Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Λόγος στήν Παραμονή των Φώτων

 Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου




[...] Αλλά τί να πούμε και για τον προερχόμενον από την έρημον Ιωάννη, το παράδοξο αυτό και πολυπόθητο για τους Ισραηλίτες θέαμα, τον άγγελο του Θεού, ο οποίος χειροτονήθηκε απόστολος πριν τους Αποστόλους; Όμως ένας τόσο μεγάλος Βασιλιάς τέτοιο στρατιώτη έπρεπε να έχει, αυτόν τον τόσο μεγάλο Προφήτη, ο μέγιστος Αρχιερεύς. Και ας κατανοήσουμε ποιό και πόσο μεγάλο μυστήριο έχουμε ενώπιον μας: επειδή ήταν ανάρμοστο, ενώ παρευρίσκεται ο νυμφαγωγός, να απουσιάζει ο νυμφίος, και ενώ η φωνή αναβοά, να μην ακούεται ο Λόγος, τί γίνεται, πώς τα οικονόμησε ο Θεός; 
   Συστέλλεται κάπως στην αφάνεια ο Ιωάννης από τη βρεφική ακόμη ηλικία, ζώντας υπερφυσικά σαν κάποιος «λύχνος υπό μόδιον (κάδο)» μέσα στην έρημο· και εκεί ακούει θείες φωνές και αξιώνεται να δει θείες οπτασίες· μυσταγωγείται στα απόρρητα και διδάσκεται, όπως τότε που ήταν ακόμη έμβρυο, ποιός είναι ο Ιησούς, ότι δηλαδή είναι Υιός Θεού, και ότι εκείνος στον οποίο θα δει την πνευματοειδή περιστερά να «καταβή και να μείνη επ' αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίσων (που θα βαπτίσει) εν Πνεύματι Αγίω».
    Και όταν συμπληρώθηκε «το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» και η περίοδος της τριακονταετούς παρατάσεως έλαβε τέλος, τότε «και ο λύχνος επί την λυχνίαν καιόμενος, και φαίνων πάσι τοις εν τη οικία αγαλλιάσιμα» – εάν εννοήσουμε ως οικία την Ισραηλιτική Συναγωγή. Επεφάνη δε τότε και το αληθινό φως που φωτίζει τον κόσμο. Ω του θαύματος!
     Ο ήλιος προς τον αστέρα, ο λόγος προς τη φωνή, ο νυμφίος προς τον φίλο, επειδή αυτό ήταν το σχέδιο της Θείας Οικονομίας, ώστε με αυτόν τον τρόπο της προσεγγίσεως να εκπληρωθεί στο πρόσωπο του Ιησού «πάσα δικαιοσύνη», και για να μιλήσουμε ευαγγελικά, «ο μεν ένας να αυξάνη, ο δε άλλος να ελαττούται». Πράγματι, πώς θα ήταν δυνατόν να μη ελαττωθεί το φως του λύχνου, ή και να αποσυρθεί εντελώς, αφού ήδη ο Ήλιος της δικαιοσύνης με τα θαύματά του αστραποβολούσε εξαίσια; Βλέπεις πόσο χρονικό διάστημα χρειάσθηκε για να ολοκληρωθεί σωματικά ο Ιησούς, κατά την διάρκεια του οποίου υποτασσόταν στους γονείς του; 
    «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού»! Γιατί άραγε; Όσοι είναι υψηλοί στις θεωρητικές αναβάσεις και γνωρίζουν τα βάθη του Πνεύματος, ας δώσουν ο καθένας τη δική του εξήγηση· κατά τη δική μου γνώμη όμως, για δύο λόγους: για να νομοθετήσει ο νομοθέτης όλων των νομοθετών με τη δική του υποταγή την υπακοή των τέκνων προς τους γονείς και για να αγιάσει όλα τα στάδια της ηλικίας και τρίτον για να μην επιδείξει ο παντέλειος κάποια ξένη προς τη δική μας και ανόμοια βιωτή, εφ' όσον μάλιστα ήθελε να μας παρουσιάσει τον τέλειο τρόπο ζωής.

Καταβασίες Θεοφανείων - Ιδιόμελα του Μεγάλου Αγιασμού

 "Βυθού ανεκάλυψε πυθμένα" - Χορωδία Σίμωνος Καρά




Ιδιόμελα του Μεγάλου Αγιασμού των Θεοφανείων.



