴν ἄρνησιν… Ἀλλὰ ”ποιός θὰ δώσῃ εἰς τὰ βλέφαρά μου πηγὴν δακρύων, διὰ νὰ κλαύσω” ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας τὸν λαόν, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ αὐτὰς τὰς πονηρὰς διδασκαλίας σπρώχνεται εἰς τὴν καταστροφήν; Παρασύρονται (καὶ τείνονται εὐήκοα) τὰ ὦτα τῶν ἁπλουστέρων. Ἤδη πλέον ἔχει ἐξοικειωθεῖ (ὁ λαός) μὲ τὴν αἱρετικὴν δυσσέβειαν. Τὰ μικρὰ παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας (ἀπὸ νήπια) ἐκπαιδεύονται (καὶ μεγαλώνουν)  μὲ τὰ ἀσεβῆ λόγια (τῆς αἱρέσεως). Ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς τελοῦνται οἱ βαπτίσεις, οἱ κηδεῖες τῶν νεκρῶν, οἱ ἐπισκέψεις τῶν ἀσθενῶν, ἡ παρηγορία τῶν θλιβομένων, ἡ βοήθεια τῶν
ταλαιπωρουμένων... Καθὼς ὅλα αὐτὰ τελοῦνται ἀπ’ αὐτούς, γίνονται μέσο συνδέσεως τῶν λαῶν μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὥστε νὰ ἔχουν ὅλοι τὸ ἴδιο φρόνημα. Συνεπῶς ἔπειτα ἀπὸ λίγο καιρό –καὶ ἂν ἀκόμα ἐπικρατήσῃ κάποια ἐλευθερία– δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον ἐλπίδα νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἐπίγνωσι τῆς ἀληθείας, ὅσοι ἔχουν κυριευθῆ ἀπὸ τὴν πολυχρόνια αὐτὴ ἀπάτη» (Μ. Βασιλείου, Πρὸς Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους Ἐπισκόπους περὶ τῆς καταστάσεως καὶ συγχύσεως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐπιστ. σμγ΄, κεφ. 4, στιχ. 18-19 καὶ 25-39, τομ. 7ος, Ἔκδ. «Ὡφελίμου Βιβλίου», σελ. 62-63. Μτφρ. μοναχοῦ Νικοδήμου Μπιλάλη).
Ἀλλά, μᾶς λύει καὶ ἕνα ἄλλο θέμα ὁ Μ. Βασίλειος. Ἀπαντώντας ὁ Ἅγιος, στὴν ἐρώτηση «πῶς χρὴ διακεῖσθαι τοὺς πάντας περὶ τὸν ἀπειθῆ" μᾶς λέγει, πὼς στὴν ἀρχὴ πρέπει μὲ ἀγάπη νὰ προσπαθήσουν οἱ τῆς Ἐκκλησίας νὰ μεταστρέψουν τοὺς ἀπειθοῦντας στὸν θεῖο λόγο καὶ τοὺς αἱρετικούς: «πρῶτον μὲν συμπάσχειν πάντας χρὴ ὡς νενοσηκότι μέλει». Ἔπειτα πρέπει νὰ προσπαθήσει ὁ Ἐπίσκοπος ἢ ὁ ἱερέας «τὴν ἀρρωστίαν αὐτοῦ ἐπανορθοῦσθαι». Ἀρχικὰ κατ’ ἰδίαν. Ἂν δὲν διορθωθεῖ, ὁ ἔλεγχος νὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅμως ὁ ἀπειθεὶς ἀρνεῖται τὴν θεραπεία καὶ τὴν διόρθωση ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ προσφέρει, («τῷ μέντοι ὀκνηρῶς διακειμένῳ πρὸς τὴν ὑπακοὴν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου») πρέπει ὁ Ἐπίσκοπος (ἢ ὁ ἱερέας) μὲ αὐστηρότερο τρόπο νὰ τὸν ἐλέγχει μπροστὰ σὲ ὅλους.
Ἐφόσον, ὅμως παραμένει ἀμετανόητος: «μὴ ἐντρεπόμενον δὲ μετὰ πολλὴν νουθεσίαν», καὶ μὴ ἀποδεικνύοντα ὅτι θεραπεύεται «ἐν τοῖς ἔργοις, ὡς αὐτὸν ἑαυτοῦ λυμεῶνα ὄντα», (σ.σ. ὅπως κάνουν ὅλοι οἱ Οἰκουμενιστὲς μὲ πρῶτον τὸν Πατρ. Βαρθολομαῖο), τότε «μετὰ πολλῶν μὲν δακρύων καὶ θρήνων, ὅμως δ' οὖν ὡς διεφθαρμένον μέλος καὶ παντελῶς ἄχρηστον, κατὰ τὴν τῶν ἰατρῶν μίμησιν, τοῦ κοινοῦ σώματος ἀποκόπτειν… ὡς μὴ ἐπὶ πολὺ χυθῆναι τὴν βλάβην κατὰ τὸ συνεχὲς τὰ παρακείμενα διαφθείρουσαν...
» Ὅπερ καὶ ἡμῖν ἐπὶ τῶν ἐχθραινόντων ἢ ἐμποδιζόντων ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Κυρίου ἐξ ἀνάγκης ἐστὶ ποιεῖν, κατὰ τὸ πρόσταγμα αὐτοῦ τοῦ Κυρίου εἰπόντος· Ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζῃ σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· γρ π τν τοιοτων φιλανθρωπα παραπλησα στ τ παιδετ χρησττητι το λεί, περ π τν υἱῶν παρ τ ρσκον τ Θε χρησμενος λγχεται. Προδοσία οὖν ἐστι τῆς ἀληθείας, καὶ ἐπιβουλὴ τοῦ κοινοῦ καὶ ἐθισμὸς πρὸς ἀδιαφορίαν κακῶν, ἡ πρὸς τοὺς πονηρευομένους ἐσχηματισμένη χρηστότης, μηκέτι μὲν γινομένου τοῦ γεγραμμένου· Διὰ τί οὐχὶ μᾶλλον ἐπενθήσατε, ἵνα ἐξαρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας; συμβαίνοντος δὲ ἐξ ἀνάγκης τοῦ ἐπιφερομένου, ὅτι Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ. Τοὺς δὲ ἁμαρτάνοντας, φησὶν ὁ Ἀπόστολος, ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε· καὶ τὴν αἰτίαν εὐθὺς ἐπάγει, λέγων· Ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι» (Μ. Βασιλείου, Κεφαλ. τῶν κατὰ Πλάτος Ὅρων, Ἐρώτ. κηʹ, v. 31, p. 988, l. 40-p. 989, l. 16.).

λλὰ ἂς παρακολουθήσουμε πῶς περιγράφει ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς τὴν διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Ἅγιος, ὅταν ἀντιμετώπιζε τοὺς Πνευματομάχους, τῶν ὁποίων δὲν εἶχε ἀκόμα καταδικασθεῖ ἡ αἵρεση Συνοδικά· δηλαδή, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει σήμερα μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, τοὺς ὁποίους οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς ἀποκαλοῦν Παναιρετικούς, ἀλλὰ κοινωνοῦν μαζί τους!

«Ὁ Μ. Βασίλειος μέ τήν διδασκαλία του καθώρισε τήν ὀρθόδοξο πίστι, σχετικά μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα, σέ τόσο τέλειο καί ἀπόλυτο βαθμό, ὥστε νά γίνη ἡ διδασκαλία του τό πρότυπο καί ὁ ὁδηγός τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία τελικά ἀποφάσισε ὅ,τι ὁ Ἅγιος ἐδίδασκε. Θά παραθέσωμε  κάποια δείγματα τῆς διδασκαλίας του γιά νά διακρίνωμε τήν χάρι πού εἶχε ὁ ἅγιος εἰς τά θέματα τῆς πίστεως.