Το φρόνημα των Επισκόπων που έλαβαν μέρος στη Σύνοδο της Φερράρας




 Μᾶς ζητήθηκε νὰ δημοσιεύσουμε τὰ στοιχεῖα ποὺ ὑπάρχουν καὶ ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἰωσήφ καὶ ἡ ἄλλοι Ἐπίσκοποι ποὺ συμμετεῖχαν στὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας εἶχαν ὀρθόδοξο φρόνημα, ἀσχέτως ἂν στὴν πορεία τῶν συζητήσεων κάμφθηκαν καὶ ὑπέγραψαν τὶς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου. Τὰ στοιχεῖα πήραμε ἀπὸ εὐρύτερη μελέτη τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ.




ΙΣΤ΄ Μέρος
Ἡ Ἀποτείχιση ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ


Θά συνεχίσω ἀναφερόμενος εἰς τό κεφάλαιο τῆς κριτικῆς σας μελέτης  «Ἅγ. Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός». Καί στό κεφάλαιο αὐτό, θεωρώντας ὅτι εὑρήκατε σωτήρια λέμβο, ὑπεραμύνεσθε τῆς ἰδίας θέσεως, ὅτι δηλαδή καί ὁ ἅγ. Μᾶρκος ἐπικοινωνοῦσε ἐκκλησιαστικῶς μέ τούς Λατινόφρονες πρό τῆς ἑνώσεως τῆς Συνόδου Φλωρεντίας–Φερράρας. Ὁ σκοπός σας, πατέρες, εἶναι καί ἐδῶ προφανῶς ὁ ἴδιος, νά λογισθῆτε κι ἐσεῖς ἀκόλουθοι ὄχι μόνον τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου, ἀλλά καί τοῦ ἁγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ἐπειδή μνημονεύετε καί ἀκολουθεῖτε τούς Οἰκουμενιστές Ἀρχιεπισκόπους καί Πατριάρχες.

Εἶναι ὄντως παράδοξο καί πρωτοφανές, ἀπό τήν μία πλευρά νά ἀκολουθῆτε, νά ἀναγνωρίζετε, νά μνημονεύετε καί νά ἀποδέχεσθε δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ὅλες τίς προδοσίες τῆς πίστεως, τήν θεολογία τῶν Οἰκουμενιστῶν καί τήν ἐκκλησιαστική συνύπαρξι μετά τῶν αἱρετικῶν καί, ἀπό τήν ἄλλη, νά τοποθετῆτε τούς ἑαυτούς σας στήν θέσι τῶν Ἁγιορειτῶν ἐπί Βέκκου Ὁσιομαρτύρων, τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου καί τοῦ ἁγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ. Πιστεύω, πατέρες, ὅτι καί οἱ Οἰκουμενιστές, κατ’ αὐτόν τόν τρόπο σκεπτόμενοι, δύνανται νά καυχηθοῦν ὅτι εἶναι συνεχιστές αὐτῶν, διότι συνεχίζουν τούς διαλόγους τούς ὁποίους ἐδέχοντο καί οἱ Πατέρες αὐτοί.

Εἰς τό σημεῖο αὐτό καί ἐπειδή πιθανόν νά πιστεύετε αὐτά τά ὁποῖα γράφετε στήν κριτική σας μελέτη, ἐγώ ἔχω νά ἀναφέρω ἕνα χωρίο τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τό ὁποῖο νομίζω ἀνταποκρίνεται πλήρως εἰς τήν παροῦσα κατάστασι. Τό χωρίο αὐτό μάλιστα ὁ ὅσιος τό δανείζεται ἀπό τόν ἅγιο (τόν ὁποῖο ὑπερευλαβεῖτο καί ἐθαύμαζε), τόν Μ. Βασίλειο καί λέγει τά ἑξῆς: «ἐάν γάρ τις τό κακόν ἐν προσχήματι ἀγαθοῦ ποιῇ, διπλοῦν ἐργάζηται τό ἁμάρτημα, ὅτι αὐτός τε τό οὐκ ἀγαθόν ποιεῖ καί κέχρηται οἱονεί παραπετάσματι τῷ τοῦ ἀγαθοῦ ὀνόματι, φωνή ἐστι τοῦ θείου Βασιλείου. Οὕτω μέν ἐκεῖνοι πρός τῇ οἰκείᾳ πτώσει καί πολλοῖς ἄλλοις ὄλισθος γενόμενοι» (Φατ. 267, 395,20).

Ἐδῶ οἱ Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ ἰδική σας εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι διπλασία ἀπό αὐτήν τῶν Οἰκουμενιστῶν, διότι, ἐνῶ εἶστε σέ ὁδό πλάνης, μέ τό πρόσχημα ὅτι εἶστε ὁμολογητές καί συνεχιστές τῶν μεγάλων Πατέρων, γίνεσθε παγίδα, ὥστε νά αἰχμαλωτισθοῦν καί πολλοί ἄλλοι καί βεβαίως στήν προκειμένη περίπτωσι, γίνεσθε αἰτία νά διαιωνίζεται ἡ αἵρεσις.

Θά προσπαθήσω ἐν συνεχείᾳ, καί στό κεφάλαιο αὐτό τῆς κριτικῆς σας μελέτης, νά σᾶς ἀποδείξω ὅτι καμμία ἀπολύτως, καμμία σχέσις καί ὁμοιότης δέν ὑπάρχει μεταξύ τῶν σημερινῶν Ἀντιοικουμενιστῶν καί τῶν τότε Ὀρθοδόξων καί δή τῶν ἁγίων καί μεγάλων Πατέρων τῆς πρό τῆς πτώσεως τῆς Κων/πόλεως ἐποχῆς.
Ὑπάρχει ὅμως ἀπόλυτος ὁμοιότης τῶν σημερινῶν Ἀντιοικουμενιστῶν καί τῶν μετά τήν ἕνωσι Φλωρεντίας-Φερράρας Λατινοφρόνων, ἐπειδή αὐτοί ἀκριβῶς οἱ Λατινόφρονες ἦσαν ἑνωμένοι μέ αἱρετικούς, ὅπως σήμερα οἱ Ἀντιοικουμενιστές μέ τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστές. Αὐτοί δέ, οἱ μετά τήν Σύνοδο Φλωρεντίας–Φερράρας Λατινόφρονες, δέν εἶχαν καταδικασθῆ ὑπό Συνόδου, ὅπως σήμερα οἱ Οἰκουμενιστές. Ὁ ἅγ. Μᾶρκος, ὅμως, ὁ Εὐγενικός καί πλῆθος ἄλλων κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀποτειχίστηκαν ἀπό αὐτούς πρό συνοδικῆς κρίσεως, σύμφωνα μέ τόν ἐν λόγῳ Κανόνα καί τήν μακραίωνη Παράδοσι καί διδασκαλία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας.
Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ ἀποτείχισις τῶν ἐπί Βέκκου Ἁγιορειτῶν Ὁσιομαρτύρων (καί τοῦ ἁγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καί τῶν ὑπολοίπων κληρικῶν καί λαϊκῶν) ἔγινε, ὅταν οἱ Λατινόφρονες μέ τήν βοήθεια τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας κατέλαβον τό Πατριαρχεῖο Κων/πόλεως, καί ἀπαιτοῦσαν νά ἀναγνωρίζωνται καί νά μνημονεύωνται ἀπό τούς Ὀρθοδόξους. Καί ὁ Ἰωάννης ὁ Βέκκος, δηλαδή, καί ὁ Μητροφάνης στίς δύο ἀντίστοιχες περιπτώσεις, μέ τήν στήριξι τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας καί τήν ψήφισί των ἀπό ὁμοίους των Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι εἴτε ἀπό φόβο καί δειλία εἴτε ἀπό τίς πολιτικές καί στρατιωτικές ἀνάγκες τῶν καιρῶν, συμβιβάστηκαν στήν ἀποδοχή τῶν παπικῶν ἀξιώσεων καί ἀνεγνώρισαν τόν Παπισμό ὡς Ἐκκλησία, μέ ὅλες φυσικά τίς πλάνες του.

Αὐτή ἡ ὁμοιότης σέ ἀπόλυτη ἀντιστοιχία ὑπάρχει καί σήμερα. Δηλαδή οἱ αἱρετικοί Οἰκουμενιστές ἔχουν καταλάβει ὄχι ἕνα, ἀλλά ὅλα τά Πατριαρχεῖα, ψηφίζονται ἀπό ὁμοίους των αἱρετικούς Οἰκουμενιστές, χωρίς μάλιστα νά ὑπάρχη καμμία ἀνάγκη ὅπως τότε, καί ἀπαιτοῦν τήν ὑποταγή, τήν ἀναγνώρισι καί μνημόνευσι τῶν πάντων, καί φυσικά καί τῶν Ἀντιοικουμενιστῶν. Διά τῆς μνημονεύσεως δέ καί ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, γίνεται ὄχι μόνον ἀναγνώρισις τῆς αἱρέσεως, ἀλλά καί ταύτησις μέ αὐτή κατά τήν πίστι, ὁπότε καί οἱ Ἀντιοικουμενιστές σήμερα εἶναι ἐνσωματωμένοι καί συνοδοιπόροι μέ τήν αἵρεσι καί τούς αἱρετικούς. Ἄρα λοιπόν ταυτίζονται, ὄχι μέ τούς πρό τῆς ἑνώσεως Λατινόφρονες, οἱ ὁποῖοι ἦσαν κυρίως κάποιοι πολιτικοί ἄρχοντες καί μερικοί παρατρεχάμενοι κληρικοί, ἀλλά μέ τούς μετά τήν ἕνωσι Λατινόφρονες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καταλάβει τήν ἐκκλησιαστική ἐξουσία.

Ἀπό αὐτούς, παρ’ ὅτι δέν εἶχαν καταδικασθῆ ἀπό Σύνοδο, οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἀποτειχίσθηκαν καί, ἄρα, καμμία σχέσι δέν ὑπάρχει μέ τούς σημερινούς Ἀντιοικουμενιστές, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὑποτεταγμένοι καί συνοδοιπόροι τῶν αἱρετικῶν.

Πρέπει νά σημειωθῆ, ὅτι οἱ Πατέρες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μέ ὅλες τίς δυσκολίες της, δέν εἶχαν ἐφεύρει καινούριους τρόπους ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱρέσεων, ὅταν αὐτοί (οἱ αἱρετικοί) κατεῖχαν τήν ἐκκλησιαστική ἐξουσία, ἐνῶ σήμερα οἱ Ἀντιοικουμενιστές ἔχουν θεωρητικά καί πρακτικά κατ’ οὐσίαν ἀποτειχισθῆ ἀπό τούς Πατέρες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, διότι ἔχουν ἐφεύρει νέους τρόπους ἀντιμετωπίσεως τῶν ἰδίων μέ τότε αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι τρόποι, θεωρητικά στηρίζονται στήν δυνητική ἑρμηνεία τοῦ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Ἔτσι κατ’ οὐσίαν καταργεῖται ἡ πατερική ὁδός τῆς ἀποτειχίσεως καί εἰσάγεται ἡ ὁδός τῆς συνυπάρξεως μέ τούς αἱρετικούς. Αὐτό, ἀκριβῶς, ἀποτελεῖ τή βασική θεωρία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ

Θεοφάνεια ή Επιφάνεια (1ο μέρος)

Αγίου  Ιωάννου του Χρυσοστόμου

5 Ιανουαρίου 2018


   Το ότι δηλα­δή η σημερινή εορτή ονομάζεται Επιφάνεια, είναι γνωστό σ’ όλους. Ποιά όμως παρουσία είναι αυτή και ποιά από τα δύο συμβαίνει, είναι μία αυτή ή δύο; Αυτό δεν το γνωρίζουν, πράγμα που αποτελεί την πιο χειρότερη ντροπή και είναι άξιο για πολλά γέλια, διότι, ενώ κάθε χρόνο εορτάζουν την εορτή αυτή, όμως αγνοούν την υπόθεσή της.

Είναι ανάγκη λοιπόν κατ’ αρχή να πω στην αγάπη σας, ότι δεν πρόκειται για μία παρουσία, αλλά για δύο· μία είναι αυτή που έγινε σαν σήμερα, και δεύτερη είναι η μελλον­τική, που θα γίνει με τρόπο ένδοξο κατά τη συντέλεια του κόσμου. Και για την κάθε μία απ’ αυτές ακούσατε σήμερα τον Παύλο να γράφει στον Τίτο και να λέει για μεν τη σημερινή τα εξής: «Παρουσιάσθηκε η χάρη του Θεού, που σώζει όλους τους ανθρώπους, και μας διδά­σκει ν’ αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυ­μίες, και να ζήσουμε κατά τον παρόντα αιώνα με σωφρο­σύνη, δικαιοσύνη και ευσέβεια», για δε τη μελλοντική· «και ν’ αναμένουμε την πραγματοποίηση της μακάριας ελπίδας και την παρουσία της δόξας του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού» (Τιτ. 2, 11-13). Αλλά και ο προφήτης για την ίδια εκείνη έλεγε τα εξής· «ο ήλιος θα μετατρα­πεί σε σκοτάδι και η σελήνη σε αίμα προτού να έρθει η μεγάλη και ένδοξη εκείνη ημέρα του Κυρίου» (Ιωήλ 2, 31).
Αλλά για ποιό λόγο ονομάζεται επιφάνεια όχι η ημέρα κατά την οποία γεννήθηκε, αλλά η ημέρα κατά την οποία βαπτίσθηκε; Διότι