Σέ ἐπιστολή του ὁ ἅγιος ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Εἰς Πατέρα καὶ Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα πεπιστεύκατε.... Οἱ δὲ κτίσμα λέγοντες ἢ τὸν Υἱὸν ἢ τὸ Πνεῦμα ἢ ὅλως αὐτὸ εἰς τὴν λειτουργικὴν καὶ δουλικὴν κατάγοντες τάξιν μακράν εἰσι τῆς ἀληθείας, ὧν φεύγειν προσήκει τὰς κοινωνίας καὶ ἐκτρέπεσθαι τοὺς λόγους ὡς δηλητήρια ὄντα ψυχῶν» (ΕΠΕ 2,372).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος κάνει σαφῆ καί συνοπτική διδασκαλία περί τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καί, ἐν τέλει, διδάσκει στίς διακόνισσες αὐτές νά φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία, ὅσων διδάσκουν εἴτε γιά τόν Υἱό, εἴτε γιά τό Ἅγιον Πνεῦμα ὅτι εἶναι κτίσμα. Κανονικά, σύμφωνα μέ τήν δυνητική ἑρμηνεία τοῦ Κανόνος, ἔπρεπε πρῶτα νά καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις καί μετά νά γίνη ἡ ἀποτείχισις. Ὁ ἅγιος, ὅμως, εἴπαμε ὅτι δέν στηρίζεται στίς ἀποφάσεις Συνόδων, προκειμένου γιά θέματα πίστεως, ἀλλά διδάσκει τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό κάθε αἱρετικό, ἐφ’ ὅσον διαπιστωθοῦν τά αἱρετικά του φρονήματα, διότι ἡ πίστις εἶναι «ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις» (Ἰούδα 3) καί ὀφείλουν οἱ Χριστιανοί, καί δή οἱ κληρικοί, νά τήν γνωρίζουν, ὥστε νά προστατεύωνται ἀπό τούς αἱρετικούς.
Σέ ἐπιστολή του, ἐπίσης, ἡ ὁποία ἐπιγράφεται «Τοῖς ἐν Ταρσῷ Πρεσβυτέροις», ὁ ἅγιος ἀκροτελεύτια ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ἐπεὶ οὖν πολλὰ στόματα ἤνοικται κατὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου καὶ πολλαὶ γλῶσσαι ἠκόνηνται εἰς τὴν κατ' αὐτοῦ βλασφημίαν, ἀξιοῦμεν ὑμᾶς, ὅσον ἐστὶν ἐφ' ὑμῖν, εἰς ὀλίγον ἀριθμὸν περιστῆσαι τοὺς βλασφημοῦντας καὶ τοὺς μὴ λέγοντας κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν, ἵνα μόνοι καταλειφθῶσιν οἱ βλάσφημοι καὶ ἢ καταισχυνθέντες ἐπανέλθωσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν ἢ ἐπιμένοντες τῇ ἁμαρτίᾳ ἀναξιόπιστοι ὦσι διὰ τὴν ὀλιγότητα. Μηδὲν τοίνυν πλέον ἐπιζητῶμεν, ἀλλὰ προτεινώμεθα τοῖς βουλομένοις ἡμῖν συνάπτεσθαι ἀδελφοῖς τὴν ἐν Νικαίᾳ πίστιν, κἂν ἐκείνῃ συνθῶνται, ἐπερωτῶμεν καὶ τὸ μὴ δεῖν λέγεσθαι κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον μηδὲ κοινωνικοὺς αὐτῶν εἶναι τοὺς λέγοντας. Πέρα δὲ τούτων ἀξιῶ μηδὲν ἐπιζητεῖσθαι παρ' ἡμῶν» (ΕΠΕ 3,252).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος διδάσκει στούς Πρεσβυτέρους τῆς Ταρσοῦ νά μήν δέχωνται εἰς ἐκκλησιαστική κοινωνία ὅσους πιστεύουν ὅτι εἶναι κτίσμα τό Ἅγιον Πνεῦμα. Μάλιστα, ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος καί λέγει ὅτι, προκειμένου νά ἐπικοινωνήσουν ἐκκλησιαστικά, νά ζητοῦν ὁμολογία πίστεως σέ δύο πράγματα. Πρῶτον, ἄν συμφωνοῦν μέ τίς ἀποφάσεις τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου καί δεύτερον, ἄν ὁμολογοῦν ὅτι δέν εἶναι κτίσμα τό Ἅγ. Πνεῦμα. Ἄν δέ δέν ὁμολογήσουν καί τά δύο αὐτά νά μήν ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ αὐτούς.
Σέ ἄλλη ἐπιστολή του... («Τοῖς ἐν Ταρσῷ περί Κυριακόν») ὁ ἅγιος ἀναφέρει τά ἑξῆς: «...ὁμολογεῖν ὑμᾶς τὴν ἐκ τῶν Πατέρων ἡμῶν ἐκτεθεῖσαν πίστιν τῶν ἐν Νικαίᾳ ποτὲ συνελθόντων καὶ μηδεμίαν τῶν ἐκεῖ λέξεων ἀθετεῖν, ἀλλ' εἰδέναι ὅτι τριακόσιοι δέκα καὶ ὀκτώ, ἀφιλονείκως συνιόντες, οὐκ ἄνευ τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργείας ἐφθέγξαντο, προσθεῖναι δὲ τῇ πίστει ἐκείνῃ καὶ τὸ μὴ χρῆναι λέγειν κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, μὴ μέντοι μηδὲ τοῖς λέγουσι κοινωνεῖν, ἵνα καθαρὰ ᾖ τοῦ Θεοῦ ἡ Ἐκκλησία μηδὲν ζιζάνιον ἑαυτῇ παραμεμιγμένον ἔχουσα» (ΕΠΕ 3, 256). Καί ἐδῶ παρομοίως τά αὐτά διδάσκει καί ἀπαγορεύει τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους πιστεύουν ὅτι εἶναι κτίσμα τό Ἅγ. Πνεῦμα.
   Πρέπει, ἐπίσης, νά σημειωθῆ ὅτι γιά τήν θεότητα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος ὁ Μ. Βασίλειος, πέραν τῆς διδασκαλίας του στίς ἐπιστολές του, ἔχει συγγράψει καί μία ὁλόκληρο πραγματεία, ἡ ὁποία εἶναι ἐκτενεστάτη καί καταλαμβάνει τό μισό μέρος τοῦ 10ου  τόμου τῆς ΕΠΕ.  Ἀπό ὅλα αὐτά γίνεται φανερό, ὅτι ἐγνώριζε πλήρως τήν ὀρθόδοξο πίστι, δέν ἐπερίμενε τίς ἀποφάσεις κάποιας Συνόδου ὡς ἀπλανῆ ὁδηγό καί, ὄχι μόνο δέν ἐπικοινωνοῦσε ἐκκλησιαστικά μέ ὅσους εἶχαν κάποια αἱρετική διδασκαλία, ἀλλά ἀκόμη καί τούς ἀναθεμάτιζε, ἔστω καί ἄν δέν εἶχε καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις ἀπό Σύνοδο.
Πρέπει ἀκόμη νά ἀναφερθῆ καί ἕνα σημαντικό τμῆμα ἀπό τίς ἐπιστολές τοῦ ἁγίου, γιά νά μή θεωρηθῆ ὅτι ὁ ἅγιος δέν ἤθελε τήν συνοδική καταδίκη τῆς αἱρέσεως ἤ ὅτι δέν ἐσέβετο τόν συνοδικό θεσμό, ἐβάδιζε αὐθαίρετα κλπ. Σέ ἐπιστολή του ἡ ὁποία ἐπιγράφεται «Πρός Ἰταλούς καί Γάλλους»... ζητεῖ ἀπό τούς δυτικούς Ἐπισκόπους νά βοηθήσουν εἰς τήν συγκρότησι μεγάλης καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ Σύνοδος αὐτή μέ τό κύρος της θά ἀνανεώση καί θά ἐπιβεβαιώση τίς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς, θά ἀποκηρύξη τή νέα αἵρεσι τῶν Πνευματομάχων καί θά φέρη τήν ὁμόνοια στίς τοπικές Ἐκκλησίες, ἡ ὁποία θά ἑδράζεται ἐπί τῆς ἀληθοῦς πίστεως.

Πηγή: https://paterikiparadosi.blogspot.gr/2015/01/blog-post_7.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